Όσο και να μας κάνει εντύπωση, η πλειοψηφία των Ελλήνων συχνά αποφεύγει να ενημερώνεται, με ποσοστό αρκετά μεγαλύτερο από το μέσο όρο άλλων χωρών.
Από τον Αντώνη Καλογερόπουλο, Επίκουρο Καθηγητή Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ, Ερευνητικό Συνεργάτη Reuters Institute for the Study of Journalism, Πανεπιστήμιο Οξφόρδης
Όταν μια είδηση φτάσει στο ευρύ κοινό στη Βρετανία, τότε λέγεται πως έχει διαπεράσει τον θόρυβό, “it has cut through the noise”. Αυτή η έκφραση ακούστηκε πρόσφατα για τα πάρτυ στην πρωθυπουργική κατοικία, όπου παραβιάστηκαν τα περιοριστικά μέτρα για τον κορονοϊό τη στιγμή που η χώρα βρισκόταν σε lockdown. Έρευνες στη Βρετανία δείχνουν πως σε γενικές γραμμές ένα μεγάλο ποσοστό του κοινού δεν έχει εικόνα για θέματα τα οποία απασχολούν τα μέσα ενημέρωσης. Για παράδειγμα, το 2018 μόνο μια μικρή μειοψηφία των Βρετανών άκουσε την είδηση για ένα σκάνδαλο (Windrush) που απασχόλησε για εβδομάδες τα μέσα ενημέρωσης και οδήγησε στην παραίτηση της τότε υπουργού Εσωτερικών.
Σύμφωνα με διεθνείς έρευνες το φαινόμενο αυτό παρατηρείται και στην Ελλάδα. Όσο και να μας κάνει εντύπωση, η πλειοψηφία των Ελλήνων συχνά αποφεύγει να ενημερώνεται, με ποσοστό αρκετά μεγαλύτερο από το μέσο όρο άλλων χωρών. Ωστόσο, όταν αναφερόμαστε στις παθογένειες της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα, η συζήτηση περιστρέφεται σχεδόν αποκλειστικά γύρω από άλλης φύσης σημαντικά ζητήματα όπως το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ΜΜΕ ή τις σχέσεις της δημοσιογραφίας με την πολιτική. Πολύ σπάνια συζητάμε για το κοινό που παρακολουθεί την ειδησεογραφία ή αυτούς που την αποφεύγουν. Ποιο να είναι το ποσοστό των Ελλήνων που δεν έχει εικόνα της κατάστασης στην Ουκρανία; Πόσοι/ες έχουν εικόνα για τις αιτίες της ενεργειακής κρίσης ή τις πολιτικές της κυβέρνησης και τις θέσεις της αντιπολίτευσης σχετικά με την αντιμετώπισή της; Όταν ένα μεγάλο κομμάτι του κοινού βρίσκεται στο σκοτάδι σχετικά με θέματα της πολιτικής επικαιρότητας υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στα επίπεδα δημοκρατικής συμμετοχής λόγω περιορισμένης ενημέρωσης, στην οικονομική υγεία των ανεξάρτητων ΜΜΕ εξαιτίας του συρρικνωμένου κοινού και διευκολύνεται η πολιτική διαφθορά μιας και η ερευνητική δημοσιογραφία χρειάζεται κοινό για να είναι αποτελεσματική.
Τα χαμηλά επίπεδα ενημέρωσης των Ελλήνων σχετίζονται και με την χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης για κατανάλωση ειδήσεων. Σύμφωνα με στοιχεία από το Digital News Report, τo 70% των Ελλήνων με σύνδεση στο διαδίκτυο ενημερώνονται συχνά από τα social media, ποσοστό μεγαλύτερο από τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες. Όμως έρευνες δείχνουν πως η χρήση social media για ειδήσεις δεν οδηγεί απαραίτητα σε υψηλά επίπεδα ενημέρωσης ειδικά σε σύγκριση με την απευθείας κατανάλωση ειδήσεων από τα μέσα ενημέρωσης. Μια πιθανή εξήγηση για αυτό το φαινόμενο είναι η αρχιτεκτονική των μέσων κοινωνικής δικτύωσης όπως το Facebook που δίνει έμφαση σε πολλές πληροφορίες ταυτόχρονα (λ.χ. σχόλια, βίντεο, ειδοποιήσεις), και πιθανώς οδηγεί σε κορεσμό.
Σε αυτό το περιβάλλον που συνυπάρχουν υψηλά επίπεδα αδιαφορίας και κορεσμός πληροφορίας, τα ΜΜΕ απευθύνονται σε μια μειοψηφία του δυνητικού τους κοινού. Τα ελληνικά ΜΜΕ καλύπτουν την επικαιρότητα κατά κανόνα με αποσπασματικό χαρακτήρα και δεν φαίνεται να επενδύουν στη διεύρυνση του κοινού τους. Ένας τρόπος για να γίνει αυτή η διεύρυνση περνά μέσα από την επεξηγηματική δημοσιογραφία που σπανίζει στην Ελλάδα. Η έλλειψή κουλτούρας επεξηγηματικής δημοσιογραφίας ήταν φανερή κατά τη διάρκεια των πολύ περίπλοκών ειδησεογραφικά φαινομένων, της οικονομικής κρίσης αλλά και της πανδημίας, όταν τα ρεπορτάζ ήταν γεμάτα από εξειδικευμένους όρους χωρίς διάθεση επεξήγησης ή σύνδεσης με παλαιότερες εξελίξεις, αυξάνοντας την σύγχυση του κοινού. Η επεξηγηματική δημοσιογραφία θα μπορούσε να καλύψει τα κενά του υπάρχοντος κοινού, να «διαπεράσει τον θόρυβο», αλλά και να φέρει πίσω κοινά που έχουν πάψει να ενδιαφέρονται για την επικαιρότητα.