Feature

Οι δολοφονίες δημοσιογράφων από το Ισραήλ ακολουθούν ένα μοτίβο φίμωσης των παλαιστινιακών μέσων που ξεκινά από το 1967

Γράφει, για το The Conversation, η Μάχα Νασάρ, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Τμήμα Μεσανατολικών και Βορειοαφρικανικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνας.

Το παρόν κείμενο της Μάχα Νασάρ, Αναπληρώτριας Καθηγήτριας στο Τμήμα Μεσανατολικών και Βορειοαφρικανικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνας, αρχικά δημοσιεύθηκε στο The Conversation στις 26 Αυγούστου 2025, με Creative Commons άδεια χρήσης. Μεταφράστηκε στα ελληνικά από το iMEdD και (ανα)δημοσιεύεται εδώ, κατόπιν άδειας. Δείτε την πρωτογενή δημοσίευση εδώ. Οι φωτογραφίες που περιλαμβάνονται στο παρόν είναι διαφορετικές από τις εικόνες του πρωτογενούς δημοσιεύματος.

Μετάφραση: Ανατολή Σταυρουλοπούλου

Feature

Όσο η ισραηλινή τηλεόραση «σιωπά» για τη Γάζα, άλλα μέσα της χώρας αποκαλύπτουν παρακολουθήσεις, ωμότητες και εγκλήματα πολέμου 

Δημοσιογράφοι από τα Haaretz, +972 Magazine και Hamakom Hachi Ham Bagehenom του Ισραήλ εξηγούν πώς καλύπτουν τη σύγκρουση για ένα κοινό που στρέφει αλλού το βλέμμα. 

Μεταξύ των 22 ανθρώπων που σκοτώθηκαν στις ισραηλινές επιθέσεις της 25ης Αυγούστου στο Νοσοκομείο Νάσερ στη Γάζα βρίσκονταν και πέντε δημοσιογράφοι. Μετά το κύμα διεθνούς κατακραυγής που ξέσπασε, το γραφείο του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου εξέδωσε ανακοίνωση, στην οποία ανέφερε ότι το Ισραήλ «εκτιμά το έργο των δημοσιογράφων». Οι αριθμοί, ωστόσο, δίνουν μια πολύ διαφορετική εικόνα.

Με αυτούς τους θανάτους ο συνολικός αριθμός των δημοσιογράφων που έχουν σκοτωθεί στη Γάζα μέσα σε δύο, σχεδόν, χρόνια πολέμου ανέρχεται σε 192. Η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (Committee to Protect Journalists —CPJ), o μη κερδοσκοπικός οργανισμός, που εδρεύει στις ΗΠΑ και συγκεντρώνει αυτά τα στοιχεία, κατηγορεί το Ισραήλ για τη «φονικότερη και συστηματικότερη εκστρατεία εξόντωσης και φίμωσης δημοσιογράφων» που έχει καταγραφεί έως τώρα. «Οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι απειλούνται, στοχοποιούνται και δολοφονούνται από τις ισραηλινές δυνάμεις, ενώ συλλαμβάνονται και βασανίζονται αυθαίρετα, ως αντίποινα για το έργο τους», προσθέτει η Επιτροπή.

Ως επιστήμονας που μελετά τη σύγχρονη παλαιστινιακή ιστορία, βλέπω τις σημερινές δολοφονίες δημοσιογράφων, φωτογράφων και άλλων επαγγελματιών των μέσων ενημέρωσης στη Γάζα ως συνέχεια μιας μακράς ιστορίας προσπαθειών φίμωσης των Παλαιστίνιων δημοσιογράφων από το Ισραήλ. Πρόκειται για μια ιστορία που ξεκινά από το 1967, όταν το Ισραήλ κατέλαβε τα παλαιστινιακά εδάφη της Δυτικής Όχθης, της Ανατολικής Ιερουσαλήμ και της Λωρίδας της Γάζας, μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών.

Πέρα από την τεράστια ανθρωπιστική τραγωδία, η σημερινή κατάσταση γίνεται ακόμα πιο δραματική λόγω των περιορισμών που έχει επιβάλει το Ισραήλ στην είσοδο ξένων μέσων στη Γάζα, με αποτέλεσμα οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι να είναι οι μόνοι που μπορούν να γίνουν μάρτυρες των καταστροφών και των δολοφονιών που συντελούνται, και να μεταφέρουν όσα συμβαίνουν στον υπόλοιπο κόσμο. Για του λόγου το αληθές, οι 200, περίπου, δημοσιογράφοι που έχουν σκοτωθεί από τις 7 Οκτωβρίου 2023 μέχρι σήμερα, ήταν σχεδόν όλοι Παλαιστίνιοι.

Μια ιστορία που κρατά δεκαετίες

Από τις πρώτες μέρες της κατοχής του 1967 το Ισραήλ επέβαλε αυστηρούς ελέγχους στην ενημέρωση, δημιουργώντας ένα νομικό και στρατιωτικό πλαίσιο που στόχευε στη λογοκρισία της παλαιστινιακής δημοσιογραφίας.

Τον Αύγουστο του 1967 ο στρατός εξέδωσε το Στρατιωτικό Διάταγμα 101, το οποίο ουσιαστικά ποινικοποιούσε τις «πολιτικές» συναθροίσεις και τα «προπαγανδιστικά» έντυπα στα κατεχόμενα εδάφη.

Παρά τους περιορισμούς, ωστόσο, η τοπική δημοσιογραφία επιβίωσε και αναπτύχθηκε. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, στα κατεχόμενα εδάφη κυκλοφορούσαν τρεις ημερήσιες εφημερίδες, πέντε εβδομαδιαίες και τέσσερα περιοδικά. Τα δημοφιλέστερα εξ αυτών έφταναν μέχρι και τα 15.000 αντίτυπα.

Ωστόσο, όλα τα παλαιστινιακά έντυπα υπάγονταν σε λογοκρισία από τον ισραηλινό στρατό. Κάθε βράδυ οι συντάκτες ήταν υποχρεωμένοι να στέλνουν δύο αντίτυπα από το υλικό προς δημοσίευση στους Ισραηλινούς λογοκριτές. Αυτό περιλάμβανε άρθρα, φωτογραφίες, διαφημίσεις, δελτία καιρού, ακόμα και σταυρόλεξα.

Οτιδήποτε θεωρούνταν, από τη λογοκρισία, «πολιτικά σημαντικό» έπρεπε να αφαιρεθεί πριν από τη δημοσίευση. Οι συντάκτες που παραβίαζαν αυτούς τους κανόνες ή κατηγορούνταν για συμμετοχή σε παλαιστινιακές οργανώσεις, μπορούσαν να συλληφθούν ή να απελαθούν. Ο αντίκτυπος αυτών των πρακτικών είναι αισθητός μέχρι σήμερα, καθώς το Ισραήλ συχνά κατηγορεί τους δημοσιογράφους που σκοτώνει ως μέλη της Χαμάς.

Στις 11 Αυγούστου 2025, Παλαιστίνιοι παρευρίσκονται στην κηδεία των δημοσιογράφων που σκοτώθηκαν σε ισραηλινό χτύπημα την προηγούμενη ημέρα, έξω από το Νοσοκομείο Αλ Σίφα στην Πόλη της Γάζας.
Στις 11 Αυγούστου 2025, Παλαιστίνιοι παρευρίσκονται στην κηδεία των δημοσιογράφων που σκοτώθηκαν σε ισραηλινό χτύπημα την προηγούμενη ημέρα, έξω από το Νοσοκομείο Αλ Σίφα στην Πόλη της Γάζας. Φωτογραφία: EPA/Mohammed Saber

Καθεστώς λογοκρισίας

Αυτοί, και πολλοί άλλοι, περιορισμοί, οδήγησαν στην πρώτη Ιντιφάντα κατά της ισραηλινής κατοχής τον Δεκέμβριο του 1987. Κατά τον πρώτο χρόνο της εξέγερσης οι ισραηλινές δυνάμεις φυλάκισαν 47 Παλαιστίνιους δημοσιογράφους, απαγόρευσαν προσωρινά οκτώ τοπικές και περιφερειακές εφημερίδες, ανακάλεσαν οριστικά τις άδειες δύο περιοδικών και έκλεισαν τέσσερα γραφεία Τύπου.

Παρόλο που ο στόχος του Ισραήλ με αυτούς τους περιορισμούς ήταν η επίδειξη δύναμης, οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι τους εξέλαβαν ως ένδειξη φόβου για την κάλυψη των γεγονότων από τους ίδιους.

Πολλοί πίστεψαν ότι οι Συμφωνίες του Όσλο, οι διαπραγματεύσεις, δηλαδή, μεταξύ του Ισραήλ και της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (Palestinian Liberation Organization -PLO) που ξεκίνησαν το 1993, θα παραχωρούσαν περισσότερες ελευθερίες στον Τύπο. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν συνέβη.

Οι ισραηλινές Αρχές συνέχισαν να λογοκρίνουν οτιδήποτε θεωρούσαν ότι αποτελεί «θέμα ασφαλείας», προχωρώντας σε ανακλήσεις δημοσιογραφικών ταυτοτήτων και επιθέσεις σε δημοσιογράφους που έκαναν ρεπορτάζ στο πεδίο.

Εν τω μεταξύ, η νεοσύστατη Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία δημιουργήθηκε στο πλαίσιο των Συμφωνιών του Όσλο, με στόχο την προσωρινή διοίκηση των παλαιστινιακών εδαφών, επέβαλε και αυτή με τη σειρά της ένα καθεστώς λογοκρισίας, συλλαμβάνοντας δημοσιογράφους και κλείνοντας μέσα ενημέρωσης που της ασκούσαν έντονη κριτική.

Δολοφονίες και ατιμωρησία

Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 οι ισραηλινές επιθέσεις κατά δημοσιογράφων στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας άρχισαν να αφήνουν πίσω τους θύματα. Το 2002 οι ισραηλινές δυνάμεις σκότωσαν τον Παλαιστίνιο φωτογράφο Ιμάντ Αμπού Ζάχρα (Imad Abu Zahra) στην Τζενίν, το 2003 τον Βρετανό σκηνοθέτη Τζέιμς Μίλερ (James Miller) στη Ράφα και το 2008 τον εικονολήπτη του Reuters Φαντέλ Σάνα (Fadel Shana) στη Γάζα.

Από το 2008 και μετά, καθώς οι συγκρούσεις μεταξύ ισραηλινών δυνάμεων και παλαιστινιακών ένοπλων ομάδων έγιναν πιο σφοδρές, οι δημοσιογράφοι εργάζονται μέχρι και σήμερα σε ολοένα πιο επικίνδυνες συνθήκες. Δέχονται φονικές επιθέσεις, ακόμα και σε ειρηνικές διαδηλώσεις, όπως στη «Μεγάλη Πορεία της Επιστροφής» το 2018, όπου οι ισραηλινές δυνάμεις πυροβόλησαν και σκότωσαν τους Παλαιστίνιους δημοσιογράφους Γιάσερ Μουρτάτζα (Yaser Murtaja) και Αχμέντ Αμπού Χουσέιν (Ahmed Abu Hussein), παρότι φορούσαν αλεξίσφαιρα γιλέκα με τη σήμανση «PRESS». Επιπλέον, τουλάχιστον 115 δημοσιογράφοι τραυματίστηκαν κατά την κάλυψη των μαζικών διαδηλώσεων, που κράτησαν έξι μήνες.

Οι βίαιες επιθέσεις, ωστόσο, δεν περιορίστηκαν σε Παλαιστίνιους της Γάζας. Τον Μάιο του 2022 η Παλαιστινιο–Αμερικανίδα δημοσιογράφος Σιρίν Αμπού Άκλεχ (Shireen Abu Akleh) δολοφονήθηκε στο προσφυγικό στρατόπεδο της Τζενίν. Πρόκειται για μία από τις διασημότερες Παλαιστίνιες ρεπόρτερ της εποχής, η απώλεια της οποίας προκάλεσε μαζικό κύμα πένθους. Εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου έδωσαν το «παρών» στην κηδεία της, κατά την οποία η ισραηλινή αστυνομία επιτέθηκε στους ανθρώπους που συνόδευαν το φέρετρο.

Νόμιμοι στρατιωτικοί στόχοι;

Το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο ορίζει ρητά ότι οι δημοσιογράφοι είναι άμαχοι και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να αποτελούν στόχους σε συνθήκες πολέμου. Αυτό ισχύει ακόμη και για τους πολεμικούς ανταποκριτές που καλύπτουν συγκρούσεις υπό την προστασία ένοπλων ομάδων.

Από την πλευρά τους, οι Iσραηλινοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι δεν στοχοποιούν δημοσιογράφους και ότι πλήττουν μόνο νόμιμους στρατιωτικούς στόχους, ισχυριζόμενοι ότι η Χαμάς χρησιμοποιεί κτίρια αμάχων ως ορμητήρια ή ότι ορισμένοι από τους δημοσιογράφους που σκοτώνονται είναι μαχητές.

Ωστόσο, οι ισχυρισμοί αυτοί διατυπώνονται συχνά χωρίς αποδείξεις οι οποίες να μπορούν να επαληθευτούν ανεξάρτητα. Για παράδειγμα, το Ισραήλ υποστήριξε ότι ο Μουρτάτζα, ο δημοσιογράφος που σκοτώθηκε στη Γάζα το 2018, ήταν μέλος ένοπλης οργάνωσης, χωρίς όμως να παρουσιάσει στοιχεία.

Στις 16 Μαΐου 2022, στη Βηθλεέμ της Δυτικής Όχθης, Παλαιστίνιοι περπατούν μπροστά από τοιχογραφία αφιερωμένη στη δημοσιογράφο του Al Jazeera, Σιρίν Αμπού Άκλεχ.
Στις 16 Μαΐου 2022, στη Βηθλεέμ της Δυτικής Όχθης, Παλαιστίνιοι περπατούν μπροστά από τοιχογραφία αφιερωμένη στη δημοσιογράφο του Al Jazeera, Σιρίν Αμπού Άκλεχ, που σκοτώθηκε, νωρίτερα τον ίδιο μήνα, κατά τη διάρκεια επιδρομής των ισραηλινών δυνάμεων στην πόλη Τζενίν. Φωτογραφία: EPA/Abed Al Hashlamoun

Στην περίπτωση της Αμπού Άκλεχ, οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι αρχικά ισχυρίστηκαν ότι ενδέχεται να σκοτώθηκε από Παλαιστίνιους μαχητές. Τελικά παραδέχθηκαν ότι υπήρχε «μεγάλη πιθανότητα» να σκοτώθηκε από ισραηλινά πυρά, αλλά υποστήριξαν ότι επρόκειτο για «ατύχημα» και, ως εκ τούτου, η κυβέρνηση δεν θα απήγγειλε κατηγορίες. Πρόσφατο ντοκιμαντέρ αντικρούει τον ισχυρισμό, ταυτοποιώντας, μάλιστα, τον Ισραηλινό στρατιώτη που φέρεται να την πυροβόλησε εσκεμμένα.

Κουλτούρα ατιμωρησίας

Ακόμα και πριν από τις πολύνεκρες επιθέσεις της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023, είχε ήδη διαμορφωθεί ένα καθεστώς ατιμωρησίας για τις ισραηλινές δυνάμεις που σκότωναν δημοσιογράφους –είτε «κατά λάθος» είτε σκόπιμα. Σε έκθεσή της τον Μάιο του 2023, η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων κατέληξε ότι το Ισραήλ ακολουθεί ένα «φονικό μοτίβο» χρήσης βίας εναντίον δημοσιογράφων, χωρίς να αποδίδονται ευθύνες.

Από τον Οκτώβριο του 2023 οι συνθήκες για τους δημοσιογράφους στη Γάζα έχουν γίνει ακόμα πιο επικίνδυνες. Το Ισραήλ εξακολουθεί να απαγορεύει την είσοδο διεθνών μέσων στη Λωρίδα της Γάζας, με αποτέλεσμα οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι να είναι συχνά οι μόνοι που καλύπτουν τα γεγονότα.

Πέρα από τις επικίνδυνες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, έρχονται αντιμέτωποι και με εκστρατείες συκοφάντησης από την ισραηλινή πλευρά, καθώς και με απειλές εναντίον των οικογενειών τους.

Οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι συχνά σπεύδουν στα σημεία των βομβαρδισμών, την ώρα που οι υπόλοιποι απομακρύνονται και πολλές φορές σκοτώνονται σε «διπλά χτυπήματα», όπου ισραηλινά μαχητικά αεροσκάφη και drones επιστρέφουν στο ίδιο σημείο και σκοτώνουν διασώστες και δημοσιογράφους που καλύπτουν την επιχείρηση.

Όλα αυτά έχουν τεράστιο προσωπικό κόστος για όσους εξακολουθούν να καλύπτουν τα γεγονότα στη Γάζα. Στις 25 Οκτωβρίου 2023, ο επικεφαλής του γραφείου του Al Jazeera στη Γάζα, Ουάελ αλ-Νταχντού (Wael al-Dahdouh), ήταν σε ζωντανή μετάδοση, όταν πληροφορήθηκε τον θάνατο της συζύγου, των δύο παιδιών και του εγγονού του σε ισραηλινό βομβαρδισμό. Την επόμενη μέρα επέστρεψε στον αέρα.

Και οι δολοφονίες συνεχίζονται. Στις 10 Αυγούστου 2025, ισραηλινές δυνάμεις σκότωσαν τον Ανάς αλ-Σαρίφ (Anas al-Sharif), έναν ακόμη σημαντικό ανταποκριτή του Al Jazeera, ο οποίος είχε παραμείνει στους δρόμους της Γάζας στη διάρκεια βομβαρδισμών που κράτησαν μήνες. Πέντε συνάδελφοί του σκοτώθηκαν, επίσης, στο ίδιο χτύπημα.

Η επίθεση στο Νοσοκομείο Νάσερ στις 25 Αυγούστου είναι απλώς το πιο πρόσφατο επεισόδιο αυτού του φονικού μοτίβου.

Καπνός υψώνεται καθώς το κτίριο καταρρέει μετά από ισραηλινή αεροπορική επιδρομή που έπληξε τον πύργο Αλ-Τζαλάα, ο οποίος στεγάζει διαμερίσματα και διάφορα μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων του Associated Press και του Al Jazeera, στην Πόλη της Γάζας, 15 Μαΐου 2021.
Ο πύργος Αλ-Τζαλάα, ο οποίος στεγάζει διαμερίσματα και διάφορα μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων του Associated Press και του Al Jazeera, καταρρέει μετά από ισραηλινή αεροπορική επιδρομή στην Πόλη της Γάζας, στις 15 Μαΐου 2021. Φωτογραφία: EPA/Mohammed Saber

Ανάμεσα στους πέντε δημοσιογράφους που σκοτώθηκαν βρίσκονταν και συνεργάτες του Reuters και του Associated Press, δύο διεθνών μέσων που διαμαρτύρονται συχνά για την απαγόρευση εισόδου δημοσιογράφων τους στη Γάζα.

Παρά τον κίνδυνο, διεθνή μέσα έχουν επανειλημμένα καλέσει το Ισραήλ να επιτρέψει την είσοδο ανεξάρτητων δημοσιογράφων στη Γάζα, ενώ πρόσφατα μια συμμαχία 27 χωρών άσκησε πίεση για πρόσβαση στη Λωρίδα.

Το Ισραήλ, ωστόσο, συνεχίζει να αρνείται. Έτσι, οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι παραμένουν οι βασικοί μάρτυρες της ανελέητης επίθεσης του Ισραήλ στη Γάζα. Και, καλύπτοντάς τη, χάνουν όλο και πιο συχνά τη ζωή τους. Το ερώτημα παραμένει αν η διεθνής κοινότητα θα θέσει το Ισραήλ προ των ευθυνών του.

The Conversation