Την τελευταία δεκαετία, η Ελλάδα, από πρωτοπόρα χώρα στα ανοικτά δεδομένα, κατέληξε στην κατώτερη βαθμίδα της Ευρώπης, εμποδίζοντας τόσο την οικονομική ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα όσο και την άσκηση ελέγχου των εξουσιών, τη διαφάνεια και τη λογοδοσία. Πώς φτάσαμε από την καινοτόμα Διαύγεια, στο «κλείσιμο» δεδομένων, όπως της λίστας μεγαλοοφειλετών του δημοσίου, αλλά και στην άρνηση δημοσίευσης ουσιωδών επιδημιολογικών δεδομένων κατά τη διάρκεια της πανδημίας;
Κάθε Δεκέμβριο η Διαύγεια έχει γενέθλια. Το 2022, ένα από τα πρώτα και ίσως το εμβληματικότερο έργο της διακυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου έκλεισε 12 χρόνια και αποτέλεσε άλμα για τη χώρα στο πεδίο της διάθεσης ανοικτών δεδομένων. Η πρωτοπορία της Διαύγειας, ειδικά για την ελληνική πραγματικότητα, ήταν πως για πρώτη φορά δημιουργήθηκε μια διαδικτυακή πλατφόρμα όπου έπρεπε να αναρτώνται όλες οι πράξεις της Δημόσιας Διοίκησης σε μηχαναγνώσιμη μορφή (σ.σ. σε μορφή που επιτρέπει την άμεση ανάγνωση και επεξεργασία τους από υπολογιστές) – προκειμένου να θεωρούνται έγκυρες και εκτελεστές. Ο Αριθμός Διαδικτυακής Ανάρτησης, γνωστός ευρέως ως ΑΔΑ έγινε αναγκαία προϋπόθεση για για αναθέσεις δημοσίων έργων, προμήθειες και ένα σωρό άλλες πράξεις της Διοίκησης. «Αυτό ήταν η καινοτομία που οδήγησε τη Διαύγεια σε επιτυχία και έστρεψε αναγκαστικά τη δημόσια διοίκηση στο να εκπαιδευτεί. Το 2010 και το 2011, έγιναν μαζικές εκπαιδεύσεις σε όλους τους φορείς που ήταν υπόχρεοι να αναρτούν τις πράξεις τους στη Διαύγεια», αναφέρει στο iMΕdD ο Αλέξανδρος Μελίδης, Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού Ανοικτών Τεχνολογιών, πιο γνωστού με τα αρχικά ΕΕΛΛΑΚ, που από ιδρύσεώς του το 2008 με μετόχους Πανεπιστήμια, Ερευνητικά Κέντρα και κοινωφελείς φορείς, συμβάλει και προωθεί την ανοικτότητα.
«Η στιγμή που τελικά αποδείχθηκε ότι άλλαξε τη ζωή μου και την καριέρα μου ήταν η Διαύγεια. Όταν διάβασα την αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου περί δημόσιου και ιδιωτικού συμφέροντος με συγκλόνισε», αναφέρει ο Μιχάλης Βαφόπουλος, αναγνωρισµένος ερευνητής και συγγραφέας στον τομέα της επιστήµης των δεδοµένων και του ∆ιαδικτύου, ο οποίος το 2010 ξεκίνησε την πρωτοβουλία PublicSpending που διασυνδέει και αναλύει τις δηµόσιες δαπάνες στην Ελλάδα και διεθνώς, με βάση τα δεδομένα που ήταν διαθέσιμα μέσω Διαύγειας. Σήµερα, ο ίδιος είναι υπεύθυνος του Open Data Institute και του MyData Hub του Οργανισµού Ανοιχτών Τεχνολογιών για την Ελλάδα και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κτηματολογίου. Το 2018 ίδρυσε τη βραβευµένη εταιρεία Linked Business, η οποία ασχολείται µε την έξυπνη επιχειρηµατική πληροφόρηση και εδρεύει στο Τεχνολογικό Πάρκο του «∆ηµόκριτου».
Η προσπάθεια έμεινε στη μέση
Από το 2010 έως σήμερα, αν και έχει ψηφιστεί σχετική νομοθεσία το 2014 και το 2020 (και οι δύο νόμοι αποτελούν ενσωμάτωση ευρωπαϊκών οδηγιών), λίγα είναι τα ουσιαστικά βήματα που έχουν γίνει στην Ελλάδα προς την κατεύθυνση της δημόσιας διάθεσης επικαιροποιημένων και μηχαναγνώσιμων δεδομένων του Κράτους. «Είναι ένα θέμα η μεταφορά μιας ευρωπαϊκής οδηγίας και άλλο θέμα πώς αυτή εφαρμόζεται στην πράξη», σχολιάζει ο Αλέξανδρος Μελίδης. «Ο λόγος που σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται πολύ πίσω στο θέμα των ανοικτών δεδομένων είναι δεν βρέθηκε κάποιος νομικά ευφυής τρόπος κατά αντιστοιχία με τη Διαύγεια ώστε να υπάρχει κάποια κύρωση προς τους φορείς της δημόσιας διοίκησης οι οποίοι δεν κάνουν την κατάλληλη προετοιμασία για να ανέβουν τα σύνολα δεδομένων τους σε ανοικτή μηχαναγνώσιμη μορφή και ειδικά αυτά που έχουν υψηλή αξία», συμπληρώνει. Η οδηγία για τα ανοικτά δεδομένα ορίζει επί του παρόντος έξι κατηγορίες συνόλων δεδομένων υψηλής αξίας:
- γεωχωρικά
- γεωσκόπησης και περιβάλλοντος
- μετεωρολογικά
- στατιστικά στοιχεία
- δεδομένα ιδιοκτησίας εταιρειών
- δεδομένα κινητικότητας
Η απάντηση του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης
Από το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης (ΥΨΔ), αναφέρουν ότι στις 20 Ιανουαρίου 2023 δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο Κανονισμός για τα δεδομένα υψηλής αξίας. Ειδικότερα, ο Κανονισμός αφορά στην κατάρτιση καταλόγου συγκεκριμένων συνόλων δεδομένων υψηλής αξίας και τον καθορισμό των ρυθμίσεων για τη δημοσίευση και την περαιτέρω χρήση τους. Εφόσον πρόκειται για κανονισμό δεν χρειάζεται ενσωμάτωση με νόμο στο εθνικό μας δίκαιο-πρόκειται για άμεση υποχρέωση συμμόρφωσης. Σχετικά με τον Κανονισμό, εξετάζεται από πλευράς ΥΨΔ να προβεί στην έκδοση ερμηνευτικής/διευκρινιστικής εγκυκλίου προς τους εμπλεκόμενους φορείς.
«Σχετικά με το αν υπάρχουν σκέψεις στο Υπουργείο ώστε να γίνει υποχρεωτική η ανάρτηση και η ανανέωση των δεδομένων απ’ όλους τους δημόσιους φορείς, η απάντηση είναι καταφατική. Εξετάζεται το νομικό και ρυθμιστικό πλαίσιο έτσι ώστε να μπορεί να υποστηριχθεί κάτι τέτοιο σε ουσιαστικό επίπεδο με απτά αποτελέσματα», απαντά σχετικά το ΥΨΔ απαντώντας σε σχετική ερώτηση χωρίς ωστόσο να θέσει κάποιο συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.
«Η υιοθέτηση του Ν4305/2014 για την ανοικτή διάθεση και περαιτέρω χρήση εγγράφων, πληροφοριών και δεδομένων του δημόσιου τομέα έχει φέρει μέχρι στιγμής φτωχά αποτελέσματα στη χώρα μας λόγω περιορισμένης ανταπόκρισης των δημόσιων οργανισμών και έλλειψης σαφούς στρατηγικής από την πλευρά της πολιτείας», έγραφε τον Οκτώβριο του 2018 ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) σε έκθεσή του και συνέχιζε: «Η φιλόδοξη προσπάθεια που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας με τη «Διαύγεια» έμεινε στη μέση και φαίνεται να έχει εγκαταλειφθεί. Κι όμως, τα ανοικτά δημόσια δεδομένα, ως υποσύνολο των μεγάλων δεδομένων (big data), αποτελούν βασικό πυλώνα του ψηφιακού μετασχηματισμού κράτους και οικονομίας. Μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, σε νέες θέσεις εργασίας, στη μείωση κόστους και διοικητικών βαρών, στην εξοικονόμηση πόρων, στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών προς πολίτες και επιχειρήσεις μέσω της τυποποίησης διαδικασιών και της αξιολόγησής τους από το κοινό και εν τέλει στη διαφάνεια». Και στην λογοδοσία, προσθέτουν όσοι μιλήσαμε με τα οποία συνομιλήσαμε.
Το υπουργείο, από την πλευρά του, υποστηρίζει ότι με υπουργική απόφαση στις 30 Απριλίου 2020 (Β΄ 1709/2020) ορίστηκαν οι επιχειρησιακές και τεχνικές λεπτομέρειες για την διάθεση ανοικτών δεδομένων από κρίσιμα μητρώα της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, υλοποιώντας μετά από χρόνια το πλαίσιο που έθεσε ο νόμος 4305/2014. Καθορίστηκαν έτσι οι προδιαγραφές και οι διαδικασίες που πρέπει να ακολουθήσει κάθε φορέας ώστε να διαθέσει ελεύθερα προς επεξεργασία και αξιοποίηση τα δεδομένα που συλλέγει. Όπως προκύπτει από τις ίδιες απαντήσεις πάντως, σχεδόν τρία χρόνια μετά μένουν ακόμη πολλά να γίνουν.
«Η υπουργική απόφαση αφορά σε ανωνυμοποιημένα δημόσια δεδομένα τα οποία αναφέρονται σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, όπως για παράδειγμα αριθμός γεννήσεων, πλήθος ανέργων, στοιχεία οικονομικής δραστηριότητας ή ηλικίες οχημάτων. Η ελεύθερη και ανοικτή διάθεση των στοιχείων αυτών θα γίνεται πλέον με συγκροτημένο και τεχνικά άρτιο τρόπο και ασφαλώς με σεβασμό στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. Πιο συγκεκριμένα, θα διατεθούν ανοιχτά δεδομένα από το μητρώο πολιτών, το φορολογικό και το ασφαλιστικό μητρώο, το μητρώο αδειών κυκλοφορίας αυτοκινήτων, το πληροφοριακό σύστημα “Εργάνη”. Επιπλέον, θα ανοίξουν κυκλοφοριακά δεδομένα, δεδομένα οικονομικής δραστηριότητας, δεδομένα ακτοπλοϊκών, αεροπορικών και αστικών μετακινήσεων και θα είναι προσβάσιμα από τον κεντρικό κατάλογο δημόσιων δεδομένων, το data.gov.gr.
Συγκεκριμένα, σύνολα δεδομένων κυκλοφοριακής κίνησης, αστικών μετακινήσεων, ακτοπλοϊκών δρομολογίων έχουν «ανοίξει» και είναι ήδη προσβάσιμα από την πύλη data.gov.gr. Σύνολα δεδομένων, όπως το μητρώο πολιτών, κ.α., είναι σε στάδιο υλοποίησης, σε συνεργασία με τα αρμόδια υπουργεία, τους αρμόδιους φορείς και τους εκάστοτε αναδόχους.
Τέλος, με την υλοποίηση της νέας πλατφόρμας ανοικτών δεδομένων του δημοσίου, data.gov.gr, η οποία στηρίζεται σε σύγχρονες τεχνολογίες και υποδομές ανοικτού λογισμικού του ΥΨΔ, είναι πλέον “ανοικτά” επιπρόσθετα τουλάχιστον 20 νέα σύνολα δεδομένων, όπως για παράδειηγμα οι επικυρώσεις μετακίνησης/μετεπιβίβασης σε σταθερές συγκοινωνίες και λεωφορειακές γραμμές στον ΟΑΣΑ, δεδομένα του Κτηματολογίου, η κατανάλωση και παραγωγή ενέργειας, δεδομένα εμβολιασμού COVID-19, κ.α.
Είναι σημαντικό να τονίσουμε πως το portal είναι συνεχώς υπό βελτίωση, όπως και πολλές άλλες υπηρεσίες του gov.gr. Μπορεί να έχει λιγότερα -αριθμητικά- σύνολα δεδομένων, αλλά το νέο portal έχει πολύ πιο ποιοτικά και καλύτερα σύνολα δεδομένων. Ως ΥΨΔ προσπαθούμε συνεχώς να βρούμε την καλύτερη φόρμουλα για ψηφιακές υπηρεσίες. Επίσης, μιας και είναι συνεχώς υπό βελτίωση το portal, το γεγονός αυτό συνδέεται σε ένα βαθμό και με τις εξουσιοδοτικές διατάξεις που ακόμη δεν έχουν οδεύσει προς υπογραφή και δημοσίευση».
Δεδομένα που ήταν δημοσίως διαθέσιμα, όπως η λίστα μεγαλοοφειλετών του Δημοσίου, έπαψαν να δημοσιεύονται
Δύο σημαντικές πλατφόρμες που δημιουργήθηκαν μετά τη Διαύγεια, το Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων (για συντομία ΚΗΜΔΗΣ), όπου αναρτώνται όλες οι δημόσιες προμήθειες άνω των 2.500, ευρώ αλλά και το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ), όπου αναρτώνται ιδρυτικά έγγραφα εταιρειών, ισολογισμοί, αποφάσεις γενικών συνελεύσεων, καταστατικά κ.ά., είναι μεν δημόσια προσβάσιμες αλλά όχι ανοικτές. Το ίδιο ισχύει για την την ιστοσελίδα του Εθνικού Τυπογραφείου, που φυσικά προϋπάρχει της Διαύγειας και πρόσφατα ανανεώθηκε εμφανισιακά.
Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα, αρχικά με πρόφαση την πανδημία του κορονοϊού και εν συνεχεία χωρίς την επίκληση καμίας ουσιαστικής αιτιολογίας, ακόμη και δεδομένα που μέχρι πρότινος ήταν δημόσια, όπως για παράδειγμα η λίστα των μεγαλοοφειλετών του Δημοσίου (νομικά και φυσικά πρόσωπα με χρέος άνω των 150.000 ευρώ σε ασφαλιστικά ταμεία και εφορία) έπαψαν να δημοσιεύονται, μέχρι νεοτέρας.
«Αυτό που μας έχει τραβήξει τα τελευταία χρόνια την προσοχή, και όχι μόνο σε εμάς είναι τα πόθεν έσχες των βουλευτών. Μπορούν να τα δημοσιοποιούν σε μια μορφή η οποία να ειναι μηχαναγνώσιμη και θα έπρεπε να γίνεται, αλλά δεν το κάνουν» αναφέρει ο Δρ Άγγελος Κασκάνης Εκτελεστικός Διευθυντής της Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάδας.
Προετοιμάζεται η Νέα Διαύγεια
Το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης στις απαντήσεις του προς το iMEdD αναφέρει ότι «σχετικά με τη Διαύγεια, βρισκόμαστε στο στάδιο προετοιμασίας για τη Νέα Διαύγεια».
Για το ΚΗΜΔΗΣ λέει πως «είναι ανοικτό και προσβάσιμο σε όλους αλλά προς το παρόν δεν υποστηρίζει τεχνολογίες API (σ.σ. το API είναι ένα σύστημα επικοινωνίας λογισμικών, που τους επιτρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες και να “συνεργάζονται”). Είναι δεδομένο ότι σε επόμενη αναβάθμιση του πληροφοριακού συστήματος, αυτό θα επεκταθεί ώστε να υποστηρίζει τέτοιες λειτουργικότητες. Όσον αφορά το ΓΕΜΗ, έχει τίμημα για τα δεδομένα, με βάση ΚΥΑ, και δεν έχει εφαρμοστεί για λόγους τεχνικούς του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ενώ έχει API. […] Το Υ.Ψ.Δ συμμετέχει στο πρόγραμμα steer data που αφορά τη διαλειτουργικότητα εμπορικών μητρώων. Υπάρχει πάντα η σκέψη για το “ άνοιγμα” των δεδομένων αυτών των μητρώων, απλά χρειάζεται συνεργασία με τους εμπλεκόμενους φορείς και το σωστό πλαίσιο για την διάθεση αυτών των δεδομένων».
«Η Ελλάδα κατακρημνίζεται»
«Κάθε Δεκέμβριο», μας λέει ο Αλέξανδρος Μελίδης, «δημοσιεύεται η έκθεση ωριμότητας των ανοικτών δεδομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία καταγράφει την πρόοδο που σημείωσαν οι 35 χώρες που αξιολογούνται από τον δείκτη, δηλαδή τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ συν κάποιες χώρες που είναι υποψήφιες προς ένταξη και συμμετέχουν στην ευρωπαϊκή ζώνη ελεύθερων συναλλαγών. Η Ελλάδα κατακρημνίζεται. Είναι πολύ πίσω στα θέματα των ανοικτών δεδομένων. Οι χώρες βαθμολογούνται και ομαδοποιούνται σε τέσσερις διαφορετικές κατηγορίες: είναι οι ηγέτες (trend setters), μετά οι fast trackers, οι followers είναι η τρίτη κατηγορία και οι αρχάριοι η τέταρτη. Η Ελλάδα είναι στην τέταρτη κατηγορία μαζί με τις Λετονία, Μάλτα, Σλοβακία, Ισλανδία, Αλβανία, Βοσνία- Ερζεγοβίνη και Μαυροβούνιο, ενώ όταν το 2015 ήμαστε στους trend setters». Τον ρωτάμε γιατί το 2015 ήμασταν σε καλύτερη θέση από ό,τι σήμερα. «Γιατί είχε μόλις ενσωματωθεί η ευρωπαϊκή οδηγία, υπήρχαν καλά παραδείγματα χρήσης ανοικτών δεδομένων εκείνη την εποχή, υπήρχε ένα έργο, το yourdatastories το οποίο το είχε σχεδιάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό ο Μιχάλης Βαφόπουλος, συμμετείχε η ΕΕΛΛΑΚ και το αρμόδιο υπουργείο. Η Διαύγεια είχε ακόμη την λάμψη της, είχε βγει και η επόμενη έκδοσή της. Είχαμε και ένα πόρταλ ανοικτών δεδομένων το οποίο τηρούσε κάποια διεθνή πρότυπα».
Υπάρχει και δημόσια αξία (στο άνοιγμα των δεδομένων), για το δημόσιο συμφέρον, για τη διαφάνεια, τη λογοδοσία, για να ενημερώνονται οι πολίτες για τα πεπραγμένα μιας κυβέρνησης αλλά και η ίδια κυβέρνηση να τα χρησιμοποιεί στην ενημερωμένη λήψη αποφάσεων
Αλέξανδρος Μελίδης, Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού Ανοικτών Τεχνολογιών (ΕΕΛΛΑΚ)
Η Ελλάδα ως «αρχάρια» στον δείκτη του 2022 (από follower το 2021) ανήκει στην ομάδα των χωρών που βρίσκονται στα αρχικά στάδια του ταξιδιού τους στα ανοικτά δεδομένα, τόσο από την άποψη της ύπαρξης μιας πολιτικής ανοικτών δεδομένων όσο και από πλευράς χαρακτηριστικών στις πύλες ανοικτών δεδομένων.
Το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης κάνει τη δική του ανάγνωση
Αναλύοντας τη θέση του Open Data Maturity Rerport 2022, το ΥΨΔ θα διαπιστώσει πως η Ελλάδα είναι σε αρκετά, έως πολύ, καλή θέση στο θέμα του θεσμικού πλαισίου (βαθμολογία 250), αλλά σε αρκετά χαμηλή θέση ως προς το Strategic Awareness, Μeasuring Reuse και Creating Impact. Οι δείκτες αυτοί αναφέρονται στις συντονισμένες προσπάθειες που πρέπει να γίνονται, ώστε τα ανοικτά δεδομένα να αξιοποιούνται από κοινωνικούς φορείς, επιστήμονες αλλά και πολίτες και να είναι μετρήσιμη η εκ νέου χρήση τους. Στην πράξη, οφείλουμε όντως να δημιουργήσουμε μια κουλτούρα δημιουργίας αλλά και χρήσης ανοικτών δεδομένων και να δημιουργήσουμε περισσότερη ζήτηση για αυτά.
Ευρύτερα για τη βελτίωση του ανοίγματος και της χρήσης δημόσιων δεδομένων στην Ελλάδα, στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0, υπάρχει σχετικό έργο για την ανοικτή διακυβέρνηση και τα ανοιχτά δεδομένα. Σύντομα θα προκηρυχθεί από το Εθνικό Δίκτυο Υποδομών Τεχνολογίας και Έρευνας.
Ακόμη, αναφέρει ότι: Σύμφωνα με το δείκτη DESI 2022, η Ελλάδα στη διάσταση “Δημόσιες Ψηφιακές Υπηρεσίες”, και πιο συγκεκριμένα στην υπο-διάσταση “Ανοικτά Δεδομένα” είναι μία μονάδα πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αναλυτικότερα, ως προς την ωριμότητα των ανοικτών δεδομένων, με ποσοστό 82 %, οι επιδόσεις της Ελλάδας είναι ελαφρώς υψηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ (81 %).
Η αξία των ανοικτών δεδομένων
Σύμφωνα με τον Αλέξανδρο Μελίδη, «η Ελλάδα συμμετέχει από το 2012 στη σύμπραξη για την ανοικτή διακυβέρνηση (Open Government Partnership). Πρόκειται για μια παγκόσμια πολυμερή πρωτοβουλία κρατών και κοινωνίας των πολιτών: η ιδέα είναι ότι οι κυβερνήσεις συνεργάζονται με την κοινωνία των πολιτών ισότιμα, για να διαμορφώσουν δεσμεύσεις ανοικτής διακυβέρνησης, δηλαδή διαφάνειας, συμμετοχής και λογοδοσίας. Εκεί έχουν ληφθεί κατά καιρούς δεσμεύσεις για τα ανοικτά δεδομένα, αλλά δεν παράγουν αποτελέσματα. Έχουν ζητήσει από την Ελλάδα επανειλημμένως αρκετά πράγματα, ένα από αυτά είναι το Κράτος να δημιουργήσει, σε συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών, μια στρατηγική για τα ανοικτά δεδομένα η οποία να προτεραιοποιεί σύνολα δεδομένων που έχουν αξία και αυτά να αναρτώνται σε μια πλατφόρμα η οποία να είναι σύμφωνη με τα διεθνή πρότυπα, κάτι που δεν έχει γίνει ακόμη».
Όπως εξηγεί ο ίδιος, «η αξία και η αποτελεσματικότητα των ανοικτών δεδομένων δεν φαίνονται από το να έχεις φτιάξει μια “flashy” πύλη ανοικτών δεδομένων και να έχει κάποια σύνολα ανοικτών δεδομένων. Η αξία φαίνεται από την επαναχρησιμοποίηση που σίγουρα έχει οικονομικά οφέλη για τις εταιρείες οι οποίες χρησιμοποιούν τα δεδομένα και φτιάχνουν υπηρεσίες και καινοτομίες, αλλά υπάρχει και δημόσια αξία, για το δημόσιο συμφέρον, για τη διαφάνεια, για τη λογοδοσία, για να ενημερώνονται οι πολίτες για τα πεπραγμένα μιας κυβέρνησης αλλά και η ίδια κυβέρνηση να τα χρησιμοποιεί στην ενημερωμένη λήψη αποφάσεων».
Παραδείγματα χρήσης ανοικτών δεδομένων
Ο Διομήδης Σπινέλλης, Καθηγητής στο Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, που στο παρελθόν είχε υπηρετήσει ως Γενικός Γραμματέας Πληροφοριακών Συστημάτων στο υπουργείο Οικονομικών και, στο πλαίσιο της ερευνητικής του δραστηριότητας, σχεδιάζει και υλοποιεί λογισμικά ανοικτού κώδικα από το 1988, αναφέρει δύο τομείς όπου η χρήση ανοικτών δεδομένων θα μπορούσε να οδηγήσει σε καλύτερη χάραξη πολιτικής.
«Χαρακτηριστικό παράδειγμα, για το οποίο έχει γίνει πολλή συζήτηση, είναι τα δεδομένα επιδόσεων των σχολείων στις εξετάσεις. Θα ήταν εξαιρετικά πολύτιμα, για να μπορέσουμε να δούμε αν οι πολιτικές που υπάρχουν αποδίδουν. Άλλο παράδειγμα είναι η δικαιοσύνη. Αν ξέραμε πόσο χρόνο κάνει μια υπόθεση να τελεσιδικήσει και ποιες υποθέσεις αργούν, αυτά θα ήταν στοιχεία που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στο να δουλεύει καλύτερα η Δικαιοσύνη. Η διαφάνεια προάγει την αποτελεσματικότητα», αναφέρει.
Όταν είναι δημόσια και ανοικτά (τα δεδομένα) μπορεί η κοινωνία των πολιτών να τα χρησιμοποιήσει οπότε αυτό είναι ένα ακόμη αντίβαρο στη λειτουργία του κράτους. Ελέγχει το κράτος πιο αποτελεσματικά
Διομήδης Σπινέλλης, Καθηγητής στο Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Το επιχείρημα γιατί τα δεδομένα αυτά δεν πρέπει να είναι μόνο στα χέρια της διοίκησης αλλά και δημόσια διαθέσιμα είναι απλό. «Όταν είναι δημόσια και ανοικτά, μπορεί η κοινωνία των πολιτών να τα χρησιμοποιήσει. Οπότε, αυτό είναι ακόμη ένα αντίβαρο στη λειτουργία του Κράτους. Ελέγχει το Κράτος πιο αποτελεσματικά».
Υπάρχουν και πιο καθημερινές χρήσεις ανοικτών δεδομένων. «Υπάρχουν εφαρμογές στα κινητά τηλέφωνα, μέσω των οποίων μπορεί να δει κανείς τις θέσεις των λεωφορείων, επειδή ο ΟΑΣΑ δίνει αυτά τα δεδομένα με ανοικτό τρόπο. Αντίθετα, τα δεδομένα των ΚΤΕΛ δεν είναι διαθέσιμα, με αποτέλεσμα να είναι πάρα πολύ δύσκολο να δω πώς μπορώ να πάω κάπου, τι ανταπόκριση θα βρω, γιατί είναι διάσπαρτα σε μη μηχαναγνώσιμη μορφή», αναφέρει ο Διομήδης Σπινέλλης ο οποίος τον πρώτο καιρό της πανδημίας είχε συλλέξει 2,4GB δεδομένων τηλεματικής, που αποτέλεσαν τη βάση για το ρεπορτάζ της συναδέλφου Ελευθερίας Τσαλίκη στο inside story με τίτλο «Τα πραγματικά νούμερα για τα λεωφορεία της Αθήνας». Το 2021 ο Διομήδης Σπινέλλης, μαζί με τον Πάνο Λουρίδα, Αναπληρωτή Καθηγητή στο Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, αξιοποίησαν ανοικτό σύνολο δεδομένων από υπουργείο Μεταφορών και συνέδεσαν την κατοχή «εύκολων» πινακίδων κυκλοφορίας στην Ελλάδα [π.χ. ΧΧΧ 4000] με «επιδεικτική διαφθορά» (conspicuous corruption), δηλαδή την πρακτική σύμφωνα με την οποία μέρος της αξίας ενός συμβόλου πλούτου προκύπτει από τον υπαινιγμό ότι ο ιδιοκτήτης «είναι μέσα στα πράγματα» και βρίσκεται υπεράνω του Νόμου. Στην Ελλάδα, η αγορά «εύκολων» πινακίδων δεν προβλέπεται από τη νομοθεσία. Οι δύο ερευνητές ανέλυσαν στατιστικά ελληνικές πινακίδες κυκλοφορίας, με στόχο να ελέγξουν την υποκειμενική παρατήρηση ότι οι «εύκολες» πινακίδες, όπως αυτές με επαναλαμβανόμενους αριθμούς, εμφανίζονταν σε πολυτελή αυτοκίνητα πιο συχνά από ό,τι θα περίμενε κανείς από τη διαδικασία τυχαίας επιλογής με την οποία θα έπρεπε να εκδίδονται.
Ύποπτες δοσοληψίες για την απόκτηση «εύκολων» πινακίδων
Η ανάλυση έδειξε ότι, πράγματι, οι επιλεγμένες πινακίδες εντοπίζονται πιο συχνά σε πολυτελείς μάρκες αυτοκινήτων και με μεγαλύτερους κινητήρες από ό,τι σε άλλα μοντέλα. Αυτό το εύρημα είναι σύμφωνο με άλλα στοιχεία του υπουργείου Μεταφορών που επιβεβαιώνουν την κοινή παραδοχή ότι στην Ελλάδα υπάρχει μια αγορά, η οποία επιτρέπει σε οδηγούς να εμπλακούν σε παράνομες δοσοληψίες για την απόκτηση πινακίδων κυκλοφορίας όπως τις επιθυμούν.
Μια άλλη πολύ ενδιαφέρουσα χρήση ανοικτών δεδομένων έρχεται από το εξωτερικό. Πρόσφατη έκθεση του παραρτήματος της Διεθνούς Διαφάνειας στο Ηνωμένο Βασίλειο, με τίτλο «Συνέταιροι στο Έγκλημα» ανέλυσε τα ανοιχτά δεδομένα του βρετανικού ΓΕΜΗ (Companies House) και κατέληξε στο εξής σημαντικό εύρημα: Πάνω από 1 στους 10 Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης (Limited Liability Partnerships – LLPs) που έχουν ιδρυθεί ποτέ (το ποσοστό αναλογεί σε περισσότερες από 21.000 επιχειρήσεις), έχουν χαρακτηριστικά πανομοιότυπα με εκείνα που χρησιμοποιούνται σε σοβαρά οικονομικά εγκλήματα, όπως δωροδοκία, υπεξαίρεση δημοσίων κονδυλίων και υπεκφυγή κυρώσεων.
Απουσία πολιτικής βούλησης και συνομιλητή
Τα ανοικτά δεδομένα είναι ένας από τους λεγόμενους «επιταχυντές» για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης και, μέσω αυτής, του συνόλου της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, όπως διαβάζουμε στη Βίβλο Ψηφιακού Μετασχηματισμού 2020-2025 που έχει συντάξει το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
«Επί του παρόντος, τα δεδομένα που συγκεντρώνει η δημόσια διοίκηση δεν είναι πάντοτε εύκολα προσβάσιμα και, σε πολλές περιπτώσεις, η ποιότητά τους δεν επιτρέπει την αποτελεσματική τους χρήση. Αυτό επιβάλλεται να αλλάξει με την εισαγωγή και την υιοθέτηση, από το σύνολο των φορέων της κυβέρνησης, μιας αναπτυξιακής εθνικής στρατηγικής για τα δεδομένα, η οποία θα είναι στοιχισμένη με την Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τα δεδομένα», παραδέχεται το ίδιο το υπουργείο. «Η στρατηγική στόχευση επικεντρώνεται στην ανάπτυξη δράσεων για τη σταδιακή αξιοποίηση των δεδομένων ως θεμελιώδους υποδομής και αναπτυξιακού πόρου. Η εκκίνηση δίνεται από τα δεδομένα υψηλής αξίας (high-value data) ή αλλιώς Δεδομένα Δημόσιου Σκοπού […] Σε τεχνολογικό επίπεδο, προκρίνεται η αναβάθμιση της εθνικής πύλης ανοικτών δεδομένων και η διασύνδεσή της με την ευρωπαϊκή πύλη […]». Το έργο αποτελεί ένα από τα συνολικά πέντε που περιλαμβάνει η Βίβλος, έχει μεσοπρόθεσμο ορίζοντα και βρίσκεται σε εξέλιξη.
Πάντως, τα μέχρι τώρα δείγματα της αναβάθμισης δεν είναι και τόσο αισιόδοξα. Σε αντίθεση με κάποια χρόνια πίσω, η ανανεωμένη πύλη ανοικτών δεδομένων που έχουμε σήμερα δεν τηρεί ορισμένα διεθνή πρότυπα, αναφέρει ο Αλέξανδρος Μελίδης, αφού «για να έχεις πρόσβαση στα δεδομένα πρέπει να γραφτείς στο data portal και να πάρεις κάποιο token, για να μπορείς να κατεβάσεις τα δεδομένα».
Αν η ψηφιακή πολιτική στη χώρα έκανε ένα τεράστιο άλμα, ανοικτά δεδομένα δεν έκανε
Μιχάλης Βαφόπουλος, ερευνητής – συγγραφέας
Κατά το υπουργείο, η νέα πλατφόρμα ανοικτών δεδομένων του δημοσίου, data.gov.gr, στηρίζεται σε σύγχρονες τεχνολογίες και υποδομές ανοικτού λογισμικού. […] Η νέα έκδοση της πλατφόρμας ενσωματώνει όλες τις νέες απαραίτητες τεχνολογίες, υποδομές και τεχνικές αξιοποίησης μεγάλων δεδομένων (για παράδειγμα, υποστήριξη “data lake”, κοινών προτύπων, αυτοματοποιημένων ροών και, φυσικά, για πρώτη φορά, την υποστήριξη ενός ενιαίου API)». Ως προς την ανάγκη εγγραφής του χρήστη, το υπουργείο αναφέρει ότι «στο data.gov.gr, όπως σε πλατφόρμες που υποστηρίζουν δημόσια API (“δημόσια” ως “public”, όχι μόνο “κρατικά”), παρατηρεί κανείς πως είναι διεθνής βέλτιστη πρακτική η απόκτηση από τον χρήστη ενός “κλειδιού” (token), μοναδικoύ για κάθε χρήστη, μέσω του οποίου ο χρήστης μπορεί να επικοινωνεί με ασφαλή τρόπο με το δημόσιο API. Η απόκτηση αυτού του «κλειδιού» είναι τεχνικά απαραίτητη. Ως εκ τούτου, η εγγραφή δεν ενέχει ρόλο φίλτρου ή ελέγχου, αλλά υποστηρίζει αμιγώς μια τεχνική αναγκαιότητα: την αποστολή αυτού του μοναδικού ανά χρήστη κωδικού στον χρήστη, με ασφαλή και σωστό τρόπο».
Το παράδειγμα του κτηματολογίου
Το 2020 η Ελλάδα υιοθέτησε την ευρωπαϊκή οδηγία 2019/1024 για τα ανοικτά δεδομένα και την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα. Στο πλαίσιο της υποχρέωσης που απορρέει από το νόμο, η Κτηματολόγιο ΑΕ έφτιαξε το data.ktimatologio.gr. Ο Μιχάλης Βαφόπουλος, ως υπεύθυνος πληροφορικής στην Κτηματολόγιο ΑΕ, μας εξηγεί ότι χρειάστηκε να ξεπεράσει πρώτα τον σκόπελο του αν ο Κωδικός Αριθμός Εθνικού Κτηματολογίου (ΚΑΕΚ) είναι προσωπικό δεδομένο ή όχι. «Οι Ιρλανδοί έχουν το όνομα του ιδιοκτήτη ηλεκτρονικά. Άρα, σε ώριμες χώρες, όπου οι πολίτες τους πιστεύουν ότι το δημόσιο συμφέρον και βασικά πράγματα όπως η προστασία δημόσιας περιουσίας είναι σημαντικότερα από το ιδιωτικό [συμφέρον], τα ανοικτά δεδομένα δεν θεωρούνται καν [αντικείμενο προς] συζήτηση. Είναι αυτονόητα. Στις χώρες του Νότου, όπου το ιδιωτικό είναι στην πράξη πάνω από όλα, τα ανοικτά δεδομένα είναι ενοχλητικό πράγμα, γιατί είναι δημόσιος χώρος. Γι’ αυτό ενοχλούν τα ανοικτά δεδομένα για το κτηματολόγιο, τις δαπάνες και τα υπόλοιπα», αναφέρει.
Εκτός από το κτηματολόγιο, δικό τους πόρταλ για ανοικτά δεδομένα έχουν φτιάξει και άλλοι φορείς. Ενδεικτικά, αναφέρουμε την Περιφέρεια Αττικής που το εγκαινίασε τον Μάιο του 2022, όπως έχει κάνει εδώ και αρκετό καιρό επίσης η Τράπεζα της Ελλάδος. Στην καλύτερη, μόνο ένα μικρό υποσύνολο των διαθέσιμων δεδομένων σε αυτές τις τρεις πηγές υπάρχει και στο data.gov.gr που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να λειτουργεί ως κεντρική πύλη για τα διαθέσιμα ανοικτά δεδομένα. Στο μεταξύ, τα δεδομένα από άλλους φορείς (π.χ. το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη) έχουν να ανανεωθούν από το 2019. Ο Αλέξανδρος Μελίδης δίνει μια εξήγηση: «Δεν υπάρχει τεχνική πρόβλεψη στο data.gov.gr. Να δώσω συγκεκριμένο παράδειγμα: στην ΕΕΛΛΑΚ, αναπτύξαμε την πλατφόρμα ανοικτών δεδομένων του κτηματολογίου με βάση διεθνή πρότυπα και είχαμε αναπτύξει μια αυτοματοποιημένη λύση, ώστε να ενημερώνεται σε πραγματικό χρόνο το data.gov.gr. Δεν βγάλαμε άκρη για να γίνει αυτό και ακόμη δεν έχει γίνει. Δεν έχουμε βρει τεχνικό συνομιλητή από την πλευρά του data.gov.gr, για να μας πει αν ο κώδικας που έχουμε φτιάξει παίζει στο data.gov.gr ή αν πρέπει να κάνουμε κάποιες αλλαγές για να παίξει. Φτιάχνονται πράγματα και αφήνονται στην τύχη τους».
«Αν η ψηφιακή πολιτική στη χώρα έκανε ένα τεράστιο άλμα, ανοικτά δεδομένα δεν έκανε», λέει ο Μιχάλης Βαφόπουλος. «Υπάρχει το επιχείρημα που λέει δεν είχαμε ψηφιακό, πρώτα ψηφιακό και μετά ανοικτό, το καταλαβαίνω, είναι ένα επιχείρημα, στην πράξη δεν βρέθηκε σε όλη τη συγκυρία της πανδημίας αυτό το χαρτοφυλάκιο της ανοικτότητας σε κυβερνητικά χέρια για να το τρέξει. Γιατί ξέρω ότι καταλαβαίνουν την αξία του, απλά δεν χώρεσε στις προτεραιότητες, παρότι μέσα στην ψηφιακή βίβλο υπάρχει τέτοια ενότητα. Ελπίζω μέσα στο 2023 να τρέξει με κάποιο τρόπο αυτό το χαρτοφυλάκιο, έμεινε πολύ πίσω», συμπληρώνει.
Σχολιάζοντας τα παραπάνω, το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης απαντά ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες του «βρίσκονται σε συνεννόηση με το Ελληνικό Κτηματολόγιο, ώστε άμεσα να ενσωματωθούν τα ανοιχτά δεδομένα που αναρτώνται στη διακριτή πύλη ανοικτών δεδομένων, ενώ ανάλογες συζητήσεις γίνονται σε τεχνικό επίπεδο με την Τράπεζα της Ελλάδος.
Σε κάθε περίπτωση, η στρατηγική του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ακολουθεί τη λογική της συγκέντρωσης της απαραίτητης πληροφορίας για τον πολίτη σε ένα ψηφιακό σημείο, όπως ακριβώς έγινε και γίνεται στο gov.gr. Δηλαδή, αντί να υπάρχουν διακριτές ιστοσελίδες διαφορετικών φορέων για παροχή ψηφιακών υπηρεσιών προς τους πολίτες, το gov.gr εγκαινίασε τη νέα νοοτροπία στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση στον δημόσιο τομέα, καταλογογράφωντας και συγκεντρώνοντας όλες τις δημόσιες ψηφιακές υπηρεσίες». Κατά το υπουργείο, η ίδια δουλειά πρέπει να ενταθεί στο επίπεδο των ανοικτών δεδομένων, ώστε να μην υπάρχουν διακριτοί πόλοι παροχής ενημέρωσης και πρόσβασης στην πληροφορία.
«Θα είχε ενδιαφέρον να ερευνηθεί εάν στα προγράμματα των κοινοβουλευτικών κομμάτων υπάρχει μια ανάλογη θέση όπως στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ το οποίο αναφέρει πως τα δεδομένα τα έχει πληρώσει ο φορολογούμενος και πρέπει να είναι ανοικτά και προσβάσιμα στους πολίτες για τον δημόσιο έλεγχο και την ανάπτυξη οικοσυστήματος ψηφιακής οικονομίας», λέει ο Θεόδωρος Καρούνος, το όνομα του οποίου είναι συνυφασμένο με τη Διαύγεια και το OpenGov ως συντονιστής της ομάδας που τα ανέπτυξε και σήμερα είναι ερευνητής στο Εργαστήριο Διαχείρισης και Βέλτιστου Σχεδιασμού Δικτύων του ΕΜΠ και αντιπρόεδρος στην ΕΕΛΛΑΚ. «Το 2010 όταν υλοποιήσαμε το http://geodata.gov.gr ήμασταν η 8η χώρα στον κόσμο που είχαμε παρόμοια πλατφόρμα. Μετά όμως εγκαταλείφθηκε» σημειώνει.
Κάναμε την έρευνα που μας πρότεινε ο Θεόδωρος Καρούνος και αποδείχθηκε αρκετά σύντομη και το ερώτημα ρητορικό.
Κάποιοι άνθρωποι εντός των διαφόρων οργανισμών, για παράδειγμα εντός του ΕΟΔΥ, θεωρούν ότι τα δεδομένα είναι περιουσία τους
Θεόδωρος Λύτρας, επιδημιολόγος και επίκουρος καθηγητής Δημόσιας Υγείας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου
Στο μεταξύ σύμφωνα με τον νόμο του 2014 για την Ανοικτή διάθεση και περαιτέρω χρήση εγγράφων, πληροφοριών και δεδομένων του δημόσιου τομέα, εντός των δύο πρώτων μηνών κάθε ημερολογιακού έτους ο αρμόδιος υπουργός (τότε λεγόταν Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, πλέον ονομάζεται Ψηφιακής Διακυβέρνησης), υποβάλλει στον Πρόεδρο της Βουλής ετήσια έκθεση σχετικά με την ανοικτή διάθεση και περαιτέρω χρήση των εγγράφων, πληροφοριών και δεδομένων από τους φορείς ενώ πριν την υποβολή η έκθεση τίθεται σε δημόσια διαβούλευση για διάστημα δεκαπέντε τουλάχιστον ημερών. Τελευταία φορά που έγινε αυτό ήταν το 2018, ενώ η τελευταία έκθεση που κατατέθηκε στον ΠτΒ ήταν το 2016.
Το υπουργείο παραδέχεται ότι παρέλειψε την υποβολή τής σχετικής έκθεσης λόγω πανδημίας. «Η προτεραιότητα που δόθηκε από το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης στην αντιμετώπιση της πανδημίας και την εκστρατεία του εμβολιασμού δεν επέτρεπε όντως την υποβολή της σχετικής έκθεσης κατά τα έτη 2020 και 2021. Ωστόσο, ήδη ετοιμάζεται η σχετική έκθεση για το τρέχον έτος (2023), η οποία θα υποβληθεί εγκαίρως».
Εν μέσω πανδημίας δεν γνωρίζαμε σημαντικά επιδημιολογικά δεδομένα
Κάτι στο οποίο γίναμε όλοι μαρτυρες τον καιρό της πανδημίας του κορονοϊού ήταν ο πλημμελής τρόπος με τον οποίο γινόταν η διάθεση των δεδομένων για την ίδια την πανδημία.
«Στην Ελλάδα δεν έχουμε κουλτούρα ανοικτών δεδομένων. Ένας βασικός λόγος είναι διότι υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι και εντός των διαφόρων οργανισμών, για παράδειγμα εντός του ΕΟΔΥ και όχι μόνο, οι οποίοι θεωρούν ότι τα δεδομένα είναι περιουσία τους και περιμένουν την επιστήμη τους και τις εργασίες τους να τις στηρίξουν πάνω σε αυτά τα δεδομένα χωρίς να είναι ανοιχτοί σε τυχόν ιδέες άλλων οι οποίοι μπορούν να δώσουν πρόσθετη αξία σε αυτά τα δεδομένα», λέει ο επιδημιολόγος και Επίκουρος Καθηγητής Δημόσιας Υγείας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου Θεόδωρος Λύτρας, ο οποίος έχει εργαστεί στο παρελθόν και στον ΕΟΔΥ.
Ο Θεόδωρος Λύτρας κάνει μια χρήσιμη διάκριση μεταξύ των αθροιστικών επιδημιολογικών δεδομένων και των πρωτογενών δεδομένων που συλλέγονται και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ερευνητικούς σκοπούς. «Eμείς πάσχαμε και στα δύο. Σε ό,τι αφορά τα πρωτογενή δεδομένα, υπήρχε μια διαδικασία στον ΕΟΔΥ, σύμφωνα με την οποία μπορούσε κανείς να κάνει αίτηση σε μια επιτροπή του Οργανισμού. Δοκίμασα και εγώ αυτόν τον δρόμο και απλά μου αρνήθηκαν με γραφειοκρατικού χαρακτήρα δικαιολογίες», λέει ο ίδιος.
Στο άλλο κομμάτι, των αθροιστικών πληροφοριών της πανδημίας, ένα μεγάλο πρόβλημα ήταν ότι παρέχονταν κάποιες από αυτές τις μορφές αλλά όχι σε μηχαναγνώσιμη μορφή, γνωρίζετε τα pdf που έβγαζε ο ΕΟΔΥ κάθε φορά και, επίσης, αυτό γινόταν αποσπασματικά. Άλλαζε κατά περιόδους το είδος και η λεπτομέρεια και η ποιότητα της πληροφορίας που παρεχόταν».
Ο ίδιος έχει εκφράσει τη θέση του υπέρ της ανοικτότητας. «Όσο ήμουν στον ΕΟΔΥ, τα προηγούμενα χρόνια, είχα την ευκαιρία να μιλήσω υπέρ της ανοικτότητας των δεδομένων και ένας συχνός αντίλογος που προβαλλόταν ήταν ότι, αν βγουν ελεύθερα διαθέσιμα, μπορεί μετά ο καθένας να απομονώσει κάτι και να βγάλει εσφαλμένα συμπεράσματα. Αντίλογος σε αυτό είναι ότι αυτό μπορεί να γίνει ούτως ή άλλως και, αντιθέτως, όταν δίνεις τα πάντα ελεύθερα, για καθέναν που θα πει μια χαζομάρα, αναλύοντας αποσπασματικά, θα υπάρξουν πέντε-δέκα άλλοι, οι οποίοι θα αναλύσουν αυτά που δίνεις με τον σωστό τρόπο και θα βάλουν τα πράγματα στη θέση τους. Οπότε, η ανοικτότητα, παρότι κάποιοι νομίζουν -εσφαλμένα κατά τη γνώμη μου- ότι προκαλεί παρερμηνείες, στην πραγματικότητα ισχύει το αντίθετο. Η πλήρης ανοικτότητα είναι αυτή που προφυλάσσει από παρερμηνείες μέσω της σοφίας του κόσμου. Σε κάθε περίπτωση, τα οφέλη είναι περισσότερα από τους κινδύνους».