Η Δρ. Μαρίνα Ελευθεριάδου, επιστημονική σύμβουλος του ενθέτου «Τα Οπλοστάσια της Μέσης Ανατολής» αναλύει τη γεωπολιτική σημασία της Μέσης Ανατολής, τις πολυπλοκότητες της περιοχής και τη διαρκώς αυξανόμενη ανάγκη για έρευνα και μελέτη.
Ισραήλ και Χαμάς συμφώνησαν σε κατάπαυση του πυρός. Αυτό, δεν σημαίνει ότι θα μπει ένα ειρηνικό τέλος στον καταστροφικό πόλεμο

Η εφαρμογή κατάπαυσης του πυρός δεν αποτελεί πανάκεια για έναν πόλεμο και δεν πρόκειται να γιατρέψει τις πληγές του εκτοπισμού, της πείνας και των ανθρώπινων απωλειών που βιώνουν Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι – πληγές που άνοιξαν πριν από τις 7 Οκτωβρίου και αναμφίβολα θα παραμείνουν ανοιχτές και στο μέλλον.
Η Μέση Ανατολή είναι το νεκροταφείο των μεγάλων θεωριών διεθνών σχέσεων, όπως συχνά λέγεται. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, η Μέση Ανατολή ενδείκνυται για τη μελέτη τους, όχι μόνο γιατί παρουσιάζει μεγάλη συγκέντρωση ζητημάτων και φαινομένων που ενδιαφέρουν όσους μελετούν τη διεθνή πολιτική, αλλά και διότι εξαιτίας της γεωπολιτικής της σημασίας ανέκαθεν υπήρξε σηματοδότης των διεθνών περιδινήσεων και μετατοπίσεων. Πράγματι, από τη Μέση Ανατολή προήρθε η πρώτη μεγάλη − μη-κρατική − αμφισβήτηση της αμερικανικής ηγεμονίας μέσω του ριζοσπαστικού ισλαμισμού. Ομοίως, εκεί φάνηκαν τα πρώτα σημάδια φθοράς της αμερικανικής ισχύος, καθώς η ανάδειξη του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» σε βασικό στρατηγικό προσανατολισμό και η εμπλοκή σε έναν ακόμα «αιώνιο πόλεμο» στο Αφγανιστάν, όχι μόνο οδήγησαν σε αδιανόητη σπατάλη πόρων αλλά έφθειραν ανεπανόρθωτα και το γόητρο των ΗΠΑ. Στη Μέση Ανατολή, τέλος, μπορεί κανείς να διακρίνει ενδείξεις μετατοπίσεων στην παγκόσμια και περιφερειακή ισορροπία ισχύος.
Θα μπορούσε να προτείνει κανείς πληθώρα δεικτών για να αποτυπωθούν αυτές οι τάσεις, αλλά κανένας δεν σηματοδοτεί την αστάθεια και τη μετάβαση στη διεθνή πολιτική όσο οι εξοπλισμοί. Τα στοιχεία και οι αναλύσεις που συνθέτουν τον φάκελο «Τα Οπλοστάσια της Μέσης Ανατολής» σκιαγραφούν μια εικόνα κάθε άλλο παρά ειρηνική ή καθησυχαστική. Ένα συνονθύλευμα δρώντων − κράτη, λαθρέμποροι και αντάρτες − εμπλέκονται στη διακίνηση, πώληση και ανάπτυξη οπλισμού κάθε είδους: από μικρά όπλα μέχρι πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές. Σύμφωνα με το Stockholm International Peace Research Institute (SIPRI), οι στρατιωτικές δαπάνες των χωρών της περιοχής έχουν υπερδιπλασιαστεί σε αξία τα τελευταία είκοσι χρόνια (από 91,39 δισ. δολάρια το 2003 σε 200,43 δισ. δολάρια το 2023). Το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών κατευθύνεται σε εισαγωγές όπλων, οι οποίες παρά τις ετήσιες διακυμάνσεις ακολουθούν μια ανοδική πορεία κατά την τελευταία δεκαετία. Εξίσου αξιοσημείωτος είναι ο ρόλος των εγχώριων στρατιωτικών βιομηχανιών, με την Τουρκία και το Ισραήλ να αναδεικνύονται σε βασικούς παραγωγούς και εξαγωγείς όπλων.
Τα συμβατικά όπλα αποτελούν μία μόλις όψη του ζητήματος. Η περιοχή βρίσκεται υπό τη σκιά ενός πυρηνικού ντόμινο. Οι πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν είναι γνωστές. Οι κατά καιρούς εκτιμήσεις − συχνά με ακρίβεια ημερών − για τον χρονικό ορίζοντα απόκτησης πυρηνικών όπλων προκαλούν θυμηδία, αλλά είναι αδιαμφισβήτητο ότι το Ιράν θεωρεί τα πυρηνικά όπλα ως το έσχατο όπλο αποτροπής, ιδίως μετά την απώλεια της Συρίας, την αποδυνάμωση της Χεζμπολάχ και τις εντεινόμενες απειλές από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ. Ωστόσο, η απόκτηση πυρηνικών όπλων από το Ιράν δεν αποτελεί μόνο πλήγμα στην αρχή μη διάδοσης των πυρηνικών, με την προσθήκη μιας επιπλέον πυρηνικής δύναμης στην περιοχή μετά το Ισραήλ, το οποίο δεν αναγνωρίζει βέβαια επισήμως ότι διαθέτει πυρηνικά όπλα. Κάποιοι θεωρητικοί της πυρηνικής αποτροπής μπορεί μάλιστα να ισχυριστούν ότι θα επιφέρει μεγαλύτερη σταθερότητα, καθώς ο κίνδυνος πυρηνικού ολέθρου θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση. Η μεγαλύτερη απειλή για την περιοχή ενδεχομένως βρίσκεται στην πιθανότητα να πυροδοτήσει μια πυρηνική κούρσα που θα συμπεριλάβει και άλλες χώρες, μεταξύ άλλων τη Σαουδική Αραβία και την Τουρκία, οδηγώντας σε μια ανεξέλεγκτη πυρηνικοποίηση της περιοχής, αυξάνοντας εκθετικά την πιθανότητα του λάθους.
Ο κίνδυνος αυτός γιγαντώνεται αν προσθέσουμε στην ανάλυση δρώντες πέρα από τα κράτη. Η συζήτηση για την επιστροφή της αντιπαράθεσης των μεγάλων δυνάμεων συχνά «αποκρύπτει» τον ρόλο των μη-κρατικών δρώντων στην περιοχή και δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει το ενδεχόμενο κάποιοι εξ αυτών να θελήσουν να χρησιμοποιήσουν «βρώμικες βόμβες» με την προσθήκη ραδιενεργού υλικού. Και αν η χρήση πυρηνικών από ένοπλους μη-κρατικούς δρώντες φαντάζει μακρινό σενάριο, τα συμβατικά όπλα συνεχίζουν να φθάνουν στα χέρια τους ανεμπόδιστα.
Στα άρθρα που ακολουθούν σκιαγραφούνται οι δαιδαλώδεις διαδρομές φορτίων όπλων που θα μπορούσαν να εμπνεύσουν τα καλύτερα κατασκοπευτικά θρίλερ. Εταιρείες-φαντάσματα, διευθύνοντες σύμβουλοι με πολλαπλές ταυτότητες και ιδιότητες και ένας στόλος αεροσκαφών και πλοίων, που κυριολεκτικά περνούν κάτω από τα ραντάρ των Αρχών, συνθέτουν ένα πολύπλοκο δίκτυο όπου δύσκολα μπορεί κανείς να εντοπίσει με βεβαιότητα την προέλευση και τον προορισμό του οπλισμού. Παράλληλα, ένοπλοι μη-κρατικοί δρώντες στη Συρία, στο Ιράκ, στον Λίβανο, στην Παλαιστίνη και στην Υεμένη μεταξύ άλλων, παραμένουν σημαντικοί φορείς βίας, όπως αποτυπώνεται γλαφυρά στα γραφήματα που συνοδεύουν τα άρθρα. Και αυτοί με τη σειρά τους προμηθεύονται οπλισμό από φιλικές χώρες, στο πλαίσιο πολέμων δι’ αντιπροσώπων, και αντίπαλες (κρατικές) δυνάμεις, που είτε εγκαταλείπουν κατά την υποχώρηση τον οπλισμό τους είτε βυθισμένες στη διαφθορά και το χαμηλό ηθικό των στρατιωτικών τους δυνάμεων τούς τα διοχετεύουν με στόχο τον προσωπικό τους πλουτισμό. Η ταχεία κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ και η κατάληψη αστραπή του Χαλεπίου και της Δαμασκού αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα αμφοτέρων. Ενώ η Hayat Tahrir al-Sham και ο ηγέτης της Αμπού Μοχάμεντ αλ-Τζουλάνι (πλέον Άχμεντ αλ-Σάρα’α) επιζητούν τη διεθνή αναγνώριση, οι Χούθι όχι μόνο ελέγχουν τον κρατικό μηχανισμό σε μεγάλο μέρος της βόρειας Υεμένης, αλλά παρουσιάζουν όλα τα στοιχεία «κρατικής υπόστασης», πλην της αναγνώρισης. Παρουσιάζουν μάλιστα αξιοσημείωτη για μη-κρατικό δρώντα ικανότητα προβολής ισχύος σε περιφερειακό επίπεδο, καθώς είναι σε θέση να πλήττουν στόχους πολύ πέρα από τους αντιπάλους τους στην Υεμένη και να «ρυθμίζουν» τις παγκόσμιες εμπορικές ροές μέσω επιθέσεων σε πλοία που διέρχονται από την Ερυθρά Θάλασσα. Για να το επιτύχουν αυτό, έχουν οικοδομήσει ένα σύνθετο δίκτυο εξοπλιστικών ροών που πέρα από τον συνήθη ύποπτο, Ιράν, εμπλέκει γειτονικές χώρες όπως η Σομαλία. Ταυτόχρονα, οι Χούθι είναι σε θέση να αναπτύσσουν δικά τους όπλα, γεγονός που καταδεικνύει ότι η πολεμική καινοτομία δεν περιορίζεται στα κράτη με αναπτυγμένη στρατιωτική βιομηχανία, αλλά αντιθέτως βρισκόμαστε σε μια εποχή «εκδημοκρατισμού της τεχνολογίας» που επιτρέπει σε μη-κρατικούς δρώντες να έχουν πρόσβαση σε υψηλή τεχνολογία προηγουμένως διαθέσιμη μόνο σε κράτη.
Συνοψίζοντας, δεν χωρά αμφιβολία ότι η Μέση Ανατολή βρίσκεται σε αναβρασμό. Τα άρθρα που ακολουθούν τον σκιαγραφούν υπό το πρίσμα της ένοπλης βίας και των όπλων που τον τροφοδοτούν. Το εγχείρημα της αποτύπωσης των ροών και των εμπλεκόμενων μερών είναι εξαιρετικά απαιτητικό αλλά συγχρόνως απαραίτητο. Προσφέρει μια αποσπασματική αλλά συνάμα αποκαλυπτική θεώρηση των τεκταινόμενων στην περιοχή, μια θεώρηση που δεν αρκείται σε γενικόλογες αναλύσεις και άτοπα ευχολόγια, αλλά βασίζεται σε στοιχεία και ορθή τεκμηρίωση. Από την άποψη αυτή, ο φάκελος Τα Οπλοστάσια της Μέσης Ανατολής αποτελεί απαραίτητο «οδηγό» για την κατανόηση του παρόντος και του μέλλοντος της Μέσης Ανατολής.
Διαβάστε όλα τα άρθρα και τις αναλύσεις του ενθέτου «Τα οπλοστάσια της Μέσης Ανατολής» εδώ.
Η πρώτη έντυπη δημοσίευση του άρθρου έγινε στις 22 Φεβρουαρίου από την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο».