Η μεθοδολογία εργασίας για την παρατήρηση του φαινομένου της ξηρασίας στην Ελλάδα.
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα πλήττεται από φυσικές καταστροφές μεγάλων διαστάσεων. Οι πυρκαγιές του Αυγούστου του 2021 και της πλημμύρας στη Μάνδρα της Αττικής το 2017 είναι δύο παραδείγματα, ενώ παρόμοια κατάσταση είναι και αυτή στη Ρόδο το 2023. Οι επιστήμονες συνδέουν τα γεγονότα αυτά με την κλιματική αλλαγή και προειδοποιούν για την επερχόμενη αύξησή τους τα επόμενα χρόνια. Μετά τις ξηρασίες του προηγούμενου χρόνου στη Νότια και Κεντρική Ευρώπη, δημιουργήθηκε η απορία για τη φαινομενική απουσία παρόμοιων καταστάσεων στην Ελλάδα: το ερώτημα είναι εάν παρόμοιος κίνδυνος υποβόσκει και, αν ναι, πόσο συχνά εμφανίζεται.
Συλλέγοντας τα δεδομένα
Τα δεδομένα για την ετήσια μέτρηση του δείκτη Standardized Precipitation and Evapotranspiration Index (SPEI) προέρχονται από την επίσημη ιστοσελίδα των επιστημόνων-δημιουργών του εν λόγω δείκτη ξηρασίας. Ο δείκτης βασίζεται στη βροχόπτωση και τη δυνητική εξατμισοδιαπνοή –δηλαδή, τον τρόπο με τον οποίο τα φυτά απελευθερώνουν νερό από το έδαφος στην ατμόσφαιρα, παγκοσμίως και ανά περιοχή, από το 1950 έως σήμερα. Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του δείκτη είναι μοντελοποιημένα και παρέχονται σε μορφή χάρτη του SPEI Global Drought Monitor, ο οποίος επιτρέπει την επιλογή και λήψη δεδομένων για συγκεκριμένες περιοχές, βάσει συντεταγμένων, με χωρική ανάλυση 0.5ο . Αυτό μεταφράζεται σε 55 χλμ. ανά μοναδιαίο τετράγωνο.
Με σκοπό να αναδειχθούν οι τάσεις της ξηρασίας στις διάφορες περιοχές, έχει ληφθεί υπόψη το λεγόμενο υδρολογικό έτος. Ο Δημήτρης Τίγκας, διδάκτορας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου με εξειδίκευση σε θέματα διαχείρισης υδατικών πόρων και ξηρασίας, σημειώνει πως, για τα ελληνικά δεδομένα, το υδρολογικό έτος ξεκινά τον Οκτώβριο και τελειώνει τον Σεπτέμβριο. Βάσει αυτού, έχουν χρησιμοποιηθεί οι τιμές του SPEI-12 για τον μήνα Οκτώβριο.
Στην ιστοσελίδα, τα δεδομένα παρέχονται προς ανάκτηση σε .csv αρχεία, στα οποία περιλαμβάνονται οι τιμές του SPEI για χρονική κλίμακα 1 έως και 48 μηνών. Συγκεντρώσαμε τα αρχεία δεδομένων για τις περιοχές της Αττικής, της ανατολικής Κρήτης, της ανατολικής Πελοποννήσου, της Ηπείρου, των Κυκλάδων και της Θεσσαλίας μέχρι και τον Οκτώβριο του 2022. Η επιλογή των περιοχών έγινε κατόπιν συζήτησης με τους ειδικούς Νίκη Ευελπίδου, Καθηγήτρια στο Τμήμα Γεωολογίας και Γεωπεριβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, και Δημήτρη Τίγκα αλλά και παρατήρησης των περιοχών με το εντονότερο πρόβλημα.
Οι θετικές τιμές εκφράζουν περισσότερο υγρές συνθήκες, ενώ οι αρνητικές τιμές πιο ξηρές συνθήκες, σε σχέση με τις κανονικές της εκάστοτε περιοχής. Ως «κανονικές συνθήκες» ορίζεται ο μέσος όρος μακράς περιόδου, τουλάχιστον 30 χρόνων, βάσει των προδιαγραφών που θέτει ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός. Για να θεωρήσουμε ένα διάστημα ως περίοδο ξηρασίας, πρέπει οι τιμές να τείνουν ή να είναι μικρότερες του -1.
Εφιστώντας την προσοχή
Μερικά σημεία τα οποία είναι σημαντικά για τη διαχείριση των δεδομένων και θα πρέπει να ληφθούν υπόψη:
- Η χρονιά 2023 δεν συμπεριλαμβάνεται στη μελέτη μας, καθώς το υδρολογικό έτος δεν έχει ολοκληρωθεί.
- Τα δεδομένα είναι μοντελοποιημένα, δηλαδή οι τιμές είναι κατα προσέγγιση. Όπως αναφέρει ο Δημήτρης Τίγκας, η ακρίβεια των τιμών του δείκτη ανά περιοχή μπορεί να επηρεαστεί από την επάρκεια μετρήσεων και τη χωρική κατανομή των μετεωρολογικών σταθμών, βάσει των οποίων πραγματοποιείται η μοντελοποίηση των πρωτογενών δεδομένων.
- Ο δείκτης SPEI δεν καταδεικνύει τον τύπο βροχόπτωσης, ούτε αν αυτός είναι βοηθητικός για τα εδάφη της περιοχής.