Οι βαλκανικές χώρες αδυνατούν να συμβαδίσουν με τις ταχύτητες του ίντερνετ που παρέχονται στην υπόλοιπη Ευρώπη, με μοναδική εξαίρεση – όπως ήταν αναμενόμενο – τη Ρουμανία, τη μόνη χώρα στην περιοχή που έχει καταφέρει να αξιοποιήσει κατάλληλα τα κονδύλια του Ταμείου Συνοχής που προορίζονται για τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνίας (ΤΠΕ).
Οι πιο φτωχές χώρες του πλανήτη είναι και πιο εξαρτώμενες από Ουκρανία και Ρωσία για τις εισαγωγές σιταριού τους
Τι δείχνουν τα δεδομένα των παγκόσμιων εισαγωγών-εξαγωγών βασικών ειδών διατροφής και λιπασμάτων.
Η απόδοση της ταχύτητας του διαδικτύου στην Ευρώπη αυξάνεται συνεχώς, ωστόσο πολλές χώρες, ιδίως της νοτιοανατολικής Ευρώπης, εξακολουθούν να βρίσκονται πολύ κάτω από το όριο των 100 Megabits ανά δευτερόλεπτο (Mbps) που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση ως στόχο μέχρι το τέλος του 2025.
Μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ στη νοτιοανατολική Ευρώπη, μόνο η Ρουμανία και η Σλοβενία υπερβαίνουν τον στόχο των 100 Mbps για τη λήψη δεδομένων, ενώ η Βουλγαρία, η Κροατία και η Ελλάδα έχουν μείνει πίσω, παρά τη βελτίωση της απόδοσής τους. Από την άλλη, μεταξύ των υποψήφιων προς ένταξη χωρών στην ΕΕ, μόνο η Μολδαβία ξεπερνά τον στόχο, με τις υπόλοιπες να κυμαίνονται μεταξύ 76 Mbps (Σερβία) και 33 Mbps (Βόρεια Μακεδονία).
Εξετάζοντας τις ποσοστιαίες αυξήσεις κατά το πρώτο τρίμηνο του 2019 και το δεύτερο τρίμηνο του 2022, η απόδοση της ταχύτητας του ίντερνετ στην Κύπρο φαίνεται να τριπλασιάστηκε μέσα σε τριάμισι χρόνια, ενώ της Ελλάδας διπλασιάστηκε. Ωστόσο, οι δύο χώρες εξακολουθούν να απέχουν από τα πρότυπα που έχει θέση η Ευρώπη. Η Κύπρος, μάλιστα, από τα 18 Mbps για τη λήψη δεδομένων το 2019 έφτασε στα 52 Mbps φέτος, ενώ η Ελλάδα από τα 21 στα 42 Mbps. Παρά τη σχετική πρόοδο, η οποία φαινομενικά κατατάσσει τις δύο χώρες στα ίδια επίπεδα – αν όχι σε υψηλότερα – με τις υπόλοιπες, οι συνδέσεις τους στο διαδίκτυο υπολείπονται των άλλων κρατών μελών της ΕΕ.
Η κατάσταση στις πόλεις
Τα στοιχεία για τις πόλεις είναι πιο κατατοπιστικά σε σχέση με τα συγκεντρωτικά ανά χώρα, καθώς παρέχουν πιο ξεκάθαρη εικόνα της επικράτειας. Ενδεικτικά, η μέση τιμή της ταχύτητας λήψης δεδομένων στις ευρωπαϊκές πόλεις για το δεύτερο τρίμηνο του 2022 ήταν 66 Mbps, ενώ στις αρχές του 2019 ήταν 20.6 Mbps.
Όπως φαίνεται στον χάρτη των πόλεων, τα περισσότερα αστικά κέντρα στη Ρουμανία, ακόμη και σε αγροτικές περιοχές, είναι σε θέση να προσφέρουν εξαιρετικά υψηλές ταχύτητες σύνδεσης, οι οποίες είναι ταυτόχρονα ανταγωνιστικές σε σχέση με τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα. Ομοίως, η Σλοβενία καταφέρνει να παρέχει γρήγορες συνδέσεις σχεδόν σε όλες τις πόλεις της.
Από την άλλη, σε χώρες όπως η Αλβανία, η Κύπρος και η Ελλάδα, οι επιδόσεις των περισσότερων δήμων είναι κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ δεν καταφέρνουν να ξεπεράσουν ούτε καν τις αποδόσεις ταχύτητας του διαδικτύου που προσφέρονται σε άλλες χώρες της περιοχής.
Στην Κροατία παρατηρείται μεγάλη διαφοροποίηση μεταξύ των μεγάλων αστικών κέντρων, όπως το Ζάγκρεμπ και το Σπλιτ – τα οποία έχουν υψηλές αποδόσεις – και της υπόλοιπης χώρας, όπου, με ορισμένες εξαιρέσεις, οι αποδόσεις είναι κακές. Η κατάσταση αυτή, την οποία βλέπουμε ως έναν βαθμό και στη Βουλγαρία, αναδεικνύει την ανάγκη ύπαρξης της πολιτικής συνοχής της ΕΕ, η οποία αποσκοπεί στην ανάπτυξη των οικονομικά αδύναμων περιοχών μέσω επενδύσεων και στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών.
Συνωστισμός, απομόνωση και συρρίκνωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις ελληνικές φυλακές
Ευρωπαϊκή διασυνοριακή έρευνα 12 δημοσιογραφικών ομάδων εξετάζει την πανδημία στις φυλακές.
Επενδύσεις της ΕΕ σε τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών
Σε αυτό το πλαίσιο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να αξιολογηθεί κατά πόσο οι επενδύσεις της ΕΕ έχουν επηρεάσει την κατάσταση. Προκειμένου να βοηθήσει τα κράτη μέλη της να επιτύχουν τους στόχους που έχουν τεθεί στον τομέα της συνδεσιμότητας, η ΕΕ διαθέτει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ – ιδίως μέσω της πολιτικής συνοχής – σε προγράμματα που στοχεύουν στη χρηματοδότηση για την ανάπτυξη των ψηφιακών υποδομών και του τομέα των τηλεπικοινωνιών.
Κατά την περίοδο του αναπτυξιακού προγραμματισμού 2014-2020 της πολιτικής συνοχής διατέθηκαν σημαντικοί πόροι για έργα ΤΠΕ: περίπου 905 εκατομμύρια ευρώ στη Ρουμανία, 330 εκ. στην Κροατία, 305 εκ. στην Κροατία, 71 εκ. στη Σλοβενία και 63 εκ. στην Κύπρο.
Όπως φαίνεται στο γράφημα, ωστόσο, μόνο ένα μέρος των κονδυλίων αυτών δαπανήθηκε, με την Ελλάδα να έχει αξιοποιήσει μόλις το 34% των συνολικών διαθέσιμων πόρων και την Κροατία το 8,4%.
Ορισμένα από αυτά τα προγράμματα δαπανών για την ανάπτυξη ΤΠΕ στοχεύουν αποκλειστικά στη χρηματοδότηση της επέκτασης της ευρυζωνικότητας: όσον αφορά το συγκεκριμένο θέμα, αναλύοντας λεπτομερώς τα ποσά που διατέθηκαν και αυτά που τελικά δαπανήθηκαν, η κατάσταση φαίνεται πως είναι ακόμα χειρότερη.
Τα σχετικά κονδύλια που αναλογούσαν στην Κροατία και τη Σλοβενία ανήλθαν σε περίπου 136 και 51 εκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα, από τα οποία οι δύο χώρες δαπάνησαν ελάχιστα ποσά – περίπου 0,5% επί του συνόλου. Πρόκειται για ένα ανησυχητικό γεγονός που αξίζει να διερευνηθεί διεξοδικά τόσο από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα όσο και από τις τοπικές αρχές. Η μη αξιοποίηση αυτών των πόρων οφείλεται σε πολλούς λόγους – μεταξύ άλλων, σε διαρθρωτικά προβλήματα στη δυνατότητα υλοποίησης τέτοιου είδους έργων, αλλά και στην κακή διαχείριση των ίδιων των κονδυλίων.
Μεταξύ των βαλκανικών χωρών, μόνο η Ρουμανία έχει δαπανήσει σημαντικό μέρος των κονδυλίων για την επέκταση της ευρυζωνικότητας, ήτοι το 41% από τα 65 εκατομμύρια ευρώ που διατέθηκαν. Η χώρα βρίσκεται, μάλιστα, μεταξύ των κορυφαίων κρατών όχι μόνο στην περιοχή, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, όσον αφορά την απόδοση της σύνδεσης στο διαδίκτυο.
Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα κονδύλια του Ταμείου Συνοχής δεν θα χαραμιστούν στις συγκεκριμένες αλλά και σε άλλες χώρες, οφείλουμε αφενός να αναζητήσουμε τη ρίζα του προβλήματος, αλλά και να εξετάσουμε τη συνολική εικόνα που παρουσιάζουν τα 14 κράτη μέλη της ΕΕ στα οποία έχουν διατεθεί κονδύλια για την ενίσχυση της ευρυζωνικότητας, ώστε να δούμε με ποιον τρόπο έχουν δαπανήσει άλλες χώρες μεγάλο μέρος των κονδυλίων.
Η Γαλλία ξεχωρίζει μεταξύ όλων, αφού έχει δαπανήσει όλα τα κονδύλια που διατέθηκαν και εύλογα αποτελεί το κράτος μέλος της ΕΕ με την ταχύτερη σύνδεση στο διαδίκτυο, αλλά και το μόνο που ξεπερνά τη μέση ταχύτητα των 200Mbps.