Crisis Reporting Resource

«Η αδερφή μου ρωτά κάθε μέρα, αν είμαι καλά» – Οι διώξεις δημοσιογράφων στην Τουρκία 

Οι δημοσιογράφοι στοχοποιήθηκαν από την πρώτη στιγμή της κρίσης, η οποία πυροδοτήθηκε με τη σύλληψη του Εκρέμ Ιμάμογλου, και οι Αρχές περιόρισαν την πρόσβαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ποια θα είναι η επόμενη μέρα στην Τουρκία; 

«Κάθε πρωί μού τηλεφωνεί η αδερφή μου. Είσαι καλά; Είσαι στο σπίτι;» H Banu Tuna, γενική γραμματέας της Ένωσης Δημοσιογράφων Τουρκίας (TGS) μιλά με σταθερή φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής. 

«Το τελευταίο 24ωρο συνελήφθησαν εννέα δημοσιογράφοι. Μόλις μάθαμε ότι οι δύο από αυτούς προσήχθησαν στο δικαστήριο με κατηγορίες του Νόμου για τις συναθροίσεις και τις διαδηλώσεις – προφανώς όλοι θα κατηγορηθούν για το ίδιο. Ένας δημοσιογράφος στη Σμύρνη, όμως, συνελήφθη από την αντιτρομοκρατική υπηρεσία, επομένως δεν ξέρουμε τι ισχυρισμοί υπάρχουν εκεί». 

«Οι περισσότεροι προσήχθησαν μετά από επιδρομές στα σπίτια τους νωρίς το πρωί, δηλαδή στις 6. Μόνο ένας τέθηκε υπό κράτηση στο πεδίο χθες τη νύχτα και αυτός τραβούσε φωτογραφίες. Ξέρετε, είναι η εικόνα». 

Συμπληρώνοντας περίπου ένα τέταρτο του αιώνα στο τιμόνι της χώρας, ο Ταγίπ Ερντογάν έχει σε πολλές περιπτώσεις στοχοποιήσει Μέσα και δημοσιογράφους. Από τη στιγμή που έγινε γνωστή η σύλληψη του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, οι δημοσιογράφοι και οι φωτορεπόρτερ βρέθηκαν ξανά στο στόχαστρο.  

Μεταξύ των συλληφθέντων είναι ο φωτορεπόρτερ-ανταποκριτής του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων (AFP) στην Τουρκία, Yasin Akgül, ο οποίος κρατείται με την κατηγορία ότι συμμετείχε σε παράνομη συγκέντρωση στην Κωνσταντινούπολη. Συνελήφθη ξημερώματα της Δευτέρας 23 Μαρτίου στο σπίτι του, μπροστά στη σύζυγο και τα παιδιά του.  

«Ο Yasin Akgül δεν ήταν μέρος της διαμαρτυρίας […] Είχε τραβήξει ακριβώς 187 φωτογραφίες από την έναρξη των διαδηλώσεων, που κάθε μία μαρτυρά ότι εργάζεται ως δημοσιογράφος», έγραψε ο επικεφαλής του AFP, Fabrice Fries, σε επιστολή προς την τουρκική προεδρία, με την οποία ζητά την απελευθέρωση του φωτορεπόρτερ. 

«Πριν από δύο μέρες, τρεις δημοσιογράφοι στον δρόμο χτυπήθηκαν εσκεμμένα από την αστυνομία. Γνώριζαν πως ήταν δημοσιογράφοι, όμως χτυπήθηκαν σοβαρά. Ένας από αυτός, που δουλεύει για το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων, το Anadolu, κατέληξε με σπασμένη μύτη. Προσπαθούν να σταματήσουν τους δημοσιογράφους από το να κάνουν τη δουλειά τους», λέει στο iMEdD η Banu Tuna, της Ένωσης Δημοσιογράφων Τουρκίας (TGS).  

Διαδηλωτές προσπαθούν να κατευθυνθούν προς την πλατεία Ταξίμ κατά τη διάρκεια διαμαρτυρίας για τη σύλληψη του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου / 24 Μαρτίου 2025. EPA/ERDEM SAHIN

H γενική γραμματέας του TGS είπε στο iMEdD ότι στις τουρκικές φυλακές κρατούνται σήμερα 19 δημοσιογράφοι ως τρομοκράτες, παραγωγοί ψεύτικων ειδήσεων και υποκινητές βίας. Άγνωστος αριθμός δημοσιογράφων έχει αναγκαστεί τα τελευταία χρόνια να εγκαταλείψει τη χώρα. Στον παγκόσμιο δείκτη των RSF για την ελευθερία του Τύπου, η Τουρκία βρίσκεται στη θέση 158/180. Στην τελευταία έκθεση σημειώνεται ότι το 90% των ΜΜΕ ελέγχεται από την κυβέρνηση. 

Εκτός από τις διώξεις, υπάρχει και ο οικονομικός στραγγαλισμός των φωνών που ασκούν κριτική στον Ερντογάν. Η κρατική διαφήμιση διανέμεται εν πολλοίς με αδιαφανή κριτήρια από την Υπηρεσία Διαφημίσεων στον Τύπο (BIK), ενώ το Ανώτατο Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο (RTÜK) επιβάλει εξοντωτικά πρόστιμα σε όσους μιλούν ανοιχτά κατά της κυβέρνησης. Εργαζόμενοι στον Τύπο έχουν χάσει τη δουλειά τους και Μέσα ενημέρωσης έχουν αναγκαστεί να κλείσουν. 

Σε αυτό το «μαύρο» τοπίο, η Banu Tuna του TGS καταφέρνει να δει μια αχτίδα αισιοδοξίας στους ανθρώπους που διαδηλώνουν μαζικά στην Κωνσταντινούπολη και άλλες μεγάλες πόλεις. «Φυσικά, δέχονται δακρυγόνα και ξυλοκοπούνται από τις αρχές επιβολής του νόμου», λέει. «Αλλά τουλάχιστον οι άνθρωποι διαμαρτύρονται για αυτήν την κατάσταση. Δεν σιωπούν πια». 

Κυνήγι μαγισσών στα social media 

Παράλληλα με τη σύλληψη του Εκρέμ Ιμμάμογλου και τις μαζικές διαδηλώσεις, στις 19 Μαρτίου ξεκίνησαν και οι σταδιακοί περιορισμοί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην Τουρκία. Τα δύο πρώτα 24ωρα, το Netblocks, παρατηρητήριο για το διαδίκτυο με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, κατέγραψε περιορισμένη πρόσβαση στο X, το Youtube, το Instagram και το TikTok. 

Στην περιοχή του δημαρχείου της Κωνσταντινούπολης, όπου συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο μέρος των ανθρώπων που διαδηλώνουν, τη μεγαλύτερη διάρκεια της ημέρας δεν υπάρχει πρόσβαση στο διαδίκτυο. Πολίτες και δημοσιογράφοι που καλύπτουν τα γεγονότα χρησιμοποιούν αναγκαστικά υπηρεσίες VPN. 

Σύμφωνα με το Politico, το X έχει αναστείλει λογαριασμούς που ανήκουν σε στελέχη της αντιπολίτευσης, φοιτητές και ακτιβιστές. Η τουρκική νομοθεσία, όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα, επιτρέπει τέτοιες ενέργειες, εάν τις ζητήσει η κυβέρνηση, καθώς Νόμος του 2022 για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δίνει στις αρχές τεράστια και ασαφή εξουσία πάνω στο περιεχόμενο που αναρτάται στις πλατφόρμες. 

Ο Υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας Ali Yerlikaya έγραψε στην ίδια πλατφόρμα ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες έχουν εντοπίσει 261 διαχειριστές λογαριασμών σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης – οι 62 εξ αυτών στο εξωτερικό – που θεωρούνται ύποπτοι για υποκίνηση σε μίσος και διάπραξη αδικημάτων. Σε επιχείρηση της Δίωξης Ηλεκτρονικών Εγκλήματος συνελήφθησαν 37 ύποπτοι για τον ίδιο λόγο. 

«Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: Το να μιλάς ανοιχτά στο διαδίκτυο επιφέρει πραγματικούς κινδύνους», λέει στο iMEdD η Ozge Mumcu, μέλος του διοικητικού συμβουλίου και συντονίστρια του Ιδρύματος Ερευνητικής Δημοσιογραφίας “Ugur Mumcu” με έδρα την Άγκυρα. «Σε πολιτικά φορτισμένες στιγμές – ιδιαίτερα όταν κρατείται ένα σημαίνον στέλεχος της αντιπολίτευσης, όπως ο μητροπολιτικός δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Ιμάμογλου – ο έλεγχος της πληροφορίας γίνεται πολιτικό εργαλείο», σημειώνει η ίδια. 

Αυτό συμβαίνει «για να συγκρατηθεί η δημόσια οργή και να κατασταλεί η συλλογή αντίδραση. Έχουμε δει αυτό το μοτίβο στο παρελθόν: περιορίστε την πρόσβαση, διαχειριστείτε το αφήγημα και προσπαθήστε να στρέψετε αλλού την προσοχή του κοινού», εξηγεί η Mumcu. «Όταν η πρόσβαση (σσ. στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης) είναι αποκλεισμένη, δεν είναι απλώς μια τεχνική ταλαιπωρία. Είναι μία διατάραξη του δημοκρατικού ζωτικού χώρου». 

Επίδειξη πυγμής 

Πού θα μπορούσε, όμως, να οδηγήσει μια τέτοια επίδειξη πυγμής από τον Ερντογάν; «Η σπασμωδική κίνηση της κυβέρνησης να περιορίσει την αξιωματική αντιπολίτευση είναι ασυνήθιστα δυναμική έως υπερβολική στα όρια των θεσμικών πλαισίων. Δύναται να προκαλέσει παρατεταμένη περίοδο αστάθειας στην Τουρκία κι ενδεχομένως τον de facto περιορισμό της επιρροής της αντιπολίτευσης στα πολιτικά πράγματα της χώρας», λέει στο iMEdD ο Δρ. Ευάγγελος Βενέτης, Ειδικός σε θέματα Ισλάμ και Μέσης Ανατολής.  

«Στον αντίποδα, το πολιτικό κόστος που καλείται να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση είναι τεράστιο βραχυπρόθεσμα, αλλά διαχειρίσιμο. Ο εκατέρωθεν πόλεμος φθοράς θα αναδείξει τον νικητή μεσοπρόθεσμα», σημειώνει ο ίδιος. 

Ο Δρ. Βενέτης εξηγεί ότι ο Ερντογάν επιδιώκει να θέσει εκτός πολιτικής μάχης τον Ιμάμογλου, τον μοναδικό υπολογίσιμο πολιτικό του αντίπαλο μετά τον θάνατο του Φετουλά Γκιουλέν λίγους μήνες πριν. «Η συγκυρία είναι τετραπλή», σημειώνει. 

«Πρώτον, το αυξημένο γεωπολιτικό του γόητρο στην Συρία, δεύτερον η γεωπολιτική υπεραξία της Τουρκίας για την Ευρώπη λόγω του Ουκρανικού, τρίτον η αυταρχική κι αντιδημοκρατική πολιτική του Τραμπ στις ΗΠΑ που δίνει θάρρος στον θιασώτη του να αυξήσει την επιρροή του στην Τουρκία και τέταρτον, η ενδεχόμενη παρασκηνιακή σύμπραξη Τούρκων επιχειρηματιών με τον Ιμάμογλου που αμφισβητεί τα κεκτημένα του Τούρκου Προέδρου – έτσι ερμηνεύεται ίσως η απαγόρευση εξόδου από την χώρα Τούρκων επιχειρηματιών λίγες ημέρες πριν από την σύλληψη του Ιμάμογλου». 

Σύμφωνα με τον Δρ. Βενέτη, ο Τούρκος πρόεδρος αποφάσισε να δράσει κεραυνοβόλα, γνωρίζοντας το τεράστιο πολιτικό κόστος, λόγω της σύλληψης του Ιμάμογλου. «Ζύγισε τα συν και πλην και κατέληξε ότι η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση».