Το πρωτότυπο άρθρο δημοσιεύθηκε από το The Wire και αναδημοσιεύθηκε από το iMEdD κατόπιν άδειας. Η αναδημοσίευση του απαιτεί άδεια από τον εκδότη.
Ανάλογα με την πλευρά που υποστηρίζουν, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης χρησιμοποιούν έντεχνα μια γλώσσα, η οποία καταλήγει σε ρητορική μίσους και πολεμοκαπηλία.
Πώς οι αρχισυντάκτες-ειδικοί σε δεοντολογικά πρότυπα επιλέγουν σκληρές εικόνες από το Ισραήλ και τη Γάζα
Κατά την καταγραφή βίαιων συγκρούσεων, μια από τις δυσκολότερες αποφάσεις που καλούνται να πάρουν οι αρχισυντάκτες, είναι να αποφασίσουν τι θα φτάσει στα μάτια των τηλεθεατών.
Σε περιόδους πολέμου και συγκρούσεων – όταν η παραπληροφόρηση εξαπλώνεται περισσότερο – το κοινό πρέπει να ενημερώνεται με τον ακριβέστερο δυνατό τρόπο, ώστε να αποφεύγεται η ρητορική μίσους και η πολεμοκαπηλία.
Το πιο αναγκαίο είδος δημοσιογραφίας προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο στόχος είναι η ειρηνευτική δημοσιογραφία. Η ειρηνευτική δημοσιογραφία είναι μια δημοσιογραφική πρακτική που βασίζεται σε γεγονότα, η οποία αναζητά δημιουργικές λύσεις για την επίτευξη της ειρήνης και εστιάζει στη χρήση της γλώσσας. Αυτό που χρειάζεται είναι μια ειρηνική γλώσσα, αντί να αναγάγουμε τον πόλεμο με όρους αθλητικής ειδησεογραφίας, όπου οι αντιμαχόμενες πλευρές περιγράφονται ως «νικητές» και «ηττημένοι».
Είναι απαραίτητο να αποφεύγεται η παρουσίαση και η θεώρηση μιας σύγκρουσης μόνο από την οπτική γωνία των άμεσων προκλήσεων. Θα ήταν χρήσιμο να εξετάζονται τα υποκείμενα ζητήματα, όχι μόνο οι ορατές πτυχές, αλλά και οι αόρατες αιτίες που δεν βλέπει κανείς με την πρώτη. Είναι προς όφελος της δημοσιογραφίας να παρουσιάζονται οι πιθανές συνέπειες μιας σύγκρουσης και τα συναφή ζητήματα. Είναι επίσης σημαντικό να παρουσιάζονται οι πιθανότητες να καταλήξουν οι δύο πλευρές σε μια συμφωνία, αντί να επικεντρωνόμαστε στις διαφορές τους. Δεν έχουμε δει παραδείγματα μιας τέτοιας δημοσιογραφίας ούτε στον διεθνή ούτε στον τουρκικό Τύπο.
Δυτικός Τύπος
Ο παγκόσμιος Τύπος, και ιδίως ο δυτικός Τύπος, έχει υιοθετήσει μια φιλοϊσραηλινή στάση σε αυτήν τη σύγκρουση.
Αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο, συμβαίνει εδώ και πολύ καιρό. Σε μια έρευνα του 2011 από το Glasgow Media Group σχετικά με τις ειδησεογραφικές εκπομπές του BBC, καταγράφηκαν οι διαφορές στη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι δημοσιογράφοι απέναντι στους Ισραηλινούς και στους Παλαιστίνιους.
Η έρευνα διαπίστωσε ότι το BBC χρησιμοποιούσε όρους όπως «θηριωδία», «βάναυση δολοφονία», «μαζική δολοφονία», «βάναυση εν ψυχρώ δολοφονία», «λιντσάρισμα» και «σφαγή» για να περιγράψει τους θανάτους των Ισραηλινών και ότι η λέξη «τρομοκράτης» συνδεόταν συνήθως με τους Παλαιστίνιους.
Με παρόμοιο τρόπο, αυτήν τη φορά στη συνεχιζόμενη σύγκρουση, είναι αρκετά σημαντικό να σημειωθεί ότι ο δυτικός Τύπος δεν ανέφερε ότι η επίθεση στο νοσοκομείο της Γάζας, που στοίχισε τη ζωή σε 500 ανθρώπους, πραγματοποιήθηκε από το Ισραήλ.
Το γεγονός ότι οι New York Times άλλαξαν τους τίτλους τους μετά την επίθεση στο νοσοκομείο – πρώτα σε «ισραηλινή επίθεση», στη συνέχεια σε «επίθεση στο νοσοκομείο της Γάζας» και τέλος σε «έκρηξη στο νοσοκομείο της Γάζας» – καταδεικνύει τη χρήση ρητορικών σχημάτων, ή με άλλα λόγια ευφημισμών, για να υποβαθμιστεί η σοβαρότητα της βίαιης πράξης.
Ο τίτλος της Washington Post –«Φόβοι για εκατοντάδες νεκρούς σε επίθεση σε νοσοκομείο της Γάζας, αναφέρουν Παλαιστίνιοι αξιωματούχοι»– δημιουργεί την εντύπωση ότι οι Παλαιστίνιοι πέθαναν όχι ως αποτέλεσμα μιας επίθεσης, αλλά για κάποιον άλλο, άγνωστο λόγο.
Ο επίσημος λογαριασμός του BBC News/World στο Twitter (πλέον Χ) χρησιμοποίησε τις λέξεις «νεκροί» για όσους σκοτώθηκαν στη Γάζα και «σκοτωμένοι» για όσους σκοτώθηκαν στο Ισραήλ, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις με το αιτιολογικό των διπλών μέτρων και σταθμών.
Τουρκικά μέσα ενημέρωσης
Και τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης δεν στερούνται εκφράσεων που περιθωριοποιούν και σπέρνουν το μίσος. Ακολουθούν μερικές από τις φράσεις που χρησιμοποιήθηκαν από τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης: «Τοκογλύφος Εβραίος», «Ελληνικό παιχνίδι», «Έφοδος σε διεστραμμένο Έλληνα», «Στάση απέναντι στον Αρμένιο», και «Θρασύς Έλληνας μπήκε στη θέση του»
Όσον αφορά την ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση, οι εφημερίδες – τόσο με τον λόγο τους όσο και με τη στάση τους απέναντι στα εμπλεκόμενα μέρη – έχουν επιδείξει μια δημοσιογραφική προσέγγιση που απέχει πολύ από το να είναι προσανατολισμένη στη λύση. Έχουν καταφύγει στην προπαγάνδα και στην κινδυνολογία, ενώ περιγράφουν τη βία με τον πλέον λεπτομερή τρόπο.
Όταν βλέπουμε τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, γνωρίζουμε ότι είναι φιλοϊσραηλινά, λες και υποστηρίζουν μια ποδοσφαιρική ομάδα, ενώ τα αραβικά μέσα ενημέρωσης δημοσιεύουν περιεχόμενο από την παλαιστινιακή σκοπιά. Η Τουρκία, ως μουσουλμανική χώρα, επιλέγει επίσης μια φιλοπαλαιστινιακή προσέγγιση, και η επιλογή των ειδήσεων που θα μεταδοθούν και του τρόπου με τον οποίο θα μεταδοθούν καθορίζεται φυσικά από την προώθηση της «θρησκευτικής αδελφότητας».
Αυτή η σύγκρουση δημιουργεί έναν διχασμό ανάμεσα σε μουσουλμάνους και μη μουσουλμάνους. Σε μια τέτοια περίσταση, οι ειδήσεις δικαιολογούν τη βία της πλευράς που υποστηρίζουν και κατηγορούν την άλλη πλευρά, για να περάσουν το μήνυμα ότι «εμείς είμαστε οι καλοί, αυτοί είναι οι κακοί».
Στα πρωτοσέλιδα των τουρκικών μέσων ενημέρωσης παρατηρείται η χρήση συναισθηματικών λέξεων –όπως «γενοκτονία», «σφαγή», «δολοφόνος», «εξορία ή θάνατος», «διωγμός», «αίμα και καταστροφή», «κόβουμε τη ζωτική αρτηρία», «τα μουσουλμανικά λιοντάρια χτυπούν το δολοφονικό Ισραήλ»– από τις 7 Οκτωβρίου, όταν ξεκίνησε η τελευταία σύγκρουση. Μια τέτοια χρήση της γλώσσας δεν κάνει τίποτε άλλο από το να μας ρίχνει στην παγίδα του εντυπωσιασμού και της υπερβολής.
Επιπλέον, τίτλοι στον τουρκικό Τύπο, όπως «Αφαιρέστε την ιθαγένεια από τους σιωνιστές μπράβους», μπορούν να ενισχύσουν το μίσος εναντίον της εβραϊκής μειονότητας στην Τουρκία και να διαμορφώσουν ένα περιβάλλον για την υποκίνηση πράξεων βίας.
Το κοινό χαρακτηριστικό αυτών των παραδειγμάτων είναι ότι υποκινούν τη βία και τον πόλεμο και καλλιεργούν τις αντιπαλότητες. Οι ρητορικές αυτές προκαλούν φόβο στους Τούρκους πολίτες εβραϊκής καταγωγής, πλήττουν την τιμή τους και επίσης διαταράσσουν την ειρήνη.
Η δήλωση της εβραϊκής κοινότητας της Τουρκίας στον λογαριασμό της στο X (πρώην Twitter) είναι εξαιρετικά προσεγμένη και πολύ εύστοχη στο συγκεκριμένο πλαίσιο. Το Ίδρυμα του Αρχιραββίνου της Τουρκίας έγραψε στο X (Twitter) στα τουρκικά: Απορρίπτουμε και καταδικάζουμε σθεναρά τη στοχοποίηση και τη δολοφονία αθώων πολιτών υπό οποιεσδήποτε συνθήκες και όπου κι αν βρίσκονται – ιδιαίτερα νοσοκομεία, σχολεία, γηροκομεία κ.λπ.! “Πρόκειται για μια κατάσταση που εξαλείφει την πιο βασική προσδοκία των ανθρώπων – το δικαίωμα στη ζωή – σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο”. Γίνεται αποδεκτή, υπερασπίζεται, δικαιολογείται. Δεν υπάρχει ΚΑΜΙΑ πλευρά σε αυτό. Σε αυτό το πλαίσιο, υποστηρίζουμε τις προσπάθειες της Τουρκικής Δημοκρατίας, από την πρώτη μέρα να διασφαλίσει επειγόντως την ειρήνη και ευχόμαστε όλοι οι άνθρωποι να οδηγηθούν σε μια μόνιμη ειρήνη το συντομότερο δυνατό.
Υπάρχουν ορισμένα βασικά σημεία που δεν πρέπει να αγνοηθούν: το ιστορικό υπόβαθρο της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης, το γεγονός ότι η βία δεν εκδηλώνεται μονομερώς και από μόνη της, και τα κοινά ή αντικρουόμενα συμφέροντα των εμπλεκομένων μερών σε αυτήν τη σύγκρουση, πέρα από το Ισραήλ και την Παλαιστίνη.
Εδώ, το σημαντικότερο χρέος των μέσων ενημέρωσης είναι να προβάλλουν μη βίαιες λύσεις και προτάσεις απέναντι σε αυτήν τη σύγκρουση και να παρέχουν μια πλατφόρμα για συζήτηση.
Όσο λάθος είναι να εξισώνουμε τους Εβραίους με την ισραηλινή κυβέρνηση και τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου, άλλο τόσο προβληματικό είναι να εξισώνουμε τη Χαμάς με τους Παλαιστίνιους (πολίτες, γυναίκες και παιδιά).
Αν περιορίσουμε τη δημοσιογραφική κάλυψη στην επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου και να πλαισιώσουμε λεπτομερώς την πολυετή παλαιστινιακή σύγκρουση με τη χρήση «επιλεκτικών πηγών», που πόρρω απέχουν από την πραγματικότητα, μπορούμε να παρουσιάσουμε τα γεγονότα υπέρ της μίας πλευράς και κατά της άλλης. Γιατί, για παράδειγμα, δεν βλέπουμε στις ειδήσεις τους φιλειρηνικούς φορείς και των δύο πλευρών;
Πού είναι οι Εβραίοι που επικρίνουν την ισραηλινή κυβέρνηση και οι Παλαιστίνιοι και οι Άραβες που επικρίνουν τη Χαμάς; Γιατί οι αντίθετες φιλειρηνικές απόψεις είναι αόρατες στα μέσα μαζικής ενημέρωσης;
Από την άλλη πλευρά, η δημοσιογραφική δεοντολογία απαιτεί από τους δημοσιογράφους να επαληθεύουν τα ρεπορτάζ τους. Διαφορετικά, η δημοσιογραφία πέφτει στην παγίδα της προπαγάνδας και της μυθοπλασίας.
Ενώ το Ισραήλ ισχυρίστηκε ότι η επίθεση στο νοσοκομείο της Γάζας προκλήθηκε από ρουκέτα που εκτόξευσε η Χαμάς, η Χαμάς κατηγόρησε το Ισραήλ για την επίθεση. Μια ομάδα ειδικών από τον ΟΗΕ θα μπορούσε να αποκαλύψει την αλήθεια, όπως έχουν κάνει ανάλογοι ειδικοί στο παρελθόν σε παρόμοιες καταστάσεις.
Η αποσυνδεδεμένη αναφορά στην παλαιστινιακή σύγκρουση και η στέρηση των πιο βασικών δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού επί χρόνια καθιστούν αδύνατη την κατανόηση των υποκείμενων κινήτρων ή των αιτιών της σύγκρουσης.
Η δημοσιογραφική κάλυψη που αγνοεί τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην περιοχή, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα ατομικά δικαιώματα, τα πολιτικά και οικονομικά δικαιώματα κ.λπ. και χαρακτηρίζει τη μία πλευρά ως «καταπιεστή» και την άλλη πλευρά ως θύμα δεν είναι παρά απλοϊκή και κακή δημοσιογραφική κάλυψη.
Παρατηρούμε ότι τα διεθνή μέσα ενημέρωσης και τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, με την άνιση και μη ισορροπημένη οπτική τους, δεν επιδιώκουν τη δικαιοσύνη, την ισορροπία, τη συνέπεια και τη συμμετοχικότητα στα ρεπορτάζ τους. Αντ’ αυτού, δαιμονοποιούν τους λαούς.
Τόσο ο ισραηλινός όσο και ο παλαιστινιακός λαός έχουν απηυδήσει με τη βία. Η ισραηλινή κυβέρνηση και η Χαμάς που αλληλοκατηγορούνται για τρομοκρατία, σφαγές και γενοκτονία είναι τα μεγαλύτερα εμπόδια στον δρόμο προς την ειρήνη.
Οι κρατικοί φορείς διαχείρισης έχουν ένα σημαντικό καθήκον από την άποψη αυτή· δεν θα πρέπει να προκαλούν περισσότερους θανάτους πολιτών με προκλητικούς λόγους και πυροδοτώντας τον ιδεολογικό τους μηχανισμό – τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Η Yasemin Giritli İnceoğlu είναι Επισκέπτρια Καθηγήτρια Σπουδών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στο Τμήμα Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Επικοινωνίας του LSE.