Crisis Reporting Resource

Λίβανος: Οι δημοσιογράφοι αντιμέτωποι με ισραηλινά χτυπήματα, εκτοπισμούς και επιθέσεις

Το πρωτότυπο άρθρο, που δημοσιεύθηκε από το CPJ στις 29/10/2024, αναδημοσιεύτηκε από το iMEdD κατόπιν άδειας. Η αναδημοσίευση του απαιτεί άδεια από τον εκδότη.

Η πρόσφατη κλιμάκωση του πολέμου του Ισραήλ στον Λίβανο έχει θέσει σε κίνδυνο τον Τύπο, καθώς τα ισραηλινά πλήγματα έχουν καταστρέψει γραφεία ειδησεογραφικών πρακτορείων, έχουν σκοτώσει τουλάχιστον τρεις δημοσιογράφους και πολλοί άλλοι δέχονται επιθέσεις, παρεμποδίζονται από την άσκηση του επαγγέλματός τους, δέχονται απειλές και συλλαμβάνονται ενώ κάνουν ρεπορτάζ.

Στις 3 τα ξημερώματα της 25ης Οκτωβρίου, μια ισραηλινή αεροπορική επιδρομή έπληξε συγκρότημα όπου στεγάζονταν 18 δημοσιογράφοι διάφορων μέσων ενημέρωσης στη Χασμπάγια, μια πόλη στον νότιο Λίβανο. Στη διάρκεια της επίθεσης σκοτώθηκε ο οπερατέρ του φιλικού προς τη Χεζμπολάχ, Al-Mayadeen TV, Ghassan Najjar, ο μηχανικός εκπομπών Mohammed Reda, και ο οπερατέρ Wissam Kassem. του Al-Manar TV, ενός Μέσου που ανήκει στη Χεζμπολάχ.

Σύμφωνα με το BBC, οι IDF δήλωσαν ότι έπληξαν στρατιωτική δομή της Χεζμπολάχ στη Χασμπάγια όπου «δρούσαν τρομοκράτες». Οι IDF ισχυρίστηκαν ότι έλαβαν αναφορές για δημοσιογράφους που χτυπήθηκαν «αρκετές ώρες μετά την επίθεση», προσθέτοντας ότι «το περιστατικό βρίσκεται υπό διερεύνηση».

Ο Λίβανος κατέθεσε προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ τη Δευτέρα 28 Οκτωβρίου για το χτύπημα.

Τα ισραηλινά πλήγματα έχουν σκοτώσει τουλάχιστον τρεις επιπλέον δημοσιογράφους που βρίσκονταν σε αποστολή και έχουν τραυματίσει τουλάχιστον 11 στον Λίβανο από τότε που οι Δυνάμεις Άμυνας του Ισραήλ (IDF) και η εξτρεμιστική οργάνωση Χεζμπολάχ του Λιβάνου άρχισαν να ανταλλάσσουν πυρά τον Οκτώβριο του 2023. Το Ισραήλ κλιμάκωσε τις ενέργειές του την 1η Οκτωβρίου 2024, πραγματοποιώντας χερσαία εισβολή στον Λίβανο.

Η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (Committee to Protect Journalists/CPJ) διερευνά πέντε ακόμα δολοφονίες δημοσιογράφων και εργαζομένων στα μέσα ενημέρωσης στον Λίβανο από το Ισραήλ από τις 23 Σεπτεμβρίου για να διαπιστώσει αν είχαν στοχοποιηθεί λόγω της δουλειάς τους.

«Οι δημοσιογράφοι είναι πολίτες και η διεθνής κοινότητα έχει υποχρέωση να τους προστατεύσει, καθιστώντας σαφές στο Ισραήλ ότι η επαναλαμβανόμενη επιθετικότητα εναντίον δημοσιογράφων και το καθεστώς ατιμωρησίας γύρω από τις δολοφονίες τους δεν θα γίνουν ανεκτά», δήλωσε ο Διευθυντής Προγράμματος του CPJ Carlos Martinez de la Serna. «Πρέπει να δοθεί πρόσβαση σε διεθνή όργανα για τη διεξαγωγή ανεξάρτητων ερευνών σχετικά με αυτές τις δολοφονίες. Οι θανατηφόρες επιθέσεις κατά των δημοσιογράφων, οι οποίοι προστατεύονται από το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, και η παρεμπόδιση της άσκησης του δημοσιογραφικού τους έργου πρέπει να σταματήσουν τώρα».

Το CPJ έχει καταγράψει τα ακόλουθα περιστατικά στοχοποίησης της δημοσιογραφίας στον Λίβανο μετά την κλιμάκωση του Σεπτεμβρίου:

Ισραηλινά πλήγματα σε εγκαταστάσεις μέσων ενημέρωσης

  • Οι ισραηλινές δυνάμεις βομβάρδισαν και κατέστρεψαν τα γραφεία του θρησκευτικού τηλεοπτικού καναλιού Al-Sirat που συνδέεται με τη Χεζμπολάχ στη νότια συνοικία της Βηρυτού στις 30 Σεπτεμβρίου. Δεν υπήρξαν αναφορές για θύματα.
  • Οι ισραηλινές δυνάμεις βομβάρδισαν ένα κτίριο στη νότια πόλη της Τύρου στις 20 Οκτωβρίου, όπου στεγαζόταν το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα Al-Qard Al-Hasan που συνδέεται με τη Χεζμπολάχ και ο τοπικός ραδιοφωνικός σταθμός Sawt Al Farah. Οι εργαζόμενοι εγκατέλειψαν το κτίριο και δεν υπήρξαν αναφορές για θύματα από την καταστροφή ενός εκ των παλαιότερων σταθμών στον νότιο Λίβανο, με ιστορία  34 ετών. Σύμφωνα με αναφορές, ο σταθμός σταμάτησε να εκπέμπει μετά τον βομβαρδισμό. Η ιστοσελίδα του Sawt Al Farah συνεχίζει να λειτουργεί.
  • Οι ισραηλινές δυνάμεις βομβάρδισαν και κατέστρεψαν το γραφείο του ραδιοτηλεοπτικού φορέα Al-Mayadeen, που συνδέεται με τη Χεζμπολάχ, στη συνοικία Jnah της Βηρυτού, στις 23 Οκτωβρίου. Από τα δύο πυραυλικά πλήγματα ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του και τραυματίστηκαν άλλοι πέντε, κανένας εκ των οποίων δεν έχει ταυτοποιηθεί. Το κανάλι δήλωσε ότι είχε προηγουμένως πραγματοποιήσει εκκένωση των γραφείων του και «θεωρεί το Ισραήλ υπεύθυνο για την επίθεση».

Σε απάντησή τους στο email που έστειλε το CPJ από τη Νέα Υόρκη για τα χτυπήματα στις 28 Οκτωβρίου, οι IDF ισχυρίστηκαν ότι οι επιχειρήσεις που έχουν πραγματοποιήσει στον Λίβανο από τις 8 Οκτωβρίου είναι «σύμφωνες με τις υποχρεώσεις τους βάσει του διεθνούς δικαίου» και ότι οι IDF «κατευθύνουν τα χτυπήματά τους μόνο προς στρατιωτικούς στόχους και στρατιωτικές δυνάμεις και δεν στοχεύουν πολιτικά αντικείμενα και πολίτες».

Οι IDF ισχυρίστηκαν ότι δεν γνώριζαν για το χτύπημα της 20ής Οκτωβρίου στην Τύρο του Λιβάνου και σημείωσαν ότι χρειάζονται συγκεκριμένες συντεταγμένες και ώρες των επιθέσεων για να απαντήσουν πληρέστερα στις ερωτήσεις, στοιχεία που το CPJ δεν είναι σε θέση να παράσχει.

Εκτοπισμός και έλλειψη Εξοπλισμού Ατομικής Προστασίας

  • Δημοσιογράφοι που διέμεναν στον νότιο Λίβανο, συμπεριλαμβανομένων περιοχών όπως η κοιλάδα Beqaa και το νότιο προάστιο της Βηρυτού, δήλωσαν στο CPJ ότι απειλούνται με εκτοπισμό λόγω των ισραηλινών επιθέσεων στην περιοχή. Τουλάχιστον 15 δημοσιογράφοι εκτοπίστηκαν και έλαβαν στεγαστική αρωγή από την τοπική ομάδα για την ελευθερία του Τύπου Skeyes και το Συνδικάτο Εναλλακτικού Τύπου.
  • Η έλλειψη εξοπλισμού ατομικής προστασίας (PPE) ήταν ένα ζήτημα για πολλούς στη χώρα, είπαν δημοσιογράφοι στο CPJ, προσθέτοντας ότι πολλά μέλη του Τύπου δεν διαθέτουν κανένα μέσο προστασίας και εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες, χωρίς την άμεση υποστήριξη κάποιου πρακτορείου. Η ομάδα Skeyes και το Συνδικάτο Εναλλακτικού Τύπου έχουν δανείσει PPE σε τουλάχιστον 100 δημοσιογράφους τον τελευταίο μήνα, ενώ πολλοί άλλοι βρίσκονται στη λίστα αναμονής.

Επίθεση κατά τη διάρκεια ρεπορτάζ

  • Μια ομάδα περίπου 20 ανδρών, ορισμένοι από τους οποίους ήταν οπλισμένοι, ξυλοκόπησαν δύο Βέλγους δημοσιογράφους του ραδιοτηλεοπτικού φορέα VTM News ενώ έκαναν ρεπορτάζ για ισραηλινή αεροπορική επιδρομή που έπληξε το κτίριο του Ισλαμικού Οργανισμού Υγείας στη συνοικία Μπασούρα της Βηρυτού στις 3 Οκτωβρίου. Ο δημοσιογράφος Robin Ramaekers δήλωσε στο CPJ ότι ο ίδιος και ο εικονολήπτης Stijn De Smet νοσηλεύτηκαν για κατάγματα στο πρόσωπο και τραύματα από πυροβολισμούς στο πόδι αντίστοιχα.
  • Ένας άνδρας κυνήγησε και επιτέθηκε σε δύο Ιταλούς δημοσιογράφους, τη δημοσιογράφο Lucia Goracci και τον εικονολήπτη Marco Nicois, του ραδιοτηλεοπτικού φορέα RAI TG3, ενώ επιχείρησε επίσης να κλέψει και να σπάσει τις κάμερές τους στις 8 Οκτωβρίου στην Jiyeh, μια πόλη νότια της Βηρυτού. Ο οδηγός τους, Ahmad Akil Hamzeh, ο οποίος είχε προσπαθήσει να παρέμβει για να εκτονώσει την κατάσταση, αργότερα κατέρρευσε και πέθανε από καρδιακή προσβολή.
  • Μια ομάδα ανδρών επιτέθηκε και εξύβρισε τον Mahmoud Shokor, δημοσιογράφο της σαουδαραβικής Al-Arabiya, εν μέσω ζωντανού ρεπορτάζ στις 15 Οκτωβρίου στην Beqaa, μια κοιλάδα κοντά στην κεντρική πόλη Chtoura.

Υπό τον όρο της ανωνυμίας, λόγω φόβου για αντίποινα, αρκετοί τοπικοί και διεθνείς δημοσιογράφοι περιέγραψαν στο CPJ περιστατικά ξυλοδαρμών και επιθέσεων εναντίον άλλων δημοσιογράφων εν μέσω ρεπορτάζ για τον πόλεμο. Το CPJ διερευνά τουλάχιστον έξι επιπλέον περιστατικά επίθεσης σε δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια ρεπορτάζ σε διάφορες περιοχές της Βηρυτού μεταξύ 10 και 22 Οκτωβρίου

Μία δημοσιογράφος υπό κράτηση

Η δημοσιογράφος από τον Λίβανο και τη Συρία Alia Mansour, αναπληρώτρια αρχισυντάκτρια του ιδιωτικού Now Lebanon, τέθηκε υπό κράτηση από την αστυνομία για αρκετές ώρες στις 19 Οκτωβρίου, όταν ένας ψεύτικος λογαριασμός που εμφανίζονταν ως δικός της, ήρθε σε επικοινωνία με ισραηλινούς λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Περιορισμένη πρόσβαση

Πολλοί δημοσιογράφοι που μίλησαν στο CPJ υπό τον όρο της ανωνυμίας λόγω φόβου για αντίποινα, δήλωσαν ότι οι δημοσιογράφοι που εργάζονται στον Λίβανο πρέπει πλέον να λαμβάνουν διαπιστεύσεις από διάφορες αρχές προτού τραβήξουν πλάνα σε οποιαδήποτε περιοχή, δεδομένου του υψηλού κινδύνου επιθέσεων. Μεταξύ άλλων, διαπιστεύσεις χορηγεί το Υπουργείο Πληροφοριών του Λιβάνου, τα πολιτικά κόμματα, και άλλες ομάδες με επιρροή σε ορισμένες περιοχές της χώρας.

Πολλοί δημοσιογράφοι κατήγγειλαν στο CPJ περιορισμούς στην πρόσβαση των δημοσιογράφων σε βομβαρδισμένες περιοχές από τις αρχές.

Σε αρκετές περιπτώσεις μετά τον Σεπτέμβριο του 2024, άγνωστα άτομα ζήτησαν από δημοσιογράφους τοπικών και περιφερειακών τηλεοπτικών σταθμών να αποχωρήσουν ή να σταματήσουν να κινηματογραφούν κατά τη διάρκεια ζωντανών μεταδόσεων των βομβαρδισμών στον Λίβανο, σύμφωνα με δημοσιογράφους που μίλησαν στο CPJ. Το ίδιο προκύπτει και από την αξιολόγηση του ειδησεογραφικού υλικού από το CPJ. Το CPJ δεν μπόρεσε να επιβεβαιώσει τις διασυνδέσεις των ατόμων με οποιονδήποτε οργανισμό.

Αντι-μιντιακή ρητορική

Τον Οκτώβριο το τμήμα μέσων ενημέρωσης της Χεζμπολάχ κατηγόρησε αρκετά τοπικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης, ιδίως εκείνα που είχαν στείλει δημοσιογράφους στις τάξεις των Δυνάμεων Άμυνας του Ισραήλ στον νότιο Λίβανο, για «στήριξη στο Ισραήλ», υποκίνηση βίας και «ξέπλυμα των ισραηλινών εγκλημάτων».

Ο Μοχάμαντ Αφίφ, υπεύθυνος για τις σχέσεις της Χεζμπολάχ με τα μέσα ενημέρωσης, επανέλαβε τις κατηγορίες σε συνέντευξη Τύπου στις 22 Οκτωβρίου, προσθέτοντας ότι «η ελευθερία του Τύπου δεν παρέχει ασυλία σε όσους ενέχονται στην υποκίνηση ή τη συνενοχή σε δολοφονίες».

Το CPJ εξέτασε δεκάδες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από άγνωστα άτομα τον περασμένο μήνα, οι οποίες περιείχαν εκκλήσεις για απαγόρευση μέσων ενημέρωσης, πυρπόληση στούντιο ή παρεμπόδιση δημοσιογράφων που συνεργάζονται με τον τοπικό ιδιωτικό λιβανέζικο ραδιοτηλεοπτικό φορέα MTV, τους σαουδαραβικούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς Al-Hadath και Al-Arabiya και τον τηλεοπτικό φορέα Sky News Arabia που ανήκει στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Απειλές κατά ΜΜΕ

  • Ο ραδιοτηλεοπτικός φορέας Al Jazeera, που ανήκει στο Κατάρ, πραγματοποίησε εκκένωση στα στούντιο του στη Βηρυτό στις 17 Οκτωβρίου λόγω πολλαπλών προειδοποιήσεων για βόμβα, οι οποίες αργότερα διαπιστώθηκε ότι ήταν ψευδείς από ανώνυμες πηγές ασφαλείας.
  • Το NBN, ένα τηλεοπτικό κανάλι που συνδέεται με το σιιτικό πολιτικό κόμμα Amal, το οποίο συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό του Λιβάνου, πραγματοποίησε εκκένωση στα στούντιο του και διέκοψε τις εκπομπές του στις 22 Οκτωβρίου, μετά από τηλεφωνική απειλή σε υπάλληλο, η οποία, τελικά ήταν ψεύτικη.

Σε μηνύματα προς τον εκπρόσωπο ΜΜΕ της Χεζμπολάχ Rana Sahili και τον Υπουργό Πληροφοριών του Λιβάνου Ζιάντ Μακάρι σχετικά με τις παρεμποδίσεις του δημοσιογραφικού έργου, τις επιθέσεις κατά δημοσιογράφων και τυχόν επίσημα μέτρα για την προστασία των τελευταίων, το CPJ δεν έλαβε απάντηση. Ένας εκπρόσωπος ΜΜΕ του Υπουργείου Εσωτερικών του Λιβάνου δήλωσε στο CPJ ότι το υπουργείο αρνείται να σχολιάσει.

Το Γραφείο Βόρειας Αμερικής των IDF απάντησε στο ηλεκτρονικό μήνυμα που έστειλε το CPJ από τη Νέα Υόρκη, ζητώντας σχολιασμό των υπόλοιπων περιστατικών στις 24 Οκτωβρίου – οι IDF ζήτησαν παράταση αδιευκρίνιστου χρόνου και τις συντεταγμένες των επιθέσεων, πληροφορίες που το CPJ απάντησε ότι δεν είναι σε θέση να παράσχει.