Αναλυση

Ισραήλ – Ιράν: Ο παράγων πυρηνικά

Η Dr. Doreen Horschig είναι fellow στον Τομέα Πυρηνικών Ζητημάτων του Center for Strategic and International Studies (CSIS).

Μολονότι υπάρχει μόνο μία χώρα που διαθέτει πυρηνικά όπλα στη Μέση Ανατολή, το ζήτημα αυτό διαμορφώνει εδώ και καιρό την περιφερειακή δυναμική. Το Ιράκ, υπό την ηγεσία του Σαντάμ Χουσεΐν, επιδίωξε να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, ωστόσο οι εγκαταστάσεις του βομβαρδίστηκαν από το Ισραήλ το 1981 και αργότερα διαλύθηκαν, μετά τον πόλεμο του Κόλπου το 1991.

Η Συρία επιχείρησε να υλοποιήσει ένα μυστικό πυρηνικό πρόγραμμα με τη βοήθεια της Βόρειας Κορέας, αλλά το Ισραήλ κατέστρεψε τον πιθανό αντιδραστήρα της στην αεροπορική επιδρομή του 2007, γνωστή ως Επιχείρηση Οπωρώνας. Η Λιβύη εγκατέλειψε τις πυρηνικές της φιλοδοξίες το 2003, ενώ τα αραβικά κράτη, με επικεφαλής την Αίγυπτο, υποστηρίζουν εδώ και καιρό μια Μέση Ανατολή χωρίς πυρηνικά όπλα − μια προσπάθεια που συστηματικά παρεμποδίζεται από την ασάφεια του Ισραήλ σχετικά με το πυρηνικό του πρόγραμμα.

Επί του παρόντος, το Ισραήλ και το Ιράν είναι οι βασικοί «παίκτες» της περιοχής στον τομέα των πυρηνικών. Το Ισραήλ είναι ένα κράτος ήδη εξοπλισμένο με πυρηνικά όπλα, ενώ το Ιράν οδεύει ολοένα και πιο κοντά στην ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Από το 1979 οι δύο χώρες διατηρούν εχθρικές σχέσεις και οι επιπτώσεις αυτής της αντιπαλότητας αντανακλούν στην ευρύτερη περιφερειακή δυναμική για την ασφάλεια, η οποία επιδεινώθηκε από τον πρόσφατο πόλεμο στη Γάζα, την πτώση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία και τη στρατιωτική υποστήριξη του Ιράν προς τη Ρωσία.

Ο τρόπος με τον οποίο η περιοχή θα αντιδράσει στις επόμενες κινήσεις του Ιράν − είτε μέσω διπλωματικής οδού είτε με την απειλή βίας, είτε με άμεση στρατιωτική αντιπαράθεση − θα διαμορφώσει το τοπίο ασφαλείας στη Μέση Ανατολή για τα επόμενα χρόνια. Ο κίνδυνος της εξάπλωσης των πυρηνικών όπλων, της στρατιωτικής κλιμάκωσης και της μεταβολής των συμμαχιών απειλεί να αποσταθεροποιήσει μια ήδη εύθραυστη ισορροπία ισχύος.

Η πυρηνική ασάφεια του Ισραήλ

Εκτιμάται ότι το Ισραήλ διαθέτει τουλάχιστον 90 πυρηνικές κεφαλές και σχάσιμο υλικό για περίπου 200-400 πυρηνικές κεφαλές ακόμα. Ακολουθεί μια πολιτική πυρηνικής ασάφειας, χωρίς ούτε να επιβεβαιώνει ούτε να αρνείται την κατοχή πυρηνικών όπλων. Η σταθερή πολιτική του τοποθέτηση είναι ότι «το Ισραήλ δεν θα είναι η πρώτη χώρα που θα εισαγάγει πυρηνικά όπλα στη Μέση Ανατολή». Θεωρείται, επίσης, ότι το Ισραήλ διαθέτει τη λεγόμενη «πυρηνική τριάδα» − τρεις πλατφόρμες μεταφοράς των πυρηνικών του όπλων: μαχητικά F-15 και F-16, υποβρύχια κλάσης Dolphin και τη σειρά βαλλιστικών πυραύλων Jericho ενδιάμεσου έως διηπειρωτικού βεληνεκούς.

Ένα μεγάλο κομμάτι της Μέσης Ανατολής θεωρεί το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων του Ισραήλ σημαντική πηγή έντασης και ανισορροπίας. Τα αραβικά κράτη, ιδίως η Αίγυπτος, πιέζουν για μια αποπυρηνικοποιημένη ζώνη (NWFZ) εδώ και δεκαετίες, υποστηρίζοντας ότι το οπλοστάσιο του Ισραήλ τού δίνει ένα αθέμιτο στρατηγικό πλεονέκτημα, ώστε επιπλέον να πιέζει άλλες χώρες να αναπτύξουν δικές τους στρατιωτικές δυνατότητες.

Το Ιράν πρότεινε τη NWFZ το 1974, αλλά η επίτευξή της παρακωλύθηκε σημαντικά από τις περιφερειακές κρίσεις και την έλλειψη συναίνεσης σχετικά με τις λεπτομέρειες μιας τέτοιας συμφωνίας. Το Ιράν θεωρεί τα ισραηλινά πυρηνικά όπλα άμεση απειλή και δικαιολογία για τις δικές του πυρηνικές φιλοδοξίες, ενώ κράτη του Κόλπου, όπως η Σαουδική Αραβία, ανησυχούν τόσο για τα όπλα του Ισραήλ όσο και για το ενδεχόμενο ανάπτυξής τους από το Ιράν.

Η άρνηση του Ισραήλ να υπογράψει τη Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων (NPT), μια διεθνή συμφωνία που αποσκοπεί στην πρόληψη της εξάπλωσης των πυρηνικών όπλων, την προώθηση του αφοπλισμού και την προτροπή για ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας, καθώς και η πολιτική της πυρηνικής ασάφειας, τροφοδοτούν περαιτέρω τη δυσπιστία, περιπλέκοντας τις προσπάθειες για την οικοδόμηση ενός περιφερειακού πλαισίου ασφάλειας.

Πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν

Το Ιράν θεωρείται εν δυνάμει πυρηνικό κράτος, καθώς διαθέτει τη δυνατότητα για ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, χωρίς να έχει αποφασίσει ακόμη να ενεργοποιήσει το σχετικό πρόγραμμα. Το γεγονός αυτό προκαλεί αυξανόμενη ανησυχία τα τελευταία χρόνια. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, το Ιράν προχωρά σε εμπλουτισμό ουρανίου, αυξάνοντας τη συγκέντρωση του σχάσιμου ισοτόπου U-235. Το ουράνιο χαμηλού βαθμού εμπλουτισμού (LEU) χρησιμοποιείται συνήθως σε πυρηνικούς αντιδραστήρες, ενώ το ουράνιο υψηλού βαθμού εμπλουτισμού (HEU), το οποίο είναι κατάλληλο για πυρηνικά όπλα, έχει ελάχιστες εφαρμογές για μη στρατιωτική χρήση.

Το εμπλουτισμένο κατά 90% ουράνιο θεωρείται κατηγορίας όπλου. Σε έκθεση του Δεκεμβρίου του 2024, ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ) σημείωσε ότι το Ιράν παράγει περίπου 9 κιλά ουρανίου τον μήνα, εμπλουτισμένου σε ποσοστό 60%. Ο ΔΟΑΕ παρακολουθεί το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις πυρηνικές διασφαλίσεις, αλλά έχει αναφέρει παραβιάσεις. Είναι γενικά αποδεκτό ότι το Ιράν διαθέτει τώρα την υποδομή και την ειδίκευση για την ταχεία παραγωγή HEU. Ωστόσο δεν έχει ακόμη την πλήρη γνώση των σχετικών τεχνολογιών.

Παράλληλα με την πυρηνική του πρόοδο, το Ιράν διαθέτει το μεγαλύτερο και πιο πολυποίκιλο οπλοστάσιο βαλλιστικών πυραύλων στη Μέση Ανατολή. Επιπλέον, το Ιράν είναι σε θέση να αναπτύξει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, συμπεριλαμβανομένων διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων. Εάν το Ιράν προχωρήσει στην ανάπτυξη του οπλοστασίου του, είναι πιθανό να χρησιμοποιήσει τους πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς Sajjil, οι οποίοι απαιτούν λιγότερη προετοιμασία λόγω του στερεού καυσίμου τους.

Παιδιά καθισμένα σε πυραύλους μικρού βεληνεκούς, σε πλατεία της Τεχεράνης, κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων της Εβδομάδας Άμυνας, το 2021. ABEDIN TAHERKENAREH/ EPA

Το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (ΚΟΣΔ) του 2015, ή αλλιώς η πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, είχε ως στόχο τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματός του με αντάλλαγμα την ελάφρυνση των κυρώσεων. Η συμφωνία έθεσε αυστηρά όρια στον εμπλουτισμό ουρανίου από το Ιράν, μείωσε το απόθεμα πυρηνικού υλικού και επέτρεψε διεθνείς επιθεωρήσεις για να διασφαλιστεί η συμμόρφωσή του.

Ωστόσο, το ΚΟΣΔ κατέρρευσε όταν η κυβέρνηση Τραμπ απέσυρε τις ΗΠΑ το 2018, υποστηρίζοντας ότι η συμφωνία ήταν ανεπαρκής και δεν κάλυπτε το πυραυλικό πρόγραμμα ή τις περιφερειακές δραστηριότητες του Ιράν. Σε απάντηση, το Ιράν εγκατέλειψε σταδιακά τους περιορισμούς της συμφωνίας, αυξάνοντας τον εμπλουτισμό ουρανίου και οδηγώντας την περιοχή πιο κοντά σε μια πυρηνική κρίση.

Οι πυρηνικοί στόχοι του Ιράν παραμένουν ασαφείς. Ενώ παραμένει μέλος της NPT και ο ανώτατος ηγέτης Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ έχει εκδώσει φετφά που απαγορεύει την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, ορισμένοι Ιρανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν την απόκτησή τους. Μέχρι τον Αύγουστο του 2024, οι εκθέσεις των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών ανέφεραν ότι το Ιράν δεν προέβαινε στις απαραίτητες ενέργειες για την παραγωγή δοκιμαστικής πυρηνικής συσκευής. Ωστόσο, πιο πρόσφατες εκτιμήσεις δείχνουν ότι το Ιράν περνά σε μία φαινομενική θέση που θα του επιτρέψει να παράγει πυρηνικά όπλα, εάν το επιλέξει, σηματοδοτώντας μια αλλαγή στην πυρηνική του στρατηγική.

Μια λεπτή ισορροπία στην περιοχή

Το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επανειλημμένα διατυπώσει τη δέσμευσή τους να εμποδίσουν το Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν όλα τα απαραίτητα μέσα για να εξασφαλίσουν αυτό το αποτέλεσμα. Και οι δύο χώρες έχουν εφαρμόσει μια σειρά στρατηγικών, ώστε να σταματήσουν ή να καθυστερήσουν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Ενώ στο παρελθόν η Ουάσινγκτον συνεργάστηκε σε μεγάλο βαθμό με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις για την εξεύρεση διπλωματικής λύσης, η κυβέρνηση Τραμπ ξεκίνησε μια εκστρατεία «μέγιστης πίεσης», εντείνοντας τις κυρώσεις μετά την έξοδο από το ΚΟΣΔ.

Εν τω μεταξύ, το Ισραήλ έχει αναπτύξει προληπτικά μέτρα για την καταπολέμηση της διάδοσης των πυρηνικών, συμπεριλαμβανομένης της δολοφονίας σημαντικών Ιρανών πυρηνικών επιστημόνων, της δολιοφθοράς και των αεροπορικών επιδρομών σε πυρηνικές εγκαταστάσεις, και των κυβερνοεπιθέσεων σε εγκαταστάσεις φυγοκεντρητών εμπλουτισμού ουρανίου. Ειδικότερα, η κυβερνοεπίθεση Stuxnet, που αποκαλύφθηκε το 2009, κατέστρεψε πολυάριθμους φυγοκεντρητές.

Το 2021, σημειώθηκε έκρηξη στην ιρανική μονάδα εμπλουτισμού ουρανίου στο Νατάνζ, αφού το Ισραήλ προμήθευσε το Ιράν με σαμποταρισμένους φυγοκεντρητές. Τον Οκτώβριο του 2024, το Ισραήλ έπληξε το Taleghan 2, μια τοποθεσία που θεωρείται ύποπτη για την παραγωγή συστημάτων εκκίνησης πυρηνικών όπλων. Ωστόσο, καμία από αυτές τις ενέργειες δεν σταμάτησε μόνιμα τις πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν.

Ιρανοί φοιτητές σε προσευχή-διαμαρτυρία
έξω από μονάδα μετατροπής ουρανίου στην πόλη Ισφαχάν το 2011. ABEDIN TAHERKENAREH/ EPA

Η ένταση γύρω από την πυρηνική ανάπτυξη του Ιράν, οι επανειλημμένες επιθέσεις του Ισραήλ και οι εκτεταμένες κυρώσεις συμβάλλουν στην περιφερειακή αστάθεια, επιδεινώνοντας τα διλήμματα ασφαλείας, εντείνοντας τις αντιπαλότητες και υπονομεύοντας την εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών. Η πρόοδος του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν πυροδοτεί υπαρξιακούς φόβους στο Ισραήλ και στους γείτονές του, ωθώντας ορισμένες χώρες, όπως η Σαουδική Αραβία, να εξετάσουν το ενδεχόμενο να αναπτύξουν τα δικά τους προγράμματα πυρηνικών όπλων σε περίπτωση που το Ιράν αποκτήσει το δικό του.

Αυτός ο αυξημένος κίνδυνος διάδοσης των πυρηνικών μπορεί να επεκταθεί πέρα από τη Σαουδική Αραβία, οδηγώντας χώρες όπως η Αίγυπτος και η Τουρκία να επανεξετάσουν τις θέσεις τους για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων. Η απουσία ενός περιφερειακού πλαισίου ελέγχου των εξοπλισμών ή μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης, έχει καταστήσει τη Μέση Ανατολή ευάλωτη σε εσφαλμένους υπολογισμούς και κλιμάκωση, αποσταθεροποιώντας περαιτέρω μια ήδη ασταθή περιοχή που χαρακτηρίζεται από θρησκευτικές διαφορές, συγκρούσεις δι’ αντιπροσώπων και εξωτερικές επεμβάσεις.

Η τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς κατά του Ισραήλ τον Οκτώβριο του 2023 και η επακόλουθη εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα έχουν περιπλέξει τις προσπάθειες αποκλιμάκωσης των εντάσεων στην περιοχή. Το Ιράν έχει ενισχύσει τους δεσμούς του με τη Ρωσία μέσω μεταφορών στρατιωτικής τεχνολογίας, ενώ οι διαπραγματεύσεις για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ισραήλ έχουν ανασταλεί.

Η σύγκρουση Ιράν – Ισραήλ δι’ αντιπροσώπων έχει επεκταθεί στη Συρία και στον Λίβανο και το καθεστώς Άσαντ στη Συρία έχει πέσει. Καθώς οι αποτρεπτικές δυνάμεις για το Ιράν καταρρέουν, η πυρηνική αποτροπή μπορεί να γίνει πιο ελκυστική και η χώρα έχει αρχίσει να επανεξετάζει τις επιλογές της για τα πυρηνικά.

Παραμένει ασαφές το πώς θα απαντήσουν το Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη στην πρόοδο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Μια εκστρατεία μέγιστης πίεσης θα μπορούσε να ωθήσει την Τεχεράνη περισσότερο στην τροχιά της Ρωσίας και προς την κατεύθυνση των πυρηνικών όπλων, ενώ οι ευαίσθητες διπλωματικές προσπάθειες αποτροπής του Ιράν από την απόκτηση πυρηνικών όπλων είναι γεμάτες δυσκολίες δεδομένης της τρέχουσας έντασης.


Διαβάστε όλα τα άρθρα και τις αναλύσεις του ενθέτου «Τα οπλοστάσια της Μέσης Ανατολής» εδώ.

Η πρώτη έντυπη δημοσίευση του άρθρου έγινε στις 22 Φεβρουαρίου από την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο».