Crisis Reporting Resource

Πώς το Ισραήλ συνεχίζει να λογοκρίνει τους δημοσιογράφους που καλύπτουν τον πόλεμο στη Γάζα

Κατηγορίες για λογοκρισία των μέσων ενημέρωσης εκ μέρους του Ισραήλ πήραν πρόσφατα διαστάσεις στις ΗΠΑ, όταν οι New York Times δημοσίευσαν ένα άρθρο γνώμης με τίτλο: Το Ισραηλινό Καθεστώς Λογοκρισίας Γιγαντώνεται. Και Αυτό Πρέπει να Σταματήσει.

Στο άρθρο η Jodie Ginsberg, διευθύνουσα σύμβουλος της Επιτροπής Προστασίας των Δημοσιογράφων (CPJ), έγραφε: «Το υψηλό ποσοστό θανάτων και συλλήψεων δημοσιογράφων, συμπεριλαμβανομένων πολλών στη Δυτική Όχθη· οι νόμοι που δίνουν στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να κλείνει ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία τα οποία χαρακτηρίζονται ως κίνδυνος για την ασφάλεια, τους οποίους ο πρωθυπουργός απείλησε ρητά ότι θα χρησιμοποιήσει ενάντια στο Al Jazeera· και η άρνηση του Ισραήλ να επιτρέψει σε ξένους δημοσιογράφους ανεξάρτητη πρόσβαση στη Γάζα, όλα δείχνουν ότι η ηγεσία περιορίζει σκόπιμα την ελευθερία του Τύπου. Αυτό είναι το σήμα κατατεθέν μιας δικτατορίας, όχι μιας δημοκρατίας».

Εκτός από τους περιορισμούς στην πρόσβαση των μέσων ενημέρωσης στη Γάζα, συγκεκριμένοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς αντιμετωπίζουν επιπλέον περιορισμούς. Στις αρχές Απριλίου ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Benjamin Netanyahu είχε διακηρύξει ότι θα «ενεργήσει αμέσως για να σταματήσει» τις δραστηριότητες του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού Al Jazeera, με έδρα το Κατάρ, εντός του Ισραήλ.

Το ισραηλινό κοινοβούλιο ψήφισε νομοσχέδιο που του επιτρέπει να κλείσει τα γραφεία του Al Jazeera στο Ισραήλ, να μπλοκάρει την ιστοσελίδα του και να απαγορεύσει στα τοπικά κανάλια να χρησιμοποιούν υλικό από τις ανταποκρίσεις του. Ωστόσο, η διαμεσολάβηση του Κατάρ στις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις με τη Χαμάς για την κατάπαυση του πυρός, ίσως αποτέλεσε ανάχωμα απέναντι σε βεβιασμένες κινήσεις. Το κανάλι εξακολουθεί να εκπέμπει από το Ισραήλ, αλλά η μελλοντική του πορεία είναι επισφαλής.

Στο ετήσιο Διεθνές Φεστιβάλ Δημοσιογραφίας της Περούτζια στις 17-21 Απριλίου, μία από τις πρώην ανταποκρίτριες του Al Jazeera στη Γάζα, η Youmna ElSayed, μίλησε για τους κινδύνους που ενέχει η κάλυψη του πολέμου για μια Παλαιστίνια δημοσιογράφο, συμπεριλαμβανομένης της πεποίθησής της ότι η ίδια, μαζί με άλλους, είχε στοχοποιηθεί από τον ισραηλινό στρατό. «Οι δημοσιογράφοι δέχονταν πυρά από την πρώτη ημέρα», είπε. Παρά τον ελάχιστο εξοπλισμό και την καταστροφή των γραφείων των μέσων ενημέρωσης «κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να δείξουμε στον κόσμο τι πραγματικά συνέβαινε», δήλωσε.

Η CPJ ανέφερε στις 20 Απριλίου ότι τουλάχιστον 97 δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης συγκαταλέγονται ανάμεσα στους περισσότερους από 34.000 ανθρώπους που έχουν σκοτωθεί από την έναρξη του πολέμου.

Η ElSayed μετάνιωσε που έφυγε από τη Γάζα, αλλά είπε ότι ήταν η μόνη της επιλογή για να σώσει τη ζωή των παιδιών της. Σε δήλωσή της αναφέρει: «Ολόκληρος ο κόσμος δεν θα γνώριζε τίποτα, δεν θα έβλεπε τίποτα από όσα συμβαίνουν στη Γάζα … αν δεν υπήρχαν αυτοί οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι».

Ισχυρίστηκε ότι οι διεθνείς δημοσιογράφοι είχαν εγκαταλείψει την προσπάθεια να υποχρεώσουν τον ισραηλινό στρατό να τους επιτρέψει την είσοδο στη Γάζα. «Είναι κάτι πρωτοφανές και δεν έχει συμβεί πουθενά αλλού στον κόσμο. Όμως, οι διεθνείς δημοσιογράφοι παραιτήθηκαν από αυτό το δικαίωμα».

Πρόσβαση στην Γάζα

Ωστόσο, οι δημοσιογραφικές οργανώσεις και οι ίδιοι οι ανταποκριτές πιέζουν για πρόσβαση στη Γάζα εδώ και μήνες. Εντούτοις, η ισραηλινή κυβέρνηση δεν φαίνεται να υποχωρεί.

Ο Jeremy Bowen, διεθνής συντάκτης του BBC, μιλώντας επίσης στην Περούτζια, επιβεβαίωσε ότι ήταν πραγματικά δύσκολο να καλυφθεί το θέμα, κυρίως επειδή «δεν μπορούμε να πλησιάσουμε στο ζουμί, δηλαδή σε αυτό που συμβαίνει στη Γάζα».

Από τη σκοπιά της παραγωγής, είπε ότι μερικές φορές είναι σαν να «σκαρφαλώνεις μέσα στη λάσπη προσπαθώντας να παράγεις το υλικό που είναι απαραίτητο για να φτιάξεις ένα ρεπορτάζ για τις τηλεοπτικές ειδήσεις». Πρόσθεσε ότι ήταν πολύ δύσκολο «να είσαι τηλεοπτικός ρεπόρτερ σε ένα θέμα που δεν μπορείς να δεις με τα μάτια σου».

Η ισραηλινή κυβέρνηση αναφέρει ότι ο αριθμός των διεθνών δημοσιογράφων που έχουν λάβει διαπίστευση τύπου για να εργαστούν στο Ισραήλ από τον Οκτώβριο του 2023 ανέρχεται σε 3.400. Η διαπίστευση αυτή δίνει στους δημοσιογράφους πρόσβαση στη Δυτική Όχθη, και επιτρέπει την κάλυψη της βίας των εποίκων κατά του τοπικού παλαιστινιακού πληθυσμού, αλλά όχι στη Γάζα.

Άλλωστε, όπως έγραψα τον Νοέμβριο, τα μόνα ταξίδια που επιτρέπονται στη Γάζα πραγματοποιούνται μέσω ενσωματώσεων που ελέγχονται από τις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις (IDF) (όπου ο δημοσιογράφος ταξιδεύει μαζί με τον στρατό και επομένως περιορίζεται η δυνατότητά του να δει ή να καλύψει θέματα)

Η Clarissa Ward του CNN ήταν η πρώτη ξένη δημοσιογράφος που έφτασε στη Γάζα χωρίς τον στρατό, και το έκανε αυτό συνοδεύοντας μια οχηματοπομπή ανθρωπιστικής βοήθειας υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων τον Δεκέμβριο του 2023. Κατά τη διάρκεια αυτού του δίωρου ταξιδιού στη Ράφα, όπου ζουν πλέον 2,3 εκατομμύρια κάτοικοι, η περιοχή βομβαρδίστηκε και η Ward κινηματογράφησε τις εργασίες ενός νοσοκομείου εκστρατείας, και μίλησε με γιατρούς και τραυματισμένα παιδιά.

Με την εμπειρία 20 ετών στο πολεμικό ρεπορτάζ, κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: «Όπως το Γκρόζνι, το Χαλέπι και η Μαριούπολη, έτσι και η Γάζα θα μείνει στην ιστορία ως μία από τις μεγαλύτερες φρικαλεότητες του σύγχρονου πολέμου».

Εκτός της χώρας, τα μέσα ενημέρωσης προσπαθούν συνεχώς να ελέγξουν και να επαληθεύσουν τις πληροφορίες σχετικά με τους βομβαρδισμούς από τις IDF, χρησιμοποιώντας λογισμικό γεωεντοπισμού και τεχνητή νοημοσύνη για τη σάρωση δορυφορικών εικόνων προκειμένου να εντοπίσουν κρατήρες από βόμβες και καταστροφές. Τον Δεκέμβριο αυτή η πρακτική επέτρεψε στους New York Times να διαπιστώσουν ότι «κατά τη διάρκεια των πρώτων έξι εβδομάδων του πολέμου στη Γάζα, το Ισραήλ χρησιμοποίησε συστηματικά μία από τις μεγαλύτερες και πιο καταστροφικές βόμβες του σε περιοχές που το ίδιο είχε καθορίσει ως ασφαλείς για τους αμάχους».

Κάλυψη από τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης

Εντός του Ισραήλ, τα μέσα ενημέρωσης δημοσιεύουν ως επί το πλείστον την εκδοχή των IDF για τα γεγονότα, χωρίς αμφισβήτηση. Σύμφωνα με την ισραηλινή δημοσιογράφο και ακτιβίστρια Anat Saragusti: «Οι εβραιόφωνοι Ισραηλινοί που παρακολουθούν τις τηλεοπτικές ειδήσεις δεν έρχονται σε καμία επαφή με το τι συμβαίνει στη Γάζα. Δεν βλέπουμε τις θηριωδίες, τα συντρίμμια, την καταστροφή και την ανθρωπιστική κρίση. Ο κόσμος βλέπει κάτι εντελώς διαφορετικό».

Εν τω μεταξύ, η αριστερή εφημερίδα Haaretz (που εκδίδεται στα εβραϊκά και στα αγγλικά) έχει απειληθεί με οικονομικές κυρώσεις για «σαμποτάζ του Ισραήλ εν καιρώ πολέμου» λόγω της πιο διαφοροποιημένης δημοσιογραφίας της. Όπως έγραψε τον Δεκέμβριο ο ρεπόρτερ Ido David Cohen, τα τηλεοπτικά κανάλια ειδήσεων είναι αυτά που παρουσιάζουν το πιο ακραίο παράδειγμα λογοκρισίας, καθώς «έχουν αφιερώσει τις δυνάμεις τους στην αναπτέρωση του εθνικού ηθικού, βασιζόμενα αποκλειστικά στις επίσημες δηλώσεις του στρατού και αγνοώντας πλήρως τις παλαιστινιακές απώλειες».

Στο ίδιο άρθρο, ο πολιτιστικός σχολιαστής και ακαδημαϊκός David Gurevitz υποστήριξε ότι ο αριθμός των Παλαιστινίων που έχουν σκοτωθεί παραμένει μια αφηρημένη έννοια για πολλούς Ισραηλινούς: «Το ισραηλινό κοινό δεν είναι ικανό να ανταπεξέλθει σε δύο είδη πόνου ταυτόχρονα, να δει και να ταυτιστεί με το ανθρώπινο θύμα της άλλης πλευράς ως έχει, και τα μέσα ενημέρωσης ακολουθούν στο ίδιο πνεύμα».

Το ίδιο επιχείρημα υποστηρίχθηκε αυτόν τον μήνα από τον Ισραηλινό δημοσιογράφο Yossi Klein, ο οποίος έγραψε: «Ο αριθμός που αποτελεί το μεγαλύτερο ταμπού στο Ισραήλ είναι 34.000. Δεν επιτρέπεται να συζητάς γι’ αυτόν, δεν επιτρέπεται να τον αναφέρεις, και αν κάποιος που μιλάει σε ένα πάνελ τον ξεστομίσει κατά λάθος, θα πρέπει να προσθέσει, περιφρονητικά: “σύμφωνα με παλαιστινιακές πηγές”».

Συγγραφέας;

Professor Colleen Murrell, Dublin City University