Θεματα

«Δεν ήταν δημοσιογραφία – ήταν θέατρο»: Μέσα στις δημοσιογραφικές αποστολές του Ισραήλ στη Γάζα

Οι ξένοι ανταποκριτές που εισέρχονται στη Γάζα υπό ισραηλινή στρατιωτική συνοδεία περιγράφουν συνθήκες που εμποδίζουν την ανεξάρτητη δημοσιογραφία και ενισχύουν τις μακροχρόνιες ανησυχίες της Επιτροπής Προστασίας των Δημοσιογράφων (CPJ): οι επισκέψεις με συνοδεία δεν αποτελούν ουσιαστική πρόσβαση και δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις του Ισραήλ, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να επιτρέψει την ανεξάρτητη δημοσιογραφική κάλυψη.

Από την έναρξη του πολέμου ανάμεσα στο Ισραήλ και στη Γάζα, τον Οκτώβριο του 2023, το Ισραήλ εμποδίζει την ανεξάρτητη είσοδο στη Γάζα ξένων δημοσιογράφων, αφήνοντας τους Παλαιστίνιους να καταγράφουν αυτό που ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ συμφωνούν ότι αποτελεί γενοκτονία.

Η Επιτροπής Προστασίας των Δημοσιογράφων (CPJ) μίλησε με τρεις δημοσιογράφους, οι οποίοι επισκέφθηκαν με συνοδεία τη Γάζα μετά την εκεχειρία του Οκτωβρίου του 2025. Μέσα από τις εμπειρίες τους παρατηρούνται σταθερά μοτίβα περιορισμού της κίνησης, ελεγχόμενων αλληλεπιδράσεων, λογοκρισίας πριν από τη δημοσίευση και στημένων εικόνων. Τρεις άλλοι δημοσιογράφοι από τους οποίους η CPJ ζήτησε να σχολιάσουν την εμπειρία τους από τις περιηγήσεις υπό στρατιωτικό έλεγχο αρνήθηκαν, επικαλούμενοι φόβο για αντίποινα

Παιδιά που έχουν εκτοπιστεί εσωτερικά στην Γάζα παίζουν ανάμεσα στα ερείπια κατεστραμμένων κτιρίων στη συνοικία Αλ Ρεμάλ της πόλης της Γάζας, στις 7 Δεκεμβρίου 2025, εν μέσω εκεχειρίας μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, περίπου 1,9 εκατομμύρια άνθρωποι στη Γάζα, σχεδόν το 90% του πληθυσμού, έχουν εκτοπιστεί από την έναρξη της σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς τον Οκτώβριο του 2023. EPA/MOHAMMED SABER

Νόγκα Ταρνοπόλσκι: «Ένιωσα σαν να ήταν θέατρο» 

Οι δημοσιογράφοι περιγράφουν την είσοδό τους στη Γάζα ως προσεκτικά σκηνοθετημένη, περισσότερο ως παράσταση παρά ως ρεπορτάζ. 

Η ανταποκρίτρια του France 24, Νόγκα Ταρνοπόλσκι (Noga Tarnopolsky), εισήλθε στη Γάζα ως μέλος μιας μικρής αντιπροσωπείας ξένων ανταποκριτών που επιλέχθηκε από τη Μονάδα Εκπροσώπου Τύπου των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων (IDF) από μια λίστα δημοσιογράφων που κατέθεσε η Ένωση Ανταποκριτών Ξένου Τύπου (FPA). Είπε ότι η πρόσκληση ήρθε την τελευταία στιγμή, χωρίς σαφείς οδηγίες σχετικά με τον προστατευτικό εξοπλισμό, αν και οι συνάδελφοί της την προειδοποίησαν ότι ήταν απαραίτητος.  

Για την ίδια, η επίσκεψη είχε σχεδιαστεί για να παρουσιάσει τον κίνδυνο και τον στρατιωτικό επαγγελματισμό, ακόμη και όταν οι στρατιώτες στη βάση φορούσαν μπλουζάκια και έδειχναν χαλαροί. 

Η Ταρνοπόλσκι δήλωσε στην CPJ ότι στο σημείο συνάντησης κοντά στο Νιρ Οζ, «παρουσιάστηκαν στους δημοσιογράφους δύο χάρτες –ένας “επίσημος” και ένας “ανεπίσημος”– κανένας από τους οποίους δεν παρείχε χρήσιμες πληροφορίες». Η Ταρνοπόλσκι δήλωσε ότι η «κίτρινη γραμμή» του στρατού, που υποτίθεται ότι οριοθετεί τα όρια της δημοσιογραφικής κάλυψης, «δεν υπάρχει στην πραγματικότητα» και αντίθετα φαντάζει ως ρητορικό εργαλείο για να δημιουργηθεί η εντύπωση μιας δομής. 

Η αντιπροσωπεία της Ταρνοπόλσκι μεταφέρθηκε με «φορτηγά καλυμμένα με μουσαμάδες σε μια μικρή βάση εντός της Γάζας που δημιουργήθηκε μετά την κατάπαυση του πυρός». Από έναν αμμόλοφο, είδαν τα μακρινά ερείπια της γειτονιάς Σουτζάιγια.  

«Οι δημοσιογράφοι δεν μπορούσαν να κινηθούν ελεύθερα, να προσεγγίσουν πολίτες ή να καταγράψουν ανεξάρτητα. Στον καθένα επιτράπηκε μόνο μια σύντομη, επιτηρούμενη συνομιλία με τον εκπρόσωπο του στρατού», δήλωσε στην CPJ. 

«Όλα ήταν στημένα», είπε. «Δεν είδαμε κανέναν, δεν μπορούσαμε να καταγράψουμε τίποτα. Αυτό δεν ήταν δημοσιογραφία –ήταν θέατρο».  

Η Ταρνοπόλσκι εξήγησε ότι ο στρατός δεν επιθεώρησε ούτε εξέτασε τίποτα από το υλικό τους, «για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπήρχε υλικό προς εξέταση». Αποκάλεσε την εμπειρία της «παντομίμα … όχι δημοσιογραφία αλλά θέατρο».  

Αντρέα Κρόγκμαν: «Δεν μιλήσαμε σε κανέναν Παλαιστίνιο» 

Η ανεξάρτητη δημοσιογράφος Αντρέα Κρόγκμαν (Andrea Krogmann), η οποία έχει την έδρα της στη Μέση Ανατολή και συνεργάζεται με διάφορα μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένου του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων (KNA), δήλωσε στην CPJ ότι οι επισκέψεις υπό στρατιωτική συνοδεία δεν προσέφεραν ουσιαστικές ευκαιρίες για ρεπορτάζ.  

Οι δημοσιογράφοι περιορίστηκαν αποκλειστικά σε στρατιωτικές βάσεις και δεν τους επιτράπηκε να συναντήσουν Παλαιστίνιους. «Δεν μιλήσαμε σε κανέναν Παλαιστίνιο» είπε. «Μιλήσαμε μόνο με τα άτομα που ενέκρινε ο στρατός –ουσιαστικά με τον εκπρόσωπο του στρατού και δύο στρατιώτες». 

Η Κρόγκμαν εξήγησε ότι όλο το ακατέργαστο υλικό που προοριζόταν για δημοσίευση –φωτογραφίες ή βίντεο– έπρεπε να επιδειχθεί προηγουμένως στον στρατό, όπως είναι το σύνηθες όταν γίνεται ρεπορτάζ σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Το περιεχόμενό της εγκρίθηκε γρήγορα, με ένα μόνο αίτημα να θολώσει ένα όνομα σε μια οδική πινακίδα. Δεν χρειάστηκε να υποβάλει το γραπτό της άρθρο για λογοκρισία. Ωστόσο, τόνισε ότι οι διαδικασίες αυτές υπογραμμίζουν τα όρια της πρόσβασης υπό συνοδεία: «Δεν μπορεί να αντικαταστήσει μια ανεξάρτητη επίσκεψη, διότι ο στρατός αποφασίζει πού πηγαίνουμε, πότε πηγαίνουμε και με ποιον μιλάμε. Δεν μπορείς να μιλήσεις ελεύθερα στους ανθρώπους». 

Η περιοδεία διήρκεσε περίπου 90 λεπτά, περιλάμβανε μετακινήσεις ανάμεσα σε βάσεις και δεν επεκτάθηκε ποτέ σε μη στρατιωτικές περιοχές. Ακόμη και οι στρατιώτες δυσκολεύονταν να εντοπίσουν τη λεγόμενη κίτρινη γραμμή. 

Τα κριτήρια πρόσβασης ήταν αντιφατικά. Παρόλο που εγκρίθηκαν επίσημα 12 δημοσιογράφοι, περίπου 20 τελικά συμμετείχαν, αφού σε ορισμένα πρακτορεία επιτράπηκε να φέρουν φωτογράφους. Η Κρόγκμαν δήλωσε ότι η δομή και η διαδικασία της επίσκεψης ανέδειξε τους λόγους για τους οποίους οι αποστολές υπό συνοδεία «δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την ανεξάρτητη ενημέρωση». 

Ένα παιδί περπατά στη βροχή μέσα σε ένα πλημμυρισμένο καταυλισμό σκηνών στο Χαν Γιούνις, στη νότια Λωρίδα της Γάζας, στις 25 Νοεμβρίου 2025. Φωτογραφία: EPA/HAITHAM IMAD

Ντανιέλ Εστρίν: «Δεν υποκαθιστά την ελεύθερη δημοσιογραφία» 

Ο ανταποκριτής του NPR Ντανιέλ Εστρίν (Daniel Estrin) επανέλαβε αυτούς τους προβληματισμούς, κάνοντας λόγο για «μια αυστηρά ελεγχόμενη στρατιωτική περιήγηση… Βλέπεις αυτό που θέλει ο στρατός να δεις». Είπε στην CPJ ότι η πλεονεκτική του θέση τού επέτρεψε να παρατηρήσει την «καταστροφή που εκτείνεται όσο φτάνει το μάτι» στη Σουτζάιγια, αλλά η εμπειρία αυτή «δεν υποκαθιστά την ελεύθερη δημοσιογραφία». 

Ο Εστρίν δήλωσε ότι η περιήγηση αυτή δεν ισοδυναμεί με δημόσιες σχέσεις για λογαριασμό του στρατού, αλλά οι περιορισμοί της δικαιολογούν την προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, που διεκδικεί την άρση της απαγόρευσης πρόσβασης. Το ακατέργαστο υλικό έπρεπε να υποβληθεί για έλεγχο ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν περιλαμβάνει ευαίσθητες πληροφορίες.  

Ο Εστρίν και οι συνάδελφοί του δημοσίευσαν τους περιορισμούς που έθεσε ο στρατός στους δημοσιογράφους οι οποίοι συμμετείχαν στην επίσκεψη, καθώς και τους νόμους του Ισραήλ περί λογοκρισίας και απαγόρευσης της ανεξάρτητης εισόδου στη Γάζα. 

Αν και διαπίστωσε κάποια χρησιμότητα στην παρατήρηση της καταστροφής και της ανοικοδόμησης των υποδομών για το μέλλον, επισήμανε τους περιορισμούς. «Δεν μπορούσαμε να συναντήσουμε Παλαιστίνιους. Μείναμε μόνο στην ισραηλινή πλευρά της κίτρινης γραμμής». 

Εκπρόσωπος των IDF αρνήθηκε να απαντήσει στην ερώτηση της CPJ, μέσω εφαρμογής μηνυμάτων, σχετικά με το πόσους διεθνείς δημοσιογράφους έχουν συνοδεύσει στη Γάζα από την έναρξη του πολέμου ή να σχολιάσει τους ισχυρισμούς των δημοσιογράφων ότι οι συνεντεύξεις περιορίστηκαν σε μέλη των IDF.  

Δύο χρόνια επανειλημμένων προειδοποιήσεων και αγώνων της CPJ για την άρση της απαγόρευσης 

Η CPJ έχει επανειλημμένα καλέσει το Ισραήλ να άρει την απαγόρευση πρόσβασης στα μέσα ενημέρωσης χωρίς συνοδεία, τονίζοντας ότι οι επισκέψεις με συνοδεία δεν επαρκούν και ότι η ενσωμάτωση μπορεί να συμπληρώσει –αλλά ποτέ να υποκαταστήσει– την ανεξάρτητη δημοσιογραφική κάλυψη.  

Τον Οκτώβριο του 2025, η CPJ κατέθεσε στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ ένα γραπτό υπόμνημα που υποστήριζε ένα αίτημα της FPA. Στο υπόμνημα υποστηρίζεται ότι η απαγόρευση παραβιάζει το Άρθρο 19 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, το οποίο προστατεύει το δικαίωμα αναζήτησης και μετάδοσης πληροφοριών χωρίς παρεμβάσεις. 

Η ισραηλινή κυβέρνηση έχει ζητήσει επανειλημμένες παρατάσεις για να απαντήσει στο αίτημα, με αποτέλεσμα να παρατείνεται η απουσία των διεθνών δημοσιογράφων από τη Γάζα. Η CPJ κάλεσε το δικαστήριο να εξετάσει άμεσα το σημαντικό ζήτημα δημόσιου συμφέροντος που διακυβεύεται και προειδοποίησε ότι οι συνεχιζόμενες καθυστερήσεις φέρουν τον κίνδυνο να εδραιωθεί ένα σύστημα ελεγχόμενης πρόσβασης το οποίο στερεί από το παγκόσμιο κοινό την ανεξάρτητη ενημέρωση. 

Ο μόνος τρόπος με τον οποίο ο διεθνής Τύπος μπόρεσε να εισέλθει ήταν μέσω σπάνιων στρατιωτικών συνοδειών που διαρκούσαν λίγες ώρες, σε δρομολόγια που σχεδίαζε ο στρατός. Αν και ο στρατός παρουσιάζει αυτές τις επισκέψεις ως απόδειξη πρόσβασης, οι δημοσιογράφοι δήλωσαν στην CPJ ότι αυτές οι περιηγήσεις περιορίζονται σε προεπιλεγμένες περιοχές, δεν περιλαμβάνουν επαφές με πολίτες και αποκλείουν την ανεξάρτητη παρατήρηση.  

Οι εμπειρίες αυτές απηχούν τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις της CPJ: οι αποστολές με περιορισμούς δεν ικανοποιούν τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα για την ελευθερία του Τύπου. Παρέχουν πληροφορίες που επεξεργάζεται ο στρατός και όχι τη δυνατότητα συλλογής ειδήσεων. Οι δημοσιογράφοι δεν μπορούν να επαληθεύσουν ισχυρισμούς, να καταγράψουν τις συνθήκες που βιώνει ο άμαχος πληθυσμός ή να πραγματοποιήσουν ανεξάρτητες συνεντεύξεις, με αποτέλεσμα η κάλυψη να βασίζεται σε σκηνοθετημένες αφηγήσεις. 

Με τους ξένους δημοσιογράφους αποκομμένους από τη Γάζα, οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι επωμίζονται το βάρος της κάλυψης της πρώτης γραμμής υπό δύσκολες και απειλητικές για τη ζωή τους συνθήκες. Περισσότεροι από 200 Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης έχουν σκοτωθεί στη Γάζα από την έναρξη του πολέμου.  

Η Χολόντ Μασάλα (Kholod Massalha) είναι σύμβουλος της CPJ για το Ισραήλ και τα κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη και ερευνήτρια με πολυετή εμπειρία σε θέματα ελευθερίας του Τύπου και ελευθερίας της έκφρασης.