Θεματα

Ο Λιβανέζος καταζητούμενος που εξαφανίστηκε από την Αθήνα 

Πώς η σύλληψη ενός Λιβανέζου στο αεροδρόμιο της Αθήνας συνδέεται με διεθνές κύκλωμα λαθρεμπορίου όπλων. Το πλέγμα εταιρειών σε Κύπρο, Τουρκία και Ιράκ, τα συμβόλαια εκατομμυρίων δολαρίων και η απόδραση από την Ελλάδα. 

Τις πρώτες εβδομάδες του 2023, ένα μικρό σκάφος έφτασε στη Ρόδο και από εκεί πέρασε πιθανότατα στη Συρία. Το σκάφος φέρεται να μετέφερε μακριά από την Ελλάδα έναν Λιβανέζο που καταζητείτο διεθνώς για λαθρεμπόριο όπλων. Ο ίδιος ισχυρίστηκε πως ήταν διαφορετικό πρόσωπο από αυτό που αναφερόταν στα έγγραφα των διωκτικών Αρχών. Λίγα 24ωρα πριν δοθεί το πράσινο φως για την έκδοσή του από την Αθήνα στις Ηνωμένες Πολιτείες, χάθηκε κάτω από τη μύτη των ελληνικών Αρχών και έκτοτε παραμένει καταζητούμενος. 

Ήταν η τελευταία σκηνή μιας ιστορίας με αρκετά κινηματογραφικά στοιχεία, όπως αποκαλύπτεται από τον δικαστικό φάκελο σε Ελλάδα και ΗΠΑ κι επίσης από μια πηγή στην Αθήνα που βρέθηκε κοντά στην υπόθεση. 

ΗΠΑ – Γουατεμάλα – Κύπρος 

Στις 15 Μαΐου 2022, ο Λιβανέζος Samer Rayya συνελήφθη στο αεροδρόμιο της Αθήνας. Το αμερικανικό κατηγορητήριο βάσει του οποίου συνελήφθη, ανέφερε ότι ο Rayya και ένας Σύρος υπήκοος ονόματι Mohamad Majd Deiry, ήταν τα κεντρικά πρόσωπα ενός διεθνούς δικτύου παράνομης εξαγωγής όπλων, από τις ΗΠΑ προς τη Μέση Ανατολή και την Αφρική. 

Στο κατηγορητήριο, που συντάχθηκε τον Νοέμβριο του 2021 από το δικαστήριο της Νότιας Φλόριντα, περιγράφονται οι κινήσεις των δύο ανδρών το διάστημα μεταξύ Απριλίου και Νοεμβρίου 2016. Πιο ειδικά, όπως σημειώνεται, οι Rayya και Deiry, μαζί με συνεργούς τους και χρησιμοποιώντας παρένθετες εταιρείες και πλαστά έγγραφα, προσπάθησαν να αγοράσουν όπλα και πυρομαχικά στις ΗΠΑ – αντιαεροπορικά βλήματα 23 χιλιοστών, εκτοξευτήρες βομβίδων και πυροβόλα όπλα − χωρίς να έχουν τις νόμιμες άδειες. 

Σκοπός τους ήταν η εξαγωγή του οπλισμού σε τρίτες χώρες, ακολουθώντας τη διαδρομή ΗΠΑ – Γουατεμάλα – Κύπρος, με τελικό προορισμό το Ιράκ και το Σουδάν. Οι Rayya και Deiry, οι οποίοι, εκτός από το λαθρεμπόριο, διώκονται στις ΗΠΑ και για ξέπλυμα χρήματος, περιγράφονται στο κατηγορητήριο ως διευθυντικά στελέχη της εταιρείας Black Shield με έδρα την πόλη Ερμπίλ, πρωτεύουσα του Ιρακινού Κουρδιστάν. Τα όπλα θα αγοράζονταν από εταιρεία στη Φλόριντα που δεν κατονομάζεται και μέσω της Black Shield θα διακινούνταν προς τους τελικούς παραλήπτες. Στα αμερικανικά έγγραφα αποτυπώνεται ένα πλέγμα συμβολαίων, συμφωνιών και εμπορικών συναλλαγών, ύψους εκατομμυρίων δολαρίων. 

«Υπογραφή, σφραγίδα και επιστροφή» 

Τον Αύγουστο του 2016, η Black Shield παρήγγειλε από την αμερικανική εταιρεία στη Φλόριντα μία παρτίδα 500.000 αντιαεροπορικών πυρομαχικών των 23 χιλιοστών, με σκοπό αυτά να πουληθούν στο Σουδάν, μια χώρα που μαστίζεται από ένοπλες συγκρούσεις εδώ και δεκαετίες. Η παράνομη, σύμφωνα με τα αμερικανικά έγγραφα, αγοραπωλησία συμφωνήθηκε στα 4 εκατομμύρια δολάρια, με προκαταβολή 100.000 δολαρίων. Οι Αμερικανοί λένε ότι η προκαταβολή στάλθηκε από τον Deiry στην εταιρεία της Φλόριντα, μέσω τράπεζας στη χώρα Μπενίν της Δυτικής Αφρικής. Δύο μήνες αργότερα, τον Οκτώβριο του 2016, ο Deiry έστειλε μέσω email στον Rayya ένα αντίγραφο συμβολαίου, μεταξύ της Black Shield και της εταιρείας στη Φλόριντα. Το συμβόλαιο αφορούσε μία νέα παραγγελία, ύψους 1,2 εκατ. δολαρίων, για 150.000 αντιαεροπορικά βλήματα των 23 χιλιοστών και τελικό παραλήπτη στο Ιράκ. «Παρακαλώ υπόγραψε, βάλε σφραγίδα και επίστρεψε», έγραψε ο Deiry στον Rayya. Ο τελευταίος, όπως σημειώνεται, επέστρεψε την ίδια ημέρα το συμβόλαιο στον Deiry, έχοντας υπογράψει ως CEO της Black Shield. 

Στο κατηγορητήριο εμφανίζεται ένας ακόμη άνδρας, υπήκοος Ισραήλ και Ουζμπεκιστάν. Συνεργάζεται με τους Deiry και Rayya, έχοντας τον ρόλο του μεσάζοντα. Λίγες μέρες μετά τη δεύτερη παραγγελία, ο Rayya φέρεται να του γράφει σε email: «Είμαστε πρόθυμοι και ενθουσιασμένοι να κλείσουμε αυτή τη συμφωνία για να προχωρήσουμε σε μεγαλύτερες. Αναζητούμε μια μακροχρόνια συνεργασία». 

Στις 15 Νοεμβρίου, ο Deiry, μέσω «κρυπτογραφημένου ηλεκτρονικού μηνύματος», φέρεται να μίλησε με τον ιδιοκτήτη της εταιρείας στη Φλόριντα, δηλαδή τον προμηθευτή των όπλων, για μία τετρασέλιδη «λίστα επιθυμιών» («wish list»). Ο δεύτερος τού απάντησε ότι «η λίστα που στείλατε δεν είναι πρόβλημα». Αναφερόταν σε βαρύ οπλισμό και δεκάδες χιλιάδες σφαίρες. Μέσω των μηνυμάτων, σύμφωνα πάντα με τα έγγραφα, συμφωνήθηκε η αποστολή να γίνει μέσω Γουατεμάλας, και όχι κατευθείαν στο Ιράκ.

Κάποια στιγμή οι Rayya και Deiry αποφάσισαν να στείλουν συνεργάτες τους στις ΗΠΑ, προκειμένου να επιθεωρήσουν τα όπλα και τα πυρομαχικά που είχαν παραγγείλει. Από τα ελληνικά δικαστικά έγγραφα, που είδε το iMEdD, προκύπτει ότι κατά τη διάρκεια ενός τέτοιου ταξιδιού, συγκεκριμένα στις 15 Νοεμβρίου 2016, δύο απεσταλμένοι «επιθεωρητές» του δικτύου συνελήφθησαν σε αμερικανικό έδαφος. 

Ελλάδα: Στις 15 Μαΐου 2022, ο Λιβανέζος Samer Rayya συλλαμβάνεται στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος». Ιράκ-Ερμπίλ: Έδρα της εταιρείας Black Shield. ΗΠΑ-Φλόριντα: Έδρα της εταιρείας από την οποία οι Deiry και Rayya θα αγόραζαν όπλα και πυρομαχικά. Σουδάν: Ο τελικός προορισμός μιας παρτίδας 500.000 αντιαεροπορικών βλημάτων, αξίας 4 εκατ. δολαρίων, εκ των οποίων καταβλήθηκε προκαταβολή 100.000 δολαρίων. Μπενίν: Έδρα της τράπεζας, μέσω της οποίας στάλθηκε η προκαταβολή 100.000 δολαρίων από τον Deiry. Γουατεμάλα: Ενδιάμεσος σταθμός ενός φορτίου όπλων και πυρομαχικών με τελικό προορισμό το Ιράκ. Λευκορωσία-Μινσκ: Έδρα της εταιρείας Kidma Tech OJSC, συνεργάτη της Black Shield. Κύπρος-Πάφος: Έδρα δύο εταιρειών, που φέρεται να λειτουργούσαν ως εταιρείες-βιτρίνα του δικτύου, και στις οποίες ο Samer Rayya εμφανίζεται ως ιδιοκτήτης. 

Για τη Μέση Ανατολή μέσω… Λουκασένκο 

Τον Απρίλιο του 2024, οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις στην Black Shield και στους Deiry και Rayya, τους οποίους χαρακτηρίζουν ως διευθυντικά στελέχη της ιρακινής εταιρείας. Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Γραφείου Ελέγχου Ξένων Περιουσιών του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών (OFAC), η Black Shield συνεργαζόταν με τη λευκορωσική εταιρεία Kidma Tech OJSC στο Μινσκ, για την προμήθεια οχημάτων στη Μέση Ανατολή και την ίδρυση εταιρειών σε τρίτες χώρες, με σκοπό τη διευκόλυνση της εμπορίας όπλων, όπως σημειώνεται. 

Η Kidma Tech OJSC μπήκε στη λίστα των αμερικανικών κυρώσεων τον Δεκέμβριο του 2021. Κατηγορήθηκε ότι παράγει και εξάγει αμυντικό εξοπλισμό, όπως και συστήματα παρακολούθησης, για λογαριασμό του καθεστώτος Λουκασένκο. Το iMEdD έστειλε στη λευκορωσική εταιρεία ερωτήσεις για τη σχέση της με την εταιρεία Black Shield. Μέχρι την ώρα της δημοσίευσης, δεν υπήρξε κάποια απάντηση. 

Το OFAC υποστηρίζει πως η Black Shield εξειδικεύεται σε αγοραπωλησίες πολλών ειδών όπλων, πυρομαχικών και στρατιωτικού εξοπλισμού − από μικρά όπλα, διόπτρες νυκτός και σιγαστήρες μέχρι τεθωρακισμένα οχήματα, ελικόπτερα και πυραύλους εδάφους-αέρος – τα οποία φέρεται να έχουν χρησιμοποιηθεί σε ένοπλες συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο. Επιπλέον, η Black Shield φέρεται να είχε σχέσεις με τον Μπασάρ αλ-Άσαντ στη Συρία, το ίδιο και με το καθεστώς στο Ιράν. 

Το δίκτυο θεωρείται πως λειτουργούσε με ενδιάμεσες εταιρείες-βιτρίνες, ανάμεσά τους δύο εταιρείες στην Κύπρο και μία στην Τουρκία, στις οποίες επίσης επιβλήθηκαν αμερικανικές κυρώσεις. Στις δύο κυπριακές εταιρείες, οι οποίες έχουν δηλωμένη την ίδια διεύθυνση στην Πάφο, ο Samer Rayya εμφανίζεται ως ιδιοκτήτης. Το OFAC δεν απάντησε σε ερωτήσεις του iMEdD σχετικά με το αν η Black Shield παραμένει ενεργή μέχρι σήμερα. 

Κάτω από τη μύτη των Αρχών 

Ο Rayya συνελήφθη στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» πριν από την επιβολή των αμερικανικών κυρώσεων. Παρέμεινε κρατούμενος στην Αθήνα για 16 μέρες και αφέθηκε ελεύθερος με χρηματική εγγύηση και τον όρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα. Το Συμβούλιο Εφετών της Αθήνας γνωμοδότησε υπέρ της έκδοσής του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η υπόθεση παραπέμφθηκε στον Άρειο Πάγο για τελική κρίση και στη δίκη που έγινε τον Φεβρουάριο του 2023, ο Λιβανέζος δεν εμφανίστηκε. 

Οι δικηγόροι που τον εκπροσώπησαν υποστήριξαν ότι από τα στοιχεία που έστειλαν οι Αμερικανοί στην Αθήνα, δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης. Ενδεχομένως να προκύπτει σύσταση συμμορίας ή προπαρασκευαστική ενέργεια για την εμπορία όπλων, όπως είπαν, τα οποία όμως είναι πλημμελήματα, επομένως θα έπρεπε να είχαν παραγραφεί. 

Ισχυρίστηκαν, επίσης, ότι η απόφαση των ελληνικών Αρχών για την έκδοση του Λιβανέζου στις ΗΠΑ ήταν «αδύναμη» και «φτωχή σε στοιχεία» και μάλιστα ότι στηρίχτηκε σε υλικό που στάλθηκε στην Αθήνα σε δεύτερο χρόνο, ενώ μέρος του υλικού δεν είχε μεταφραστεί. Τα παραπάνω, λένε οι ίδιοι, δημιουργούν υποψίες ότι όσα αναφέρονταν στο αίτημα έκδοσης ήταν προσχηματικά. 

Στο κείμενο των ισχυρισμών δεν αναφέρεται ρητά, όμως ο ίδιος ο Rayya φέρεται να ισχυρίστηκε σε προηγούμενο στάδιο της έρευνας ότι δεν επρόκειτο παρά για συνωνυμία με το πρόσωπο που εμφανίζεται στα διωκτικά έγγραφα. «Το επίθετο Rayya είναι πολύ κοινό στον Λίβανο», λέει η πλευρά του και περιγράφει τον Λιβανέζο που συνελήφθη στο αεροδρόμιο της Αθήνας ως επιτυχημένο και εύπορο επιχειρηματία, έμπορο βιολογικών προϊόντων, που επισκεπτόταν συχνά την Ελλάδα μαζί με την οικογένειά του και διατηρούσε ακίνητη περιουσία στη χώρα. 

Το αρμόδιο ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου που εξέτασε την υπόθεση, απέρριψε όλα τα παραπάνω κι έδωσε το πράσινο φως για την έκδοση στις ΗΠΑ, όμως στο μεταξύ ο Λιβανέζος είχε εξαφανιστεί από την Ελλάδα. 

Δικηγόρος που τον εκπροσώπησε στην Αθήνα ανέφερε στο iMEdD ότι πλέον δεν έχει επαφή μαζί του. 

«Ο Rayya παραμένει καταζητούμενος. Το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την έκδοση, αλλά ο Rayya διέφυγε», σημείωσε εκπρόσωπος του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης απαντώντας σε γραπτά ερωτήματα του iMEdD. 

«Θεωρείται επικίνδυνος και οπλισμένος» 

Η τύχη του Rayya παραμένει έως σήμερα άγνωστη. Στη σελίδα καταζητούμενων του FBI υπάρχει στο όνομά του αναρτημένη μία φωτογραφία και ορισμένες βασικές πληροφορίες. Φαίνεται ένας άντρας με καλοχτενισμένα μαλλιά και περιποιημένη λευκή γενειάδα. 

«Ο Rayya διατηρεί δεσμούς ή ενδεχομένως να βρίσκεται στη Συρία, τον Λίβανο, το Ιράκ, την Τουρκία, τη Ρωσία, τη Λευκορωσία, το Σουδάν και τη Λιβύη», γράφει το FBI στην αγγελία με τα στοιχεία του καταζητούμενου. Και πιο κάτω με κεφαλαία κόκκινα γράμματα: «Πρέπει να θεωρείται οπλισμένος, επικίνδυνος και ύποπτος απόδρασης». 

Διαβάστε όλα τα άρθρα και τις αναλύσεις του ενθέτου «Τα οπλοστάσια της Μέσης Ανατολής» εδώ.

Η πρώτη έντυπη δημοσίευση του άρθρου έγινε στις 22 Φεβρουαρίου από την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο».