H επαγγελματική εξουθένωση δεν είναι απλώς ένα εργασιακό ζήτημα στη δημοσιογραφία. Είναι ένα θέμα που άπτεται της ελευθερίας του Τύπου. Ειδικοί στην ψυχική υγεία των δημοσιογράφων εξηγούν τι προκαλεί αυτήν την κρίση και τι πρέπει να αλλάξει.
Μετάφραση: Ανατολή Σταυρουλοπούλου
Εικονογραφήσεις: Ευγένιος Καλοφωλιάς
Η διευκόλυνση των δημοσιογράφων είναι «in» – αλλιώς θα μείνετε εκτός

Το μέλλον της δημοσιογραφίας εξαρτάται από την εξισορρόπηση της αριστείας με τη συμπόνια και την υποστήριξη των συναδέλφων που αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας.
«Είχα φτάσει στα όριά μου και ένιωθα να καταρρέω. Έλεγα, όμως, στον εαυτό μου ότι πολύς κόσμος νιώθει έτσι, αλλά δεν τα παρατάει. Βέβαια, όταν η δουλειά σου είναι να καλύπτεις τον πόλεμο, είναι λογικό να γίνεσαι απαισιόδοξος και να βλέπεις τα πράγματα μέσα από μια πιο διαστρεβλωμένη οπτική, όταν κουράζεσαι. Η κούραση που βίωνα είχε μετατραπεί σε ένα δάσος που με εμπόδιζε να δω όσα συνέβαιναν γύρω μου».
Αυτά έγραφε ο Αμερικανός ανταποκριτής Έρνι Πάιλ (Ernie Pyle) κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Τα ίδια λόγια διάβασε ο Μπρους Σαπίρο (Bruce Shapiro), διευθυντής του Παγκόσμιου Κέντρου Δημοσιογραφίας και Τραύματος (Global Center for Journalism and Trauma), από τη σκηνή του Διεθνούς Φόρουμ Δημοσιογραφίας του iMEdD τον Σεπτέμβριο του 2025, στο πλαίσιο της ομιλίας του για την επαγγελματική εξουθένωση (burnout) στις σημερινές δημοσιογραφικές αίθουσες.
Οι σκέψεις του Πάιλ, γραμμένες πριν από οκτώ δεκαετίες, ακούγονται σήμερα σαν μια πρώιμη «ανατομία» του burnout: της ύπουλης κόπωσης που θολώνει την κρίση και μουδιάζει την ενσυναίσθηση, ακόμα και σε όσους είναι εκπαιδευμένοι να παραμένουν παρόντες στα γεγονότα.
Σήμερα οι δημοσιογράφοι εξακολουθούν να δουλεύουν στα όριά τους. Αντιμετωπίζουν αμείλικτες προθεσμίες, εργάζονται πολλές ώρες, συχνά γίνονται μάρτυρες τραυματικών γεγονότων και μερικές φορές υποφέρουν οι ίδιοι. Ταυτόχρονα, η παρενόχληση τους ακολουθεί στο διαδίκτυο και στους δρόμους, ενώ η πίεση και η λογοκρισία από τις κυβερνήσεις γίνονται όλο και πιο έντονες.
Μια νέα έρευνα η οποία πραγματοποιήθηκε από το πρόγραμμα Taktak Media, που υποστηρίζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτυπώνει με σαφήνεια την αθέατη κρίση που αντιμετωπίζουν οι δημοσιογράφοι σε όλη την Ευρώπη. Έξι στους δέκα δηλώνουν ότι έχουν βιώσει burnout, ενώ σχεδόν το ίδιο ποσοστό (62%) αναφέρει εργασιακή επισφάλεια και την ανάγκη συμπληρωματικής εργασίας ώστε να καλυφθούν τα βασικά έξοδα διαβίωσης.

Τι είναι το burnout;
Το burnout διαφέρει από το καθημερινό άγχος. Υποδηλώνει ότι κάποιος έχει «ξεπεράσει τα όριά του» και εισέρχεται σε κατάσταση κρίσης.
Tο burnout μπορεί να καταστρέψει την καριέρα ενός δημοσιογράφου, κάτι που δεν είναι μόνο μια προσωπική τραγωδία, αλλά και πλήγμα στην ελευθερία του Τύπου.
Μπρους Σαπίρο, διευθυντής του Global Center for Journalism and Trauma
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν κατατάσσει το burnout ως διαταραχή, αλλά ως εργασιακό φαινόμενο. Προκύπτει από χρόνιο στρες που δεν έχει αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Στην τελευταία ταξινόμηση ασθενειών, ο ΠΟΥ το περιγράφει ως κατάσταση που χαρακτηρίζεται από εξουθένωση, αυξανόμενο αίσθημα αποστασιοποίησης ή αρνητικότητας απέναντι στη δουλειά και μείωση της επαγγελματικής αποτελεσματικότητας.
Ο Μπρους Σαπίρο δήλωσε στο iMEdD ότι οι δημοσιογράφοι είναι «οι Ολυμπιονίκες του στρες». Ως πρώην δημοσιογράφος και ο ίδιος, υπενθύμισε ότι ακόμα και οι αθλητές κάποια στιγμή καταρρέουν.

Το μυαλό ενός δημοσιογράφου μπορεί να φτάσει στα όριά του όταν εκτίθεται σε υπερβολικό στρες, εξηγεί ο Σαπίρο. «Στην πιο ακραία περίπτωση, όταν το στρες είναι υπερβολικό και διαρκεί πολύ, οι δημοσιογράφοι μπορούν να χάσουν πραγματικά την επαγγελματική τους ικανότητα, το κίνητρο και τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στις προθεσμίες».
Ο Σαπίρο θεωρεί ότι η επαγγελματική εξουθένωση δεν επιδρά μόνο σε ατομικό επίπεδο, αλλά έχει ευρύτερες συνέπειες. «Πρέπει να προσέξουμε, γιατί το burnout μπορεί να καταστρέψει την καριέρα ενός δημοσιογράφου, κάτι που δεν είναι μόνο μια προσωπική τραγωδία, αλλά και πλήγμα στην ελευθερία του Τύπου. Ένας δημοσιογράφος που βγαίνει εκτός εργασίας λόγω ψυχικού τραύματος “φιμώνεται” εξίσου αποτελεσματικά με κάποιον που βρίσκεται στη φυλακή», είπε στο iMEdD.
Στρες και τραύμα
«Παρατηρήστε τις αντιδράσεις σας», συμβούλεψε η Δρ Κέιτ Πόρτερφιλντ (Kate Porterfield) τους συμμετέχοντες στο φετινό Διεθνές Φόρουμ Δημοσιογραφίας του iMEdD, όπου παρουσίασε ένα εργαστήριο με θέμα «Αντιμετωπίζοντας το άγχος, το τραύμα και την επαγγελματική εξουθένωση».

Η Πόρτερφιλντ είναι κλινική ψυχολόγος με 25 χρόνια εμπειρίας σε άτομα που έχουν βιώσει τραύμα, καταδίωξη και βία, ανάμεσά τους δημοσιογράφους και επαγγελματίες ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ παράλληλα είναι εκπαιδεύτρια στο Global Center for Journalism and Trauma. Τόνισε ότι το στρες και το τραύμα δεν είναι το ίδιο πράγμα. Και τα δύο, σημείωσε, μπορούν να επηρεάσουν κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας: βιολογική, ψυχολογική και κοινωνική.
Το τραύμα δημιουργείται όταν κάποιος εκτίθεται σε σοκαριστικά ή τρομακτικά γεγονότα — είτε βλέποντάς τα, είτε ακούγοντάς τα, είτε καλύπτοντάς τα — και προκαλεί έντονες σωματικές και συναισθηματικές αντιδράσεις.
«Το σώμα μας είναι ένας μηχανισμός επιβίωσης. Πάντα λέω ότι είναι “προγραμματισμένο” να επιβιώνει… και αυτός ο προγραμματισμός είναι πραγματικά εντυπωσιακός και αποτελεσματικός. Όταν, όμως, ενεργοποιείται υπερβολικά, αφήνει σημάδια», εξήγησε στο iMEdD.
Αναγνωρίζοντας τα σημάδια του burnout
Το burnout, αντίθετα, πρόσθεσε η Πόρτερφιλντ, πηγάζει από τις απαιτήσεις της ίδιας της δουλειάς: επαναλαμβανόμενα καθήκοντα, έλλειψη ελέγχου ή αίσθημα στασιμότητας και υποτίμησης.
«Όταν κάποιος αισθάνεται εξαντλημένος για μήνες ολόκληρους, όχι για μία ή δύο εβδομάδες, τότε αρχίζουν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια [του burnout]», είπε η Κιμ Μπράις (Kim Brice), συνιδρύτρια και διευθύντρια καθοδήγησης του The Self-Investigation, ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού που εστιάζει στην ψυχική υγεία των δημοσιογράφων και στην ανθεκτικότητα στον χώρο εργασίας, μιλώντας στο iMEdD. Οι δημοσιογράφοι μπορεί να δυσκολεύονται να ολοκληρώσουν τις καθημερινές τους υποχρεώσεις, να νιώθουν ότι δεν είναι ο εαυτός τους ή ακόμα και να αγνοούν τις προειδοποιήσεις φίλων και συγγενών. «Όλα αυτά αποτελούν ενδείξεις της επαγγελματικής εξουθένωσης. «Ωστόσο», προσθέτει η Μπράις, «η εμπειρία του burnout διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και δεν είναι κάτι που μπορεί να προσδιοριστεί με απόλυτη σαφήνεια».
Η επαγγελματική εξουθένωση δεν είναι κάτι που μπορεί να αποχωριστεί κάποιος περνώντας την πόρτα του γραφείου. «Φέρνουμε όλο μας τον εαυτό στη δουλειά», ανέφερε. «Μπορεί να προσπαθούμε να διαχωρίζουμε τις προσωπικές από τις επαγγελματικές υποθέσεις, αλλά το σώμα και τα συναισθήματά μας δεν αντιλαμβάνονται αυτά τα όρια».
Η γονεϊκότητα, τα προσωπικά τραύματα, η νευροδιαφορετικότητα ή ακόμα και οι ορμονικές αλλαγές μπορούν να διαμορφώσουν τον τρόπο που ανταποκρίνεται κανείς στο στρες, συχνά εντείνοντας ή επιταχύνοντας την επαγγελματική εξουθένωση.
Όταν κάποιος αισθάνεται εξαντλημένος για μήνες ολόκληρους, όχι για μία ή δύο εβδομάδες, τότε αρχίζουν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια [του burnout].
Κιμ Μπράις, Συνιδρύτρια και Διευθύντρια καθοδήγησης του The Self-Investigation
Στρατηγικές αντιμετώπισης
Οι δημοσιογράφοι χρειάζονται δύο ξεχωριστές «εργαλειοθήκες», εξήγησε η Δρ Κέιτ Πόρτερφιλντ: μία για να διαχειρίζονται το τραυματικό υλικό στο πεδίο και μία άλλη για να αντεπεξέρχονται στο στρες και την κόπωση στη δουλειά. Παρόλο που κάποια από αυτά τα εργαλεία μπορεί να χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα, η κατανόηση των διαφορών τους βοηθά τους δημοσιογράφους να φροντίζουν τον εαυτό τους και να ανακάμπτουν πιο αποτελεσματικά, πρόσθεσε.


Συλλογική αντιμετώπιση
Η Δρ Κέιτ Πόρτερφιλντ επισήμανε ότι η υποστήριξη από συναδέλφους είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική σε επαγγέλματα, όπου η έκθεση σε τραυματικά γεγονότα είναι συχνό φαινόμενο, όπως αστυνομικοί και πυροσβέστες. «Είναι εντυπωσιακό», προσθέτει, «πόσο συχνά οι άνθρωποι προτιμούν να μιλήσουν σε έναν συνάδελφο παρά σε κάποιον άλλον».

Η αλληλοϋποστήριξη από συναδέλφους έχει κάνει πιο φυσιολογικό το να μιλά κανείς για τις εμπειρίες του και έχει συνδέσει τους ανθρώπους μεταξύ τους, ώστε να μπορούν να βοηθήσουν ο ένας τον άλλον όταν χρειάζεται. Οι δημοσιογράφοι, που συχνά υπερηφανεύονται για το ότι είναι «σκληροί», θα επωφελούνταν ιδιαίτερα αν μιλούσαν ανοιχτά για τις εμπειρίες τους με συναδέλφους οι οποίοι κατανοούν τις ιδιαίτερες πιέσεις της δουλειάς τους, προσθέτει η Δρ Πόρτερφιλντ.
Το 2023 ξεκίνησε να λειτουργεί στη Γερμανία η γραμμή υποστήριξης Netzwerk Recherche, μια υπηρεσία για δημοσιογράφους που αντιμετωπίζουν θέματα ψυχικής υγείας κα θέλουν να συζητήσουν με συναδέλφους. Η πρωτοβουλία, αποτέλεσμα συνεργασίας του Dart Centre Europe με τη Netzwerk Recherche, τη γερμανική Ένωση Ερευνητών Δημοσιογράφων, αποτελεί ένα επιτυχημένο παράδειγμα στήριξης μεταξύ συναδέλφων. Η υπηρεσία είναι δωρεάν και τη λειτουργούν εκπαιδευμένοι δημοσιογράφοι, με ειδικές γνώσεις πρώτων ψυχολογικών βοηθειών.
Τον Μάρτιο του 2025, προστέθηκε μια υπηρεσία στα αγγλικά για ξένους δημοσιογράφους που ζουν στη Γερμανία.
O Τζελάνι Κομπ για την ελευθερία του λόγου, τον Τύπο και το ρεπορτάζ του Λευκού Οίκου

Ο Τζελάνι Κομπ, Κοσμήτορας στη Σχολή Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου Κολούμπια, συγγραφέας και επί μακρόν συνεργάτης του περιοδικού New Yorker, μιλά στο iMEdD για την ακαδημαϊκή ελευθερία στις ΗΠΑ, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο Τύπος σήμερα, τη λεγόμενη «κάλυψη του Τραμπ» και το δημόσιο συμφέρον ως διαχρονική αποστολή της δημοσιογραφίας.
Διαχείριση burnout για μάνατζερ
«To burnout είναι ένας “σιωπηλός δολοφόνος” της καριέρας των δημοσιογράφων», είπε ο Μπρους Σαπίρο στο iMEdD, τονίζοντας παράλληλα πως το κοινωνικό περιβάλλον στην αίθουσα σύνταξης παίζει καθοριστικό ρόλο για όσους αντιμετωπίζουν burnout και τραύμα.
Όπως εξήγησε, μελέτες δείχνουν ότι οι δημοσιογράφοι και οι ειδησεογραφικές ομάδες που καλύπτουν τραυματικά γεγονότα διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν μετατραυματικό στρες όταν η διαχείρηση των ομάδων στο newsroom είναι ανεπαρκής, υπογραμμίζοντας τη σημασία της υποστηρικτικής ηγεσίας και των σωστών πρακτικών στον χώρο εργασίας.
«Μεγάλωσα σε μια εποχή που ήταν φυσιολογικό να πετάς γραφομηχανές μέσα στην αίθουσα σύνταξης, όταν ήσουν θυμωμένος», είπε. «Δεν εννοώ ότι οι υπεύθυνοι του newsroom πρέπει να παίρνουν ρόλο ψυχολόγου. Ο ρόλος τους είναι να διαχειρίζονται την κατάσταση με ηρεμία, μεθοδικότητα και με επίκεντρο την οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης».
Συνιστά οι επικεφαλής των ειδησεογραφικών ομάδων να στηρίζουν τους δημοσιογράφους πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από δύσκολες αποστολές, ενώ οι δημοσιογραφικοί οργανισμοί θα πρέπει, επίσης, να εστιάζουν σε δίκαιες αμοιβές και στις καλές συνθήκες εργασίας.

Για την Κιμ Μπράις, η αλληλοϋποστήριξη είναι εξίσου σημαντική μεταξύ των προϊσταμένων των newsrooms όσο και για τους μεμονωμένους δημοσιογράφους. «Βλέπουμε ότι πολλοί μεσαίοι προϊστάμενοι δεν αφιερώνουν χρόνο στο να καθίσουν και να σκεφτούν μαζί», πρόσθεσε. «Επομένως, η δημιουργία χρόνου για αναστοχασμό σε οποιοδήποτε επίπεδο διεύθυνσης είναι πραγματικά καθοριστική. […] Μέσα στην ομάδα των συναδέλφων τους, υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι να οργανώσουν την ημέρα τους και να θέσουν όρια κατά τη διάρκεια της ημέρας».
Επιπλέον, επισήμανε ότι η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού στις αίθουσες σύνταξης αντιμετωπίζει ένα ευρύτερο διαρθρωτικό πρόβλημα. Πολλοί προϊστάμενοι των αιθουσών σύνταξης κάνουν ουσιαστικά δύο δουλειές: να διευθύνουν την κάλυψη των ειδήσεων και να υποστηρίζουν τους δημοσιογράφους. «Συχνά, αυτοί οι προϊστάμενοι έχουν δύο βάρδιες, τη βάρδια των ειδήσεων και τη βάρδια της διαχείρισης των εργαζομένων. Και συχνά αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στις ειδήσεις και λιγότερο στο ανθρώπινο δυναμικό». Αυτή η ανισορροπία οφείλεται εν μέρει στον τρόπο που λειτουργεί η ιεραρχία στις αίθουσες σύνταξης: οι δημοσιογράφοι προάγονται επειδή διαπρέπουν στη δημοσιογραφία, όχι επειδή έχουν προετοιμαστεί για να διαχειρίζονται ομάδες. «Πιστεύω ότι η εκπαίδευση στη διαχείριση ομάδων [στις αίθουσες σύνταξης] είναι καθοριστικής σημασίας», πρόσθεσε.
Οι προϊστάμενοι πρέπει επίσης να δίνουν προσοχή σε ορισμένες ομάδες δημοσιογράφων που ενδέχεται να είναι πιο ευάλωτες στο burnout λόγω βιολογικών, κοινωνικών και εργασιακών παραγόντων. Οι υπεύθυνοι των ειδησεογραφικών ομάδων μπορούν να βοηθήσουν δημιουργώντας ένα ανοιχτό περιβάλλον, ενώ θα πρέπει παράλληλα να εκπαιδεύονται ώστε να αντιμετωπίζουν αυτά τα ζητήματα, αλλά και να εντάσσουν συναδέλφους με αναπηρίες.
«Συχνά, μια μικρή διευκόλυνση μπορεί να έχει μεγάλη σημασία», πρόσθεσε.
Ακολουθεί μια επιλογή από χρήσιμο υλικό και εργαλεία για την πρόληψη του burnout, την αντιμετώπιση τραυματικών εμπειριών, την υποστήριξη της ανάκαμψης και πρακτικές συμβουλές για τους υπεύθυνους και τους διευθυντές των newsrooms.
Επιπλέον υλικό:
Αντιμετώπιση του στρες, του τραύματος και του burnout (Συμβουλές από τη δρα Κέιτ Πόρτερφιλντ, στο Διεθνές Forum Δημοσιογραφίας του iMEdD) – Link
Για το burnout:
- Bonn Institute – Ένα σύντομο έντυπο αυτοελέγχου ψυχικής υγείας για δημοσιογράφους και μια ιστοσελίδα που συγκεντρώνει χρήσιμο υλικό
- Headlines Network – Οδηγός για την αναγνώριση και την πρόληψη του burnout
Για το τραύμα:
- Συλλογή βίντεο, οδηγών μελέτης και συμβουλών από το Global Center for Journalism & Trauma, την Καναδική Ραδιοτηλεόραση (CBC/Radio Canada) και το Canadian Journalism Forum on Violence and Trauma – Link
- Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα (RSF) – Πενταμερής σειρά μελέτης για τις επιπτώσεις του ψυχολογικού τραύματος στους δημοσιογράφους – Link
Για μάνατζερ και ομάδες:
- Coalition Against Online Violence – Υλικό για ομάδες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, fact checkers και δημοσιογράφους με έντονη παρουσία στο διαδίκτυο – Link
- American Press Institute – Οδηγίες για το πώς οι υπεύθυνοι των newsrooms μπορούν να δημιουργήσουν ένα ασφαλές για την ψυχολογία περιβάλλον, μαζί με έναν πρακτικό οδηγό με χρήσιμα εργαλεία.
