Σκέψεις διαφορετικών προσωπικοτήτων της δημοσιογράφιας για το τοπίο της ενημέρωσης το 2025 από το Nieman Journalism Lab.
Το πρωτότυπο άρθρο δημοσιεύτηκε από το Nieman Journalism Lab και αναδημοσιεύεται από το iMEdD κατόπιν άδειας. Η αναδημοσίευση απαιτεί άδεια από τον εκδότη. Διαβάστε το πρωτότυπο άρθρο εδώ.
Εφέτος πέρασα πολύ χρόνο περιστοιχισμένη από καρκινοπαθείς. Ούσα και η ίδια μία από αυτούς.
Βρισκόμουν στην αρχή της δημοσιογραφικής μου καριέρας όταν η διάγνωσή μου με καρκίνο με συντάραξε. Διανύω τη δεκαετία των είκοσι και καμία από τις παθήσεις μου δεν είναι άμεσα εμφανής, γι’ αυτό και είμαι αποφασισμένη να μοιραστώ την εμπειρία μου, τόσο διαδικτυακά όσο και δημόσια.
Ακόμα και πριν από τη διάγνωσή μου, αντιμετώπιζα μια σειρά από συμπτώματα που παρεμπόδιζαν την εργασία μου: έντονοι πονοκέφαλοι, αϋπνία, προβλήματα στον καρπό που απαιτούσαν εργοθεραπεία, προβλήματα μνήμης και άλλα. Δεν μπορούσα με τίποτα να πείσω τον εαυτό μου να πει: «Ξέρετε κάτι, βασικά πονάω πάρα πολύ. Μπορείτε να είστε επιεικής μαζί μου;»
Η δημοσιογραφία δεν είναι δουλειά του «εύκολου». Αν ήταν έτσι, δεν θα προσφέραμε άψογα έκτακτα δελτία ειδήσεων, έρευνες που αλλάζουν πολιτικές και δεν θα είχαμε ισχυρές σχέσεις με τις πηγές μας. Είναι δύσκολο να βρεις περιθώρια για αναποδιές μέσα σε αυτό το πλαίσιο.
Ωστόσο, δεν είναι καινούργιο το γεγονός ότι μια δημοσιογραφική καριέρα μπορεί να μην είναι βιώσιμη. Οι άνθρωποι εξαντλούνται. Οι απολύσεις απειλούν τον βιοπορισμό. Οι νεότεροι δημοσιογράφοι εγκαταλείπουν το επάγγελμα, αποθαρρημένοι από την έλλειψη ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, και από το δύσκολο τοπίο των μέσων ενημέρωσης. Στο διαδίκτυο, έγχρωμοι δημοσιογράφοι μιλούν για την εκδίωξή τους από τον κλάδο. Σύμφωνα με έρευνα της βάσης δεδομένων Muck Rack, περισσότεροι από τους μισούς δημοσιογράφους σκέφτηκαν να παραιτηθούν το 2024. Εγώ σκέφτηκα μέχρι και να στραφώ στο μάρκετινγκ.
Οι δημοσιογράφοι καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες για να κάνουν τη δουλειά τους. Είμαστε τέτοιοι άνθρωποι, αυτό το είδος ανθρώπων προσελκύει ο κλάδος. Και αυτό μπορεί να λειτουργήσει. Αλλά μόνο για λίγο.
Ακόμη και όταν κάποιος είναι υγιής, το να παλεύει διαρκώς να παραμένει τέλειος είναι εξαντλητικό. Άνθρωποι είμαστε. Αν προσθέσουμε σ’ αυτό θέματα ψυχικής υγείας, σωματικό πόνο, ευθύνες για τη φροντίδα άλλων ή έναν συνδυασμό των τριών, ξαφνικά ένα κόμμα [σε κάποιο κείμενο] δεν μοιάζει πια και το τέλος του κόσμου.
Όπως λέει και ένα γνωμικό, η ισορροπία είναι το κλειδί. Η δημοσιογραφική αριστεία μπορεί να συνυπάρξει με τη βελτίωση της ανοχής μας προς υπαλλήλους οι οποίοι ενδέχεται να χρειάζονται λίγη περισσότερη επιείκεια. Εδώ έγκειται η διαφορά μεταξύ ισότητας και ισονομίας: στη μία περίπτωση, επιβάλλονται καθολικά πρότυπα στο εργατικό δυναμικό με την ελπίδα ότι αυτό θα είναι αρκετό – αρκετά κλικ, αρκετές πηγές, αρκετός χρόνος και ενέργεια που δαπανάται σε ένα πρότζεκτ – και στην άλλη περίπτωση αποδεικνύεται ότι ο εργοδότης νοιάζεται για το εργατικό δυναμικό του, ικανοποιώντας τις ατομικές τους ανάγκες, όπου χρειάζεται να ικανοποιηθούν.
Οι ειδήσεις δεν πεθαίνουν, αλλά αλλάζουν. Οι περισσότερες διευκολύνσεις είναι το καλύτερο δείγμα για αυτό, είτε πρόκειται για την παροχή πολιτικών εργασίας από το σπίτι, είτε για άλλες ευέλικτες λύσεις.
Οι παραδοσιακοί μιντιακοί οργανισμοί θέλουν να πολεμήσουν αυτήν την αλλαγή. Οι οργανισμοί που θέλουν να προχωρήσουν στο μέλλον την υιοθετούν. Και αυτό επειδή στην πραγματικότητα δεν είναι απαραίτητο οι δημοσιογράφοι σας να βρίσκονται κολλημένοι [στην τωρινή τους θέση]. Μπορούν να αλλάξουν εξειδίκευση ρεπορτάζ, μέσα, κλάδο. Μπορούν να στραφούν σε ανεξάρτητες εκδοτικές πλατφόρμες όπως η Substack.
Ακριβώς όπως περνάμε από την έντυπη στην ψηφιακή δημοσιογραφία, έτσι και εμείς μπορούμε να μετατρέψουμε τη μη ανοχή μας στην «αδύναμη» – όπως την θεωρούν – συμπεριφορά σε συμπόνια και κατανόηση. Κάθε δημοσιογράφος έχει τους δικούς του πόνους και τις δικές του οδύνες. Ένα κριτήριο για την τελειότητα στην εργασία μας δεν χρειάζεται να μεταφράζεται σε κριτήριο για την τελειότητα στην εργασιακή ηθική. Η επεξεργασία σε επίπεδα υπάρχει για κάποιο λόγο. Ο καθένας μας πρέπει να βοηθάει τον άλλον, λειτουργώντας ως ένα σύστημα ελέγχων και ισορροπιών, αντί να τιμωρούμε ο ένας τον άλλον για μια «κακή μέρα». Κανείς δεν θα έπρεπε να τιμωρείται επειδή είναι άρρωστος – ακόμη και αν η ασθένειά του δεν είναι άμεσα εμφανής.
Θα μπορούσα να διατυπώσω ένα σωρό κλισέ για να ενισχύσω το επιχείρημά μου, όπως «Ποτέ δεν ξέρεις τι περνάει κάποιος» ή «Η καλοσύνη δεν κοστίζει τίποτα» – αλλά η απάντηση «Έτσι το κάνουμε εμείς» θα υπάρχει πάντα. Μου θυμίζει μια φράση που άκουσα στο πανεπιστήμιο: «Δεν υπάρχουν διευκολύνσεις στην πραγματική ζωή». Αλλά το γεγονός ότι έτσι γίνεται, δεν σημαίνει ότι είναι και σωστό. Επίσης… Υπάρχουν διευκολύνσεις στην πραγματική ζωή.
Ο Νόμος για τους Αμερικανούς με Αναπηρίες (The Americans with Disabilities Act) είναι κάτι θαυμαστό. Αν είστε δημοσιογράφος με αναπηρία, σας ενθαρρύνω να τον ψάξετε. Έχετε το δικαίωμα να απαιτήσετε εύλογες διευκολύνσεις. Ο νόμος επίσης «περιορίζει τις ερωτήσεις που μπορούν να τεθούν σχετικά με την αναπηρία ενός υποψηφίου πριν από την προσφορά εργασίας», σύμφωνα με τον σχετικό ιστότοπο. Μπορείτε να μάθετε περισσότερα σχετικά με το αν πληροίτε ή όχι τις προϋποθέσεις εδώ.
Στους εργοδότες λέω, αφιερώστε ένα λεπτό παραπάνω για να αναρωτηθείτε: τι άλλο μπορεί να συμβαίνει στη ζωή αυτού του ατόμου που να επηρεάζει την απόδοσή του και πώς μπορώ να βοηθήσω; Στους εργαζόμενους λέω: εφόσον αισθάνεστε ασφαλείς, υπερασπιστείτε τον εαυτό σας, επικοινωνήστε σαφώς τυχόν αναγκαία έξτρα έξοδα και κάντε ένα διάλειμμα όταν το χρειάζεστε.
Η διευκόλυνση των εργαζομένων είναι τόσο «in».
Η Rachel S. Hunt είναι ψηφιακή δημοσιογράφος της γενιάς Ζ.
Βρείτε μια επιλογή από τις προβλέψεις του Nieman Journalism Lab για τη δημοσιογραφία το 2025 εδώ.