Το πρωτότυπο άρθρο δημοσιεύθηκε από το Reuters Institute for the Study of Journalism, στις 14/12/2023 και αναδημοσιεύθηκε από το iMEdD κατόπιν άδειας. Η αναδημοσίευσή του απαιτεί άδεια από τον εκδότη.
«Φτάνεις στο σημείο που νοιώθεις ότι δεν έχει νόημα. Αλλά πρέπει να δείξεις στον κόσμο τα όσα συμβαίνουν», αναφέρει η ανταποκρίτρια Youmna ElSayed
Τέσσερις ημέρες αφότου η οικογένεια του δημοσιογράφου του Al Jazeera, Wael Dahdouh, σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια εναέριας επίθεσης, ο σύζυγος της συναδέλφου του Youmna ElSayed έλαβε ένα ανώνυμο τηλεφώνημα. Η φωνή από την άλλη πλευρά του είπε: «Σας ομιλούν οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις [IDF]. Πρέπει να πάρετε την οικογένειά σας και να φύγετε από το σπίτι σας άμεσα. Διαφορετικά, η ζωή σας βρίσκεται σε κίνδυνο.»
Η ElSayed που εργάζεται ως ανταποκρίτρια του Αγγλικού Al Jazeera είχε μόλις αλλάξει την κάρτα SIM στο κινητό της τηλέφωνο και ο στρατός δεν γνώριζε τον αριθμό της. Έτσι, πιστεύει ότι η οικογένειά της αποτελεί στόχο, λόγω της δουλειάς της ως δημοσιογράφος. Ουδεμία άλλη οικογένεια στο κτίριο διαμερισμάτων που διαμένει δεν έλαβε κάποια παρόμοια προσωπική ειδοποίηση. Οι εντολές για μαζική εκκένωση συνήθως λαμβάνονται με τη μορφή ηχογραφημένου φωνητικού μηνύματος. Η ElSayed δεν το εξέλαβε αυτό ως προειδοποίηση, αλλά ως απειλή.
Σε έναν πόλεμο όπου ο επίσημος αριθμός των νεκρών έχει ξεπεράσει τους 19.000 και όπου τα περισσότερα θύματα είναι άμαχοι, οι δημοσιογράφοι δεν έχουν γλυτώσει. Η σύγκρουση είναι από τις πλέον φονικές για εργαζόμενους στα μέσα ενημέρωσης. Σύμφωνα με την Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ), τουλάχιστον 63 δημοσιογράφοι έχουν σκοτωθεί από τις 13 Δεκεμβρίου, εξ αυτών 56 Παλαιστίνιοι, 4 Ισραηλινοί και 3 Λιβανέζοι. Η Πρόεδρος της Επιτροπής Jodie Ginsberg μου ανέφερε ότι αυτός ο πόλεμος είναι «άνευ προηγουμένου όσον αφορά το ποσοστό των δημοσιογράφων που σκοτώνονται» και «δεν υπάρχει άλλος όμοιός του».
Συνομίλησα με την ElSayed και με άλλους δύο δημοσιογράφους από τη Γάζα σχετικά με την έλλειψη ασφάλειας, τις απειλές από τις IDF και τις ακραίες πρακτικές προκλήσεις και τα ηθικά διλήμματα που τίθενται κατά τη διάρκεια των ανταποκρίσεών τους. Το παρόν άρθρο προσφέρει μια γενική επισκόπηση των πολλών προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι όταν αναμεταδίδουν τον πόλεμο Ισραήλ – Χαμάς, ενόσω οι φίλοι και οι οικογένειές τους παλεύουν να καλύψουν βασικές ανάγκες για στέγη, νερό και φαγητό.
«Τίποτα δεν προστατεύει τους δημοσιογράφους»
Στις 2 Νοεμβρίου, ο Παλαιστίνιος τηλεοπτικός ανταποκριτής Salman al-Bashir έβγαλε το αλεξίσφαιρο γιλέκο και το κράνος του όσο αναμετέδιδε ζωντανά έξω από το Νοσοκομείο Nasser στη νότια Γάζα. Ο Al-Bashir κάλυπτε το θάνατο του συναδέλφου του Mohammed Abu Hatab, ο οποίος έχασε τη ζωή του μαζί με άλλα 11 μέλη της οικογένειάς του κατά τη διάρκεια εναέριας επίθεσης στο σπίτι τους στην πόλη Khan Younis. «Αυτά τα προστατευτικά γιλέκα και τα κράνη δεν μας προστατεύουν. Τίποτα δεν προστατεύει τους δημοσιογράφους», ανέφερε στην παρουσιάστρια από το στούντιο καθώς εκείνη έκλαιγε.
Είναι ένα γνώριμο συναίσθημα για τη Nagham Mohanna, απόφοιτη του Προγράμματος Υποτροφιών για Δημοσιογράφους του Ινστιτούτου μας και ανταποκρίτρια με βάση τη Γάζα για το ειδησεογραφικό μέσο The National με έδρα τα ΗΑΕ. H Mohanna, που επικοινώνησε μαζί μου με σειρά μηνυμάτων στο WhatsApp και φωνητικών σημειώσεων λόγω προβλημάτων στη σύνδεση, θεωρεί ότι ο εξοπλισμός που υποτίθεται βοηθά στην αναγνώριση των δημοσιογράφων σε ζώνες συγκρούσεων, δεν εξυπηρετεί κανέναν ουσιαστικό σκοπό σε αυτόν τον πόλεμο.
«Ακόμη κι αν φοράς το αλεξίσφαιρο γιλέκο σου και το κράνος σου, φέρεις πάνω σου την ένδειξη “PRESS” (σ.σ.:Τύπος) και μετακινείσαι με όχημα που φέρει το τηλεοπτικό λογότυπο, όλα αυτά δεν σε προστατεύουν», αναφέρει. Η ElSayed συνεχίζει. Πιστεύει ότι ο προστατευτικός εξοπλισμός της στην πραγματικότητα βάζει έναν στόχο στην πλάτη της: «Έχουμε φτάσει στο σημείο όπου όταν φοράμε τα δημοσιογραφικά γιλέκα μας νοιώθουμε ότι βάζουμε τον εαυτό μας σε κίνδυνο. Φοβόμαστε να τα φορέσουμε, επειδή δεν θέλουμε να προσδιοριστούμε ως δημοσιογράφοι.»
Οι δημοσιογράφοι στη Γάζα δεν έχουν τη δυνατότητα να καλύψουν τον πόλεμο από το περιθώριο και να αναζητήσουν ένα ασφαλές καταφύγιο όταν χρειαστεί. Διαμένουν κατά μήκος της Λωρίδας μαζί με τους συνεργάτες και τις οικογένειές τους και εν μέσω αυτού που οι Financial Times περιέγραψαν ως «μια ολέθρια βομβαρδιστική εκστρατεία».
«Δεν υπάρχει καμία ασφάλεια στη Γάζα», λέει η Mohanna. «Ακόμη και κατά τη διάρκεια αναμετάδοσης, τίποτα δεν είναι ασφαλές γύρω σου.» Την Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου, ο Wael Dahdouh και ο συνάδελφος από το Al Jazeera Samer Abu Daqqa τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια επίθεσης από μη επανδρωμένα σκάφη στην πόλη Khan Younis.
Η Πρόεδρος Ginsberg της CPJ αντηχεί το ίδιο συναίσθημα. «Έχουμε κοινοποιήσει βασικές οδηγίες ασφαλείας και εξακολουθούμε να ασκούμε πίεση στις κυβερνήσεις να επιτρέψουν την προμήθεια ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού, αλλά πουθενά στη Γάζα δεν υπάρχει επί του παρόντος ασφάλεια και κανένας ατομικός προστατευτικός εξοπλισμός δεν είναι δυνατόν να σε προστατέψει από τέτοιας κλίμακας βομβαρδισμούς.»
Το τραύμα της πρώτης γραμμής
Το ψυχολογικό τίμημα για τους δημοσιογράφους που καλύπτουν τον πόλεμο στη Γάζα.
Παρακολουθώντας τον πόλεμο από μακριά
Ο ανεξάρτητος δημοσιογράφος και σκηνοθέτης Yousef Alhelou κατάγεται από τη Γάζα, αλλά επί του παρόντος έχει έδρα στο Λονδίνο και παρακολουθεί τον πόλεμο από μακριά. Είναι επίσης απόφοιτος του Προγράμματος Υποτροφιών για Δημοσιογράφους του Ινστιτούτου μας και έχει καλύψει στο παρελθόν πολλούς πολέμους στη Γάζα.
Ο Alhelou συνομιλεί σε διάφορες ομάδες στο WhatsApp με δημοσιογράφους που εργάζονται επιτόπου και μοιράζονται μαζί του κάποιες από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν αυτήν τη στιγμή.
«Δεν έχεις καταφύγιο ούτε γραφείο, δυσκολεύεσαι να φορτίσεις το κινητό σου και εξαντλούνται τα δεδομένα σου στο διαδίκτυο», αναφέρει. «Πολλοί δημοσιογράφοι δεν διαθέτουν αυτά τα γιλέκα ή τα κράνη. Πολλοί αδυνατούν να βρουν φαγητό ή ακόμη και πόσιμο νερό. Δεν υπάρχουν τουαλέτες και το μπάνιο αποτελεί όνειρο θερινής νυκτός.»
Την Τετάρτη, η δημοσιογράφος του CNN Clarissa Ward έγινε η πρώτη ξένη ανταποκρίτρια που εισήλθε στη Γάζα χωρίς να έχει ενσωματωθεί στις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις. Κατάφερε να εισέλθει στη Λωρίδα με μια ιατρική ομάδα από τα Εμιράτα και αναμετέδωσε τα όσα είδε σε ένα από τα νοσοκομεία. Η Ward χαιρέτισε το κουράγιο των Παλαιστίνιων συναδέλφων της, οι οποίοι καλύπτουν τον πόλεμο από τοπικά και διεθνή ειδησεογραφικά μέσα τους τελευταίους δύο μήνες.
Οι περισσότερες αναμεταδόσεις γίνονται από δημοσιογράφους που ζουν ήδη στη Λωρίδα, παρά τον αγώνα τους να εκτελέσουν βασικά δημοσιογραφικά καθήκοντα.
«Τις περισσότερες ώρες αναζητώ σύνδεση στο διαδίκτυο για να στείλω τη δουλειά μου», λέει η Mohanna. «Φεύγω από το σπίτι και ψάχνω ένα μέρος με σύνδεση στο διαδίκτυο, κάποιο καφενείο, κάτι… Δεν είναι εύκολο για εμάς να εργαζόμαστε υπό αυτές τις συνθήκες. Κάποιες φορές αναγκάζομαι να παραδίδω τα άρθρα μου (στους συναδέλφους μου) δια τηλεφώνου».
Ο Alhelou θεωρεί ότι αυτές οι συνθήκες επηρεάζουν πολλούς από τους συναδέλφους του στη Γάζα. «Η αντοχή των δημοσιογράφων έχει κλονισθεί, αλλά στην τελική είμαστε άνθρωποι», αναφέρει. «Δεν είμαστε υπερήρωες. Πολλοί δημοσιογράφοι ανησυχούν και δεν κοιμούνται αρκετά. Λένε «είναι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε. Είμαστε τα μάτια του κόσμου. Θα συνεχίσουμε να αναμεταδίδουμε ό,τι κι αν γίνει».
Οι δημοσιογράφοι βρίσκονται στο στόχαστρο;
Παρά το γεγονός ότι η ElSayed έχει καλύψει προηγούμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις στη λωρίδα της Γάζας, θεωρεί ότι αυτός ο πόλεμος διαφέρει κατά πολύ από κάθε άλλο που έχει καλύψει. «Τα πάντα αποτελούν στόχο και δέχονται πυρά και ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη στοχοποίηση δημοσιογράφων», αναφέρει.
Το Ισραήλ διαψεύδει ότι στοχοποιεί δημοσιογράφους. Αλλά μετά από τρεις εβδομάδες στον πόλεμο, η κυβέρνησή του προειδοποίησε το Reuters και το AFP ότι δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια των ανταποκριτών τους στη Λωρίδα.
Η προειδοποίηση ήρθε 10 ημέρες αφότου ο φωτορεπόρτερ του Reuters Issam Abdallah σκοτώθηκε από πυρά Ισραηλινού άρματος στα σύνορα του Λιβάνου. Έξι άλλοι ανταποκριτές τραυματίστηκαν κατά το ίδιο συμβάν, μεταξύ αυτών εκείνοι που εργάζονται για το AFP και το Al Jazeera, που φαινόταν ξεκάθαρα ότι ήταν δημοσιογράφοι όταν δέχθηκαν πυρά. Έρευνα που ξεκίνησε από κοινού από το Reuters, το AFP, το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και τη Διεθνή Αμνηστία κατέληξε αργότερα ότι αυτή ήταν «πιθανώς άμεση επίθεση κατά αμάχων που πρέπει να διερευνηθεί ως έγκλημα πολέμου.»
Σε μια κίνηση που πάγωσε πολλούς ανταποκριτές στη Γάζα, το γραφείο του Benjamin Netanyahu υπαινίχθηκε ότι κάποιοι Παλαιστίνιοι ανταποκριτές είναι «συνεργοί σε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», αφότου μια φερόμενη επιτροπή ελέγχου ΜΜΕ κατηγόρησε αρκετούς ανεξάρτητους φωτορεπόρτερ που εργάζονται σε ειδησεογραφικά μέσα ανά τον κόσμο ότι είχαν πληροφορίες εκ των προτέρων για τις επιθέσεις που διέπραξε η Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου και που είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο περισσοτέρων από 1.200 ανθρώπους.
Ο Alhelou αναφέρει ότι οι δημοσιογράφοι που ταυτοποιούνται σε αυτές τις εκθέσεις τώρα κρύβονται ή κρατούν ένα πολύ χαμηλό προφίλ. Πολλά ειδησεογραφικά πρακτορεία, συμπεριλαμβανομένου του Reuters, επεσήμαναν ότι δεν θα μπορούσαν να γνωρίζουν την επίθεση εκ των προτέρων. Κάποιοι από αυτούς τους δημοσιογράφους δέχτηκαν θανάσιμες απειλές μετά τη δημοσίευση των κατηγοριών. Λίγες ημέρες αργότερα, οκτώ μέλη της οικογένειας ενός εκ των δημοσιογράφων, του Yasser Qudih, σκοτώθηκαν από επίθεση με ρουκέτες στο σπίτι τους από Ισραηλινούς.
Αποτελούν στόχο του Ισραήλ οι δημοσιογράφοι στη Γάζα; «Είναι εξαιρετικά δύσκολο να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι αποτελούν εσκεμμένα στόχο», αναφέρει η Ginsberg από την CPJ. Αλλά επισημαίνει στις εκθέσεις ότι «το Ισραήλ ήταν υπεύθυνο για την επίθεση» στο νότιο Λίβανο, κάτι για το οποίο οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις θα έπρεπε να λογοδοτήσουν.
Εάν οι δημοσιογράφοι έχουν αποτελέσει στόχο, αναφέρει η Ginsberg, αυτό θα συνιστούσε «έγκλημα πολέμου» και θα έπρεπε να αντιμετωπισθεί αναλόγως. Τονίζει επίσης ότι οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις έχουν σκοτώσει τουλάχιστον 22 δημοσιογράφους σε διάστημα 20 ετών πριν από τις 7 Οκτωβρίου. «Καμία ευθύνη δεν έχει αποδοθεί για αυτούς τους θανάτους», αναφέρει.
Δύσκολες αποφάσεις
Κατά τη συνομιλία μου με την ElSayer, ήταν απόγευμα στη Γάζα και τα τέσσερά της παιδιά είχαν μόλις φάει λίγα μπισκότα. Ήταν το πρώτο τους γεύμα από τις 4.00μμ της προηγούμενης ημέρας.
«Η πεντάχρονη κόρη μου προσαρμόζεται ήδη σε αυτήν την κατάσταση», λέει η ElSayed. «Δεν μου λέει καν «Πεινάω», γιατί ξέρει ότι δεν έχω να της προσφέρω τίποτα. Έχουμε τα χρήματα, αλλά δεν υπάρχουν τρόφιμα να προμηθευτούμε.»
Η κάλυψη του πολέμου, προσπαθώντας ταυτόχρονα να επιβιώσουν κάτω από τους βομβαρδισμούς του Ισραήλ, σημαίνει ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους δημοσιογράφους στη Γάζα να διαχωρίσουν την επαγγελματική από την προσωπική τους ζωή.
«Αυτός ο πόλεμος είναι πολύ προσωπικός για εμάς», λέει η ElSayed. «Τον νοιώθουμε μέσα στο σπίτι μας και στην οικογένειά μας. Αδυνατώ να είμαι μια ανταποκρίτρια επικεντρωμένη πλήρως στη δουλειά της, γιατί επικεντρώνομαι επίσης και στην ασφάλεια της οικογένειάς μου.»
Ο φόβος ότι η εκτέλεση των δημοσιογραφικών καθηκόντων τους θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ευημερία των οικογενειών τους απασχολεί έντονα πολλούς άλλους δημοσιογράφους στη Γάζα. Η ElSayed θυμάται να φεύγει για τη δουλειά της μια μέρα και να χωρίζεται από την οικογένειά της όταν ο βομβαρδισμός απέκοψε τη μία περιοχή από την άλλη: «Μπορείς να με φανταστείς να πρέπει να βρίσκομαι στη δουλειά μου, κολλημένη στο γραφείο μας, και να μην μπορώ να πάω σπίτι μου; Να μην μπορώ καν να βεβαιωθώ ότι η οικογένειά μου είναι καλά;»
Η Mohanna, που είναι επίσης μητέρα, λέει ότι η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη. «Δεν είναι εύκολο για εμένα να φεύγω από το σπίτι, να χαιρετώ τα δύο μου παιδιά και να τα αφήνω για να κάνω την κάλυψή μου», αναφέρει. «Ακόμη και η ιδέα ότι μπορεί να μην επιστρέψω ποτέ κοντά τους με σκοτώνει. Εάν συνέβαινε κάτι σε εμένα, εγώ θα ήμουν η υπεύθυνη.»
Ανακαλώντας κάποιες από τις φρικιαστικές εικόνες που έχει ζήσει, μεταξύ αυτών «τους τραυματίες στα πατώματα των νοσοκομείων … το αίμα παντού … παιδιά σε άθλια κατάσταση υγείας,» η ElSayer διχάζεται κατά πόσο πρέπει να τις μοιραστεί με τον κόσμο.
Σε μια σύγκρουση όπου έχουν χάσει τη ζωή τους χιλιάδες παιδιά, επισημαίνει ότι η διστακτικότητά της ενδέχεται να οφείλεται στο γεγονός ότι είναι και η ίδια μητέρα, αλλά νοιώθει ότι έχει επίσης και μια επαγγελματική ευθύνη. «Το σκέφτομαι σαν τη δουλειά μου», αναφέρει. «Όταν βρίσκομαι έξω, στο πεδίο μάχης, πρέπει να το δείξω στον κόσμο. Πρέπει να δείξω στον κόσμο το τι συμβαίνει.»
Όσο καλύπτει τον πόλεμο για το Al Jazeera, η ElSayed εξακολουθεί να αναρωτιέται κατά πόσο η δημοσιογραφία της έχει αντίκτυπο. «Μετά από δύο μήνες, φτάνεις στο σημείο να νοιώθεις ότι δεν έχει νόημα», λέει. «Θα μπορούσες να το πεις ότι αισθάνεσαι αβοήθητος ή ότι έχεις χάσει ελπίδα.»
Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, το 85% των κατοίκων της Γάζας έχουν εκτοπισθεί λόγω του τωρινού πολέμου. Οι δημοσιογράφοι δεν αποτελούν εξαίρεση. Έπρεπε κι εκείνοι να λάβουν τη δύσκολη απόφαση να μετεγκατασταθούν σε άλλες περιοχές της Λωρίδας.
Το σπίτι της Mohanna υπέστη μερικές ζημίες από το βομβαρδισμό και εκείνη και η οικογένειά της αναγκάστηκαν να μετεγκατασταθούν δύο φορές από την έναρξη του πολέμου.
Η ElSayed αρχικά μετακινήθηκε στα νότια της Γάζας, όπου τα είδη πρώτης ανάγκης, μεταξύ αυτών το καθαρό πόσιμο νερό, ήταν τόσο ανεπαρκή που διακινδύνευσε να κάνει το επικίνδυνο ταξίδι πίσω στο βορά. «Τηλεφώνησα στο διευθυντή μου και του είπα ότι εάν πρόκειται να πεθάνω, θα πεθάνω από βόμβα», λέει. «Δεν θέλω να πεθάνω από τη δίψα.» Η ElSayed και η οικογένειά της εκτοπίστηκαν τέσσερις φορές τους τελευταίους δύο μήνες.
«Η ιστορία δεν θα τελειώσει σύντομα»
Μιλώντας από το Λονδίνο, o Alhelou εργάζεται επί του παρόντος πάνω σε ένα ντοκιμαντέρ με πλάνα λίγων μηνών πριν, προτού καταστραφούν πολλά από τα κτίρια στη λωρίδα της Γάζας.
«Είμαστε τυχεροί που επισκεφτήκαμε τη Γάζα προτού καταστραφεί», αναφέρει. «Τα πλάνα που έχω θα παραμείνουν στη συλλογική μνήμη μας για τις επόμενες γενιές. Είμαι ευγνώμων και ταυτόχρονα θλιμμένος που επισκέφτηκα τη Γάζα, η οποία είναι πλέον κατεστραμμένη.»
Ο Alhelou γνωρίζει ότι η Γάζα θα εξακολουθήσει να βρίσκεται στα πρωτοσέλιδα για τα επόμενα χρόνια και είναι αποφασισμένος να γίνει μέρος μιας ισχυρής κοινότητας δημοσιογράφων που θα αναμεταδίδουν επιτόπου και θα μοιράζονται με τον κόσμο τα όσα βλέπουν. «Μόλις υπάρξει παύση πυρός, θα πάω εκεί,» αναφέρει «γιατί η ιστορία αυτή δεν θα τελειώσει σύντομα.»
Για την ώρα, οι δημοσιογράφοι που βρίσκονται στο πεδίο εξακολουθούν να αναμεταδίδουν από τα χαλάσματα και από θαλάμους νοσοκομείων, με την ελπίδα ότι ο κόσμος θα δώσει προσοχή στην καταστροφή που υπάρχει γύρω τους.
«Συχνά νοιώθω να παραλύω και αδυνατώ να μιλήσω για τα όσα βλέπω.» λέει η Mohanna. «Είδα ένα μικρό παιδί να κλαίει επειδή έχανε τον πατέρα του, επειδή είδε τον πατέρα του στα τελευταία του. Με ρωτούσε συνέχεια «Που είναι ο μπαμπάς μου; Θέλω τον μπαμπά μου πίσω. Πως μπορείς να τα βγάλεις πέρα με αυτήν την κατάσταση; Πως θα καλύψεις μια ιστορία σαν αυτή; Τι κάνεις όταν βλέπεις επτά μηνών παιδιά με το σώμα τους καλυμμένο ολόκληρο με αίμα;»
Η Mohanna εξηγεί την απογοήτευσή της: «Βλέπεις αυτά τα παιδιά και δεν μπορείς να τα παρηγορήσεις. Δεν μπορείς να τους προσφέρεις προστασία και νοιώθεις να παραλύεις. Αυτά τα πράγματα σε παγώνουν και σε κάνουν να αισθάνεσαι άχρηστος. Δεν μπορείς να μεταφέρεις στον κόσμο τα όσα βλέπεις. Τίποτα δεν μπορεί να το περιγράψει. Τίποτα δεν μπορεί να περιγράψει πραγματικά τα όσα αισθάνεσαι.»