Θεματα

Αμερικανικές εκλογές: Δύο σενάρια για πέντε κρίσεις

Διεθνείς αναλυτές εξηγούν στο iMEdD τι θα σημάνει η εκλογή της Κάμαλα Χάρις ή του Ντόναλντ Τραμπ, αντίστοιχα, για τις ανοιχτές κρίσεις στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, και επίσης τον εμπορικό πόλεμο των Ηνωμένων Πολιτειών με την Κίνα, την Κλιματική Κρίση και τις σχέσεις των ΗΠΑ με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.

Το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών θα επηρεάσει – εκτός άλλων – την έκβαση πέντε ανοικτών διεθνών κρίσεων, συμφωνούν αναλυτές που μίλησαν στο iMEdD, λίγα 24ωρα πριν από την 5η Νοεμβρίου. Για κάθε μία κρίση υπάρχουν δύο διαφορετικά σενάρια, τα οποία, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι αντιδιαμετρικά αντίθετα, ακριβώς όσο «ξένοι» είναι μεταξύ τους ο Ντόναλντ Τραμπ και η Κάμαλα Χάρις. 

Τι θα σημάνει η εκλογή κάθε υποψηφίου για το χάος στη Μέση Ανατολή; Μπορεί να τερματίσει ο Τραμπ τον πόλεμο στην Ουκρανία; Πόσο σκληροί θα είναι Τραμπ και Χάρις στον εμπορικό πόλεμο των Ηνωμένων Πολιτειών με την Κίνα; Τι στάση θα κρατήσουν οι υποψήφιοι για την προεδρία της Αμερικής στη μάχη κατά της Κλιματικής Κρίσης; Κι έπειτα, τι σημαίνει η εκλογή του Τραμπ ή της Χάρις, αντίστοιχα, για την επόμενη μέρα στο ΝΑΤΟ και την πολυκύμαντη σχέση των ΗΠΑ με την Ευρωπαϊκή Ένωση;

Ειδικοί εξηγούν στο iMEdD τα δύο σενάρια για τις πέντε κρίσεις.

Μέση Ανατολή: Πρώτο πιάτο Hezbollah, επιδόρπιο Ιράν

Η προεκλογική περίοδος δεν έδωσε σαφή δείγματα της στρατηγικής που θα ακολουθήσουν οι δύο υποψήφιοι όσον αφορά στην επόμενη μέρα στη Μέση Ανατολή, λέει στο iMEdD ο Henri Barkey, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Cohen στο Πανεπιστήμιο Lehigh και ανώτερος εξωτερικός συνεργάτης Σπουδών Μέσης Ανατολής στο Council of Foreign Relations.

Ωστόσο, ο ίδιος επιχειρεί μια πρόβλεψη για το τέλος των συγκρούσεων. Για την Κάμαλα Χάρις εκτιμά πως θα αρχίσει να το σκέφτεται σοβαρά από την πρώτη μέρα μετά την ενδεχόμενη εκλογή της. «Η Ουάσινγκτον διαθέτει την απαραίτητη τεχνογνωσία και τους πόρους εντός της διοικητικής της δομής, των think tank και της ακαδημαϊκής της κοινότητας, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να σκεφτεί σοβαρά να κινηθεί προς αυτήν την κατεύθυνση, εφόσον αποφασίσει να το κάνει», σημειώνει ο καθηγητής Barkey.

Από την άλλη, «o Τραμπ δεν φαίνεται να λογαριάζει τις απώλειες ή το ανθρώπινο κόστος. Πιστεύει ότι με κάποιον τρόπο τα πράγματα θα λυθούν μόνα τους (…) και ότι θα ηττηθεί τόσο η Χαμάς όσο και η Χεζμπολάχ. Είναι πολύ απλοϊκό σκεπτικό. Λέει, μάλιστα, ότι θα μπορούσε να λύσει την κατάσταση στην Ουκρανία μέσα σε μία μέρα».

Ο καθηγητής Barkey εκτιμά ότι μια ενδεχόμενη νίκη της Χάρις θα μπορούσε να οδηγήσει πιο γρήγορα στην επίτευξη μιας εκεχειρίας στη Γάζα.

«Σίγουρα θα πιέσει για κατάπαυση του πυρός αν συνεχιστούν οι εχθροπραξίες (…) Αν η Χάρις κερδίσει, δεν θα αντιπροσωπεύει μόνο μια νέα κυβέρνηση, αλλά μια κυβέρνηση που μπορεί να έχει μπροστά της οκτώ χρόνια διακυβέρνησης. Ως εκ τούτου, οι σύμμαχοι -και κυρίως το Ισραήλ- θα πρέπει να είναι προσεκτικοί, ώστε να μην επιβαρύνουν τις σχέσεις με μία νέα πρόεδρο», σημειώνει.

Ο ίδιος προβλέπει ότι οι δύο υποψήφιοι θα συνεχίσουν να χτίζουν πάνω στην ιστορική συμφωνία εξομάλυνσης των σχέσεων του Ισραήλ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν το 2020 (Abraham Accords) που υπεγράφη κατά την προηγούμενη θητεία του Τραμπ. «Αυτό συμβάλλει στην υποστήριξη της λύσης των δύο κρατών και στον τερματισμό της σύγκρουσης. Κατά κάποιον τρόπο, η λύση των δύο κρατών είχε πάντα περισσότερες πιθανότητες λόγω αυτής της Συμφωνίας, την οποία οι Σαουδάραβες σκόπευαν να επιδιώξουν», σημειώνει.

Αναφορικά με τη στάση των ΗΠΑ απέναντι στο Ιράν, ο καθηγητής Barkey πιστεύει ότι η Κάμαλα Χάρις προβλέπεται ότι θα έχει περισσότερο διπλωματική στάση, αντίθετα με τον Τραμπ, ο οποίος εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί πιο αυστηρή γλώσσα. 

To ιρανικό καθεστώς, επί του παρόντος, βρίσκεται σε άμυνα, βασιζόμενο στις εξαγωγές πετρελαίου που κανείς δεν θέλει να διακόψει, λόγω των πιθανών επιπτώσεων στις παγκόσμιες τιμές. 

Ουκρανία: Τραμπ – Πιστός φίλος ή θανάσιμος εχθρός;

«Ο Τραμπ λέει ότι θα βάλει πολύ γρήγορα τέλος στη σύγκρουση στην Ουκρανία, αλλά δεν εξηγεί πώς», σημειώνει ο Simon Schlegel, ανώτερος αναλυτής για την Ουκρανία στο International Crisis Group, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας με το iMEdD από το Κίεβο.

«Οποιαδήποτε προσπάθεια να τερματίσει αυτήν τη σύγκρουση, πιθανότατα σημαίνει ότι θα διακόψει σχεδόν εξ ολοκλήρου την παροχή στρατιωτικής βοήθειας προς τους Ουκρανούς και θα τους αναγκάσει να καθίσουν στο τραπέζι με τους Ρώσους- με αυτόν τον τρόπο, είναι απίθανο να οδηγηθούμε σε ουσιαστική λύση. Αντιθέτως, αυτό αποσκοπεί στο “πάγωμα” της τρέχουσας κατάστασης και τη διατήρηση της γραμμής του μετώπου της μάχης».

Οι Ρώσοι πιθανότατα δεν θα επιθυμούσαν μια τέτοια εξέλιξη όσο αισθάνονται ότι έχουν το πάνω χέρι στο πεδίο της μάχης. Σύμφωνα με τον Schlegel, ο Τραμπ ενδεχομένως να προσπαθήσει να τους ασκήσει οικονομική πίεση, ωστόσο αυτό πιθανότατα θα το κάνει κατακλύζοντας την αγορά με αμερικανικό πετρέλαιο, γεγονός που θα ρίξει την τιμή του.

Ο Τραμπ θεωρείται απρόβλεπτος, γεγονός που κάνει πολλούς Ουκρανούς να πιστεύουν ότι μια δεύτερη προεδρία του θα μπορούσε να βγει σε καλό. «Πιστεύουν ότι, αν ο Τραμπ δεν πετύχει τον στόχο του – να μπει ένα γρήγορο τέλος στον πόλεμο – θα αντιδράσει υπερβολικά, παίρνοντας αποστάσεις από τον Πούτιν και πλημμυρίζοντας το πεδίο της μάχης με αμερικανικά όπλα», δήλωσε ο Schlegel στο iMEdD. «Αλλά νομίζω ότι αυτό είναι, σε μεγάλο βαθμό, ευσεβής πόθος. O Τραμπ έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι θα είναι πολύ προσεκτικός όσον αφορά την εμπλοκή του σε ξένες συγκρούσεις. Η βασική του προτεραιότητα σε στρατιωτικό επίπεδο είναι η Κίνα».

Στο τελευταίο του βιβλίο ο Bob Woodward, βετεράνος δημοσιογράφος της Washington Post, αποκάλυψε ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είχε τουλάχιστον επτά ιδιωτικές τηλεφωνικές συνομιλίες με τον Βλαντιμίρ Πούτιν από τότε που αποχώρησε από τα προεδρικά του καθήκοντα. Ο Schlegel ανέφερε σχετικά: «Ο Τραμπ μπορεί να είναι καλός φίλος με κάποιον, αλλά αν αυτός ο κάποιος δεν του είναι πιστός, γίνεται θανάσιμος εχθρός του».

Και αν κερδίσει η Χάρις; «Δεν είναι πολύ ξεκάθαρη για το πώς οραματίζεται το τέλος αυτού του πολέμου. Έχει καταστήσει σαφές ότι υποστηρίζει περισσότερο τις αμυντικές προσπάθειες της Ουκρανίας σε σχέση με τον Τραμπ», εξήγησε ο αναλυτής, προσθέτοντας ότι η Χάρις ενδεχομένως να διατηρήσει την υποστηρικτική, πλην όμως πολύ προσεκτική στάση που υιοθέτησε και ο Τζο Μπάιντεν. Μέχρι στιγμής, πάντως, αυτό δεν έχει ωφελήσει ιδιαίτερα την Ουκρανία.

«Ούτε η προμήθεια περισσότερων όπλων, όμως, δεν είναι καλή επιλογή αυτήν τη στιγμή, μιας και αυτό που χρειάζονται τώρα οι Ουκρανοί είναι όπλα ικανά να πλήξουν το εσωτερικό της Ρωσίας, κάτι που θα παραβίαζε τις κόκκινες γραμμές που έχουν θέσει οι Ρώσοι», δήλωσε ο Schlegel στο iMEdD. Συνεπώς, η διατήρηση αυτής της πορείας δεν είναι καλή επιλογή για την Ουκρανία. Θα πρέπει να παρουσιάσει νέες ιδέες».

Ολοκληρώνοντας την ανάλυσή του, ο Schlegel δήλωσε ότι η Χάρις θα δώσει αναμφίβολα προτεραιότητα στην ενότητα του ΝΑΤΟ. «Θα επιδιώξει την ενότητα αντί να προσπαθήσει να πιέσει τα υπόλοιπα μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις δαπάνες τους», είπε. «Αυτό και μόνο θα έστελνε ένα ηχηρό μήνυμα στη Μόσχα, δείχνοντας ότι το ΝΑΤΟ δεν πρέπει να υποτιμάται».

ΗΠΑ-ΝΑΤΟ/ΕΕ: «Πάρτε τον Τραμπ στα σοβαρά, όχι κυριολεκτικά»

Ο επόμενος Αμερικανός πρόεδρος θα πρέπει να διαχειριστεί μία ακόμη σύνθετη σχέση εξωτερική πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών – αυτή με το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

«Για να είμαστε ξεκάθαροι, ο Τραμπ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο μέλλον του ΝΑΤΟ. Σε περίπτωση που ανακτήσει την εξουσία τον Νοέμβριο, το δόγμα “Πρώτα η Αμερική” μπορεί να ανατρέψει πολλές από τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης Μπάιντεν για την ενίσχυση της διατλαντικής ασφάλειας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022», έγραψε τον Ιούλιο ο Sean Monaghan, επισκέπτης ερευνητής στο πρόγραμμα Ευρώπη, Ρωσία και Ευρασία στο CSIS.

«Ο Τραμπ έχει απειλήσει να μειώσει την παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων στην Ευρώπη, να περιορίσει την ανταλλαγή πληροφοριών με τους συμμάχους του ΝΑΤΟ, να συνάψει συμφωνία με τη Ρωσία εις βάρος της Ουκρανίας και ενδεχομένως να υπονομεύσει την κρίσιμη εγγύηση ασφαλείας του άρθρου 5 του ΝΑΤΟ για τις χώρες που δεν τηρούν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις, αφήνοντας “απλήρωτους λογαριασμούς”», έγραψε ο Monaghan.

Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι ο Τραμπ θα ακολουθούσε ή όχι κάποιο από αυτά τα μέτρα. Ο ίδιος είχε κάνει παρόμοιες απειλές στη διάρκεια της πρώτης του θητείας, ωστόσο εκ του αποτελέσματος κρίνεται ότι η πολιτική του ενίσχυσε την αποτροπή της Αμερικής στην Ευρώπη. «Όπως συμβούλευσαν και υψηλόβαθμα στελέχη των Ρεπουμπλικάνων απευθυνόμενα στους ηγέτες του ΝΑΤΟ: πάρτε τον Τραμπ στα σοβαρά, όχι κυριολεκτικά», έγραψε ο Monaghan.

Τρεις μήνες μετά το παραπάνω άρθρο, το iMEdD ζήτησε από τον Monaghan να προβλέψει το σενάριο μετά την πιθανή εκλογή της Κάμαλα Χάρις. «Νομίζω ότι θα υποστηρίξει ξεκάθαρα το ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ είναι το πιο σημαντικό δίκτυο συμμάχων και εταίρων που έχουν οι ΗΠΑ, ιδιαίτερα όσο γίνεται πόλεμος στην Ευρώπη και απειλείται η ευρωπαϊκή ασφάλεια», έγραψε ο Monaghan σε μήνυμα στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.

Ταυτόχρονα, υπενθύμισε ότι ο πόλεμος του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία δεν είναι μόνο πόλεμος εναντίον της Ουκρανίας, αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Στην πραγματικότητα, τα αιτήματά του δεν στοχεύουν μόνο στη συνθηκολόγηση της Ουκρανίας, αλλά αποσκοπούν και στη συνθηκολόγηση και τη διάλυση του ΝΑΤΟ.

 «Επομένως, έχει το βλέμμα του στραμμένο στο ΝΑΤΟ και πιστεύω ότι αυτό είναι κάτι που η Κάμαλα Χάρις θα αντιμετώπιζε με μεγάλη αποφασιστικότητα – αν και δεν έχει την ίδια προσήλωση στις διατλαντικές σχέσεις με τον πρόεδρο Μπάιντεν», σημείωσε ο Monaghan.

O ίδιος διευκρίνισε ότι ο Μπάιντεν μεγάλωσε πριν από τον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά οπωσδήποτε η εκτίναξη της πολιτικής του καριέρα συμπίπτει με τον Ψυχρό Πόλεμο. «Επομένως, οι διατλαντικές σχέσεις είναι στο αίμα του», είπε στο iMEdD. «Και υπήρξε πάντα μεγάλος υποστηρικτής της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ. Του βγαίνει φυσικά. Η υποψήφια Χάρις δεν έχει τα ίδια ένστικτα».

«Νομίζω ότι ο πρόεδρος Ομπάμα θα ήταν ίσως καλύτερο μέτρο σύγκρισης από τον πρόεδρο Μπάιντεν. Πιθανότατα θα τείνει προς τον διεθνισμό, αλλά ίσως να υιοθετήσει μια πιο ρεαλιστική και πραγματιστική προσέγγιση σε σύγκριση με τον Μπάιντεν».

ΗΠΑ-Κίνα: Η Κίνα δεν θα εξαφανιστεί

Στα μέσα Μαΐου 2024 ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε σχέδια τετραπλασιασμού των δασμών στα κινεζικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Πρόκειται για την τελευταία εξέλιξη στον εμπορικό πόλεμο μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί ως ο «νέος ψυχρός πόλεμος». Ποιο θα είναι το τοπίο την επόμενη μέρα των αμερικανικών εκλογών;

«Η Χάρις και ο Τραμπ συμφωνούν ως προς τη γενική κατεύθυνση της πολιτικής για την Κίνα: και οι δύο βλέπουν το Πεκίνο ως στρατηγικό αντίπαλο που στοχεύει στην αποδυνάμωση της αμερικανικής επιρροής και των φιλελεύθερων αξιών στην παγκόσμια σκηνή, καθώς και στη διάβρωση βασικών πτυχών της αμερικανικής οικονομίας στο εσωτερικό», δήλωσε στο iMEdD η Lily McElwee, αναπληρώτρια διευθύντρια, συνεργάτης και κάτοχος της έδρας Freeman για Κινέζικες Σπουδές στο CSIS.

Η ίδια εξήγησε ότι οι τακτικές των δύο υποψηφίων σε ορισμένα μέτωπα (π.χ. όσον αφορά τους δασμούς), πιθανώς να είναι κοινές, πλην όμως θα διαφέρει ο βαθμός της εφαρμογής τους – οι αυξήσεις στους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα που προτείνει ο Τραμπ είναι πολύ υψηλότερες σε σχέση με της Χάρις.

Η McElwee σημείωσε ότι θα υπάρξουν περαιτέρω αποκλίσεις. «Η Χάρις είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επιδιώξει να ενισχύσει τις συμμαχίες και τη διεθνή δέσμευση των ΗΠΑ για να αντιμετωπίσει την Κίνα, ενώ ο Τραμπ θα προτιμήσει μια πιο άμεση, διμερή προσέγγιση, στα πλαίσια της οποίας θα διαπραγματευτεί απευθείας με την Κίνα, δίνοντας προτεραιότητα στα συμφέροντα των ΗΠΑ, με ή χωρίς τη βοήθεια των συμμάχων», παρατήρησε.

«Παρόλα αυτά, μέχρι στιγμής δεν έχουν προταθεί αναλυτικές πολιτικές για την Κίνα σε αυτόν τον προεκλογικό κύκλο. Η Χάρις παραμένει ένα “μυστήριο” ως προς την πολιτική που θα ακολουθήσει για την Κίνα, δεδομένης της περιορισμένης προηγούμενης εμπλοκής της στο θέμα – και στην εξωτερική πολιτική γενικότερα – ενώ ο Τραμπ χαρακτηρίζεται ως “απρόβλεπτος” ως προς τη χάραξη εξωτερικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της στάσης απέναντι στην Κίνα», εξήγησε η McElwee.

Πρόσθεσε, επίσης ότι κατά καιρούς υπάρχει μια ασυνέπεια μεταξύ των προσωπικών δηλώσεων του Τραμπ και της πολιτικής του, όπως φάνηκε με την περιφρόνηση που έδειξε για την Ταϊβάν σε σχόλιά του στα μέσα ενημέρωσης και το ιστορικό υποστήριξης της κυβέρνησής του προς τη χώρα κατά την πρώτη του θητεία.

Τελικά, όμως, υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των θέσεων των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων ως προς τις σχέσεις των δύο ισχυρότερων οικονομιών του κόσμου; «Συχνά, όταν εξετάζει κανείς συγκεκριμένες πολιτικές, οι δύο πλευρές συγκλίνουν», δήλωσε στο iMEdD στις αρχές Αυγούστου ο Andrew Nathan, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Columbia.

Ο τομέας όπου οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών είναι πιο εμφανείς αφορά το επόμενο στάδιο του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας. «Η διαφορά με τους Ρεπουμπλικάνους είναι ότι οι περισσότεροι Δημοκρατικοί δεν πιστεύουν ότι είναι δυνατόν να “κερδίσουμε” την Κίνα ή ότι η Κίνα θα παραδοθεί ή θα εξαφανιστεί, συνεπώς πρέπει να διαχειριστούμε μια μακροπρόθεσμη ανταγωνιστική σχέση», σημείωσε ο Nathan.

Κλιματική Κρίση: Βήμα πίσω ή μπροστά;

Στο debate των δύο υποψηφίων για την αμερικανική προεδρία, στην ερώτηση για την Κλιματική Αλλαγή, η Kάμαλα Χάρις απάντησε συνδυάζοντας σε μία πρόταση τις επενδύσεις στην «πράσινη ενέργεια» με τις επενδύσεις στη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει αναφέρει επανειλημμένα στις ομιλίες του πως η Κλιματική Αλλαγή είναι ένα ψέμα (hoax).

Η Sheila Foster, καθηγήτρια για το Κλίμα στο Columbia, είπε στο iMEdD ότι η μία νέα προεδρία των Δημοκρατικών θα διατηρήσει τα κεκτημένα στην πολιτική για το Κλίμα, ενώ μια ρεπουμπλικανική προεδρία θα μπορούσε να φέρει τη χώρα δεκαετίες πίσω.

«[Η Κάμαλα] κατά πάσα πιθανότητα θα διατηρήσει και θα ενισχύσει τις πολιτικές που θεσπίστηκαν με τον νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού (The Inflation Reduction Act), τον οποίο ψήφισε ως αντιπρόεδρος», εξηγεί η Foster. To Inflation Reduction Act (IRA), είναι ένας νόμος που επικυρώθηκε από το αμερικανικό Κογκρέσο και υπογράφηκε από τον Τζο Μπάιντεν τον Αύγουστο του 2022, θέτοντας, μεταξύ άλλων, μέτρα ενάντια στην Κλιματική Κρίση.

Από την άλλη, είπε η ίδια, η πρώτη θητεία του Τραμπ αποτελεί προάγγελο για την πολιτική που θα ακολουθήσει. «Θα πρέπει να περιμένουμε ανατροπές στις περιβαλλοντικές ρυθμίσεις (κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, αναίρεσε 125 κανόνες και πολιτικές), καθώς και προσπάθειες ανάκτησης μεγάλου μέρος της χρηματοδότησης του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού», επεσήμανε.

«Πίεσε επίσης τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες να αφαιρέσουν την κλιματική επιστήμη από την ιστοσελίδα τους. Αυτό το μοτίβο αναμένεται να συνεχιστεί, όπως και οι γενικότερες προσπάθειές του να τινάξει στον αέρα το διοικητικό κράτος και να καταργήσει ακόμη και ορισμένες ομοσπονδιακές υπηρεσίες».

Όσον αφορά στην παραμονή των ΗΠΑ στις διεθνείς συμφωνίες για το Κλίμα, η Foster ανέφερε: «Η Χάρις αναμένεται να διατηρήσει αυτή την πορεία και να ορίσει έναν επικεφαλής της Υπηρεσίας Προστασίας Περιβάλλοντος των ΗΠΑ (EPA), ο οποίος θα συνεχίσει το έργο της δημιουργίας και ενίσχυσης περιβαλλοντικών κανονισμών με στόχο τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου (GHG)».

Aντίθετα, ο Τραμπ εκτιμάται ότι θα προσπαθήσει να αποσύρει εκ νέου τη χώρα από τη συμφωνία για το Κλίμα. «[Θα] καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να ανατρέψει τους κανονισμούς που ψηφίστηκαν επί εποχής Μπάιντεν, όπως έκανε στην πρώτη του θητεία με τα πρότυπα της εποχής Ομπάμα» είπε η Foster στο iMEdD. «Πιθανώς να διορίσει έναν επικεφαλής της EPA που θα συμμερίζεται την ατζέντα του για την κατάργηση παλαιότερων κανονισμών. Επίσης, θα επιτάχυνε την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου».