Τα δεδομένα του Stockholm International Peace Research Institute (SIPRI) για τις διεθνείς εξοπλιστικές προμήθειες προς Ισραήλ, Συρία, Ιράν, Λίβανο, Υεμένη και Παλαιστίνη. Τι δείχνουν τα στοιχεία για το ύψος των προμηθειών και την προέλευσή τους.
Χρονιά «ρεκόρ» για τους θανάτους δημοσιογράφων
Τι λέει η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ) για το 2024-Το Ισραήλ υπεύθυνο για το 70% των θανάτων
Μελετώντας στοιχεία για τις μεταφορές όπλων προς τη Μέση Ανατολή, από το 2010 (στο τέλος του οποίου χρονολογείται το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης) έως και το 2023, προκύπτει ότι Σαουδική Αραβία, Αίγυπτος, Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Τουρκία και Ιράκ είναι, κατά σειρά, τα κράτη της ευρύτερης περιοχής που έχουν λάβει τις περισσότερες εξοπλιστικές προμήθειες. Ωστόσο, εστιάζοντας στο Ισραήλ, τη Συρία, το Ιράν, τον Λίβανο, την Υεμένη και την Παλαιστίνη, που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση την τελευταία διετία, και επιχειρώντας μια μεταξύ τους συγκριτική ανάλυση, διαπιστώνεται ότι οι περισσότερες μεταφορές όπλων έχουν γίνει, διαχρονικά αυτά τα 14 χρόνια, προς το Ισραήλ.
H βάση δεδομένων του SIPRI
Πρόκειται για στοιχεία που περιέχονται στη βάση δεδομένων για τις μεταφορές όπλων του Stockholm International Peace Research Institute (SIPRI), του ανεξάρτητου ερευνητικού ινστιτούτου με εστίαση στην έρευνα για τις συγκρούσεις, τον οπλισμό, τον έλεγχο των όπλων και τον αφοπλισμό. Οι εν λόγω μεταφορές αφορούν την προμήθεια μεγάλων συμβατικών όπλων (όπως αεροσκάφη, τεθωρακισμένα οχήματα, όπλα πυροβολικού, συστήματα αεράμυνας, πλοία και άλλα) για στρατιωτική χρήση, μέσω πωλήσεων, δωρεών, αδειών κατασκευής και, υπό προϋποθέσεις, δανεισμού ή μίσθωσης.
Όπως αναφέρει στην ιστοσελίδα του το SIPRI, για τη συγκρότηση και την επικαιροποίηση της βάσης δεδομένων, με τη σειρά του, το ίδιο βασίζεται σε επίσης ανοιχτές πρωτογενείς πηγές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το Μητρώο Συμβατικών Όπλων των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Register of Conventional Arms, UN Register), εθνικές εκθέσεις για τις εξαγωγές και τις εισαγωγές όπλων, έγγραφα αμυντικών προϋπολογισμών και κοινοβουλευτικά πρακτικά, δελτία Τύπου και ετήσιες εκθέσεις που δημοσιεύονται από εταιρείες παραγωγής όπλων, εφημερίδες, τηλεοπτικές μεταδόσεις και περιοδικά που ειδικεύονται σε στρατιωτικά θέματα.
Προκειμένου να είναι δυνατή η σύγκριση των δεδομένων αυτών, για τα διαφορετικά όπλα που παραδίδονται, και με σκοπό να μπορούν να εντοπιστούν γενικές τάσεις, το SIPRI έχει αναπτύξει, όπως εξηγεί στο δημοσιευμένο μεθοδολογικό του σημείωμα, «ένα μοναδικό σύστημα μέτρησης του όγκου των διεθνών μεταφορών μεγάλων συμβατικών όπλων, χρησιμοποιώντας μία κοινή μονάδα: την τιμή δείκτη τάσης (trendindicator value, TIV)». Αυτή η τιμή (SIPRI TIV) βασίζεται στο κόστος παραγωγής των όπλων, ενώ, εάν αυτό δεν είναι γνωστό, τα εκάστοτε όπλα συγκρίνονται με άλλα, λαμβάνοντας υπόψη κριτήρια όπως το μέγεθος, τα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά, το έτος παραγωγής και άλλα. Δεν πρέπει, δηλαδή, να συγχέεται με οικονομικά μεγέθη αγοραπωλησιών, καθώς προορίζεται να αντιπροσωπεύει τη μεταφορά στρατιωτικών πόρων, και όχι τις τιμές πώλησης, τη χρηματική αξία ή τα οικονομικά βάρη και οφέλη των εισαγωγών-εξαγωγών.
ΗΠΑ και Γερμανία εξοπλίζουν το Ισραήλ
Ενόψει της ετήσιας επικαιροποίησης της βάσης δεδομένων, με στοιχεία για το έτος 2024, η οποία αναμένεται να γίνει στις 10 Μαρτίου 2025, το iMEdD ανέλυσε τα δεδομένα προμηθειών που διατίθενται για τα προηγούμενα 14 χρόνια, προς τις έξι εμπλεκόμενες σε συγκρούσεις ζώνες της Μέσης Ανατολής: από το 2010 έως και το 2023, λοιπόν, στο Ισραήλ έχουν συνολικά παραδοθεί όπλα υπολογιζόμενης αθροιστικής αξίας 6,3 δισ. SIPRI TIV, με κύριες χώρες-προμηθευτές τις ΗΠΑ, τη Γερμανία και την Ιταλία.
Με τις ΗΠΑ να έχουν παραδώσει στο Ισραήλ όπλα εκτιμώμενης αθροιστικής αξίας 4,2 δισ. SIPRI TIV, τη Γερμανία να έχει μεταφέρει οπλισμό συνολικής αξίας 1,9 δισ. SIPRI TIV και την Ιταλία περίπου 282 εκατ. SIPRI TIV, οι τρεις χώρες έχουν συμμετάσχει στον εξοπλισμό του Ισραήλ κατά 66,1%, 29,4% και 4,5% αντίστοιχα. Στο σημείο αυτό, το γεγονός ότι τα στοιχεία του SIPRI αφορούν συνολικές μεταφορές όπλων, περιλαμβανομένων δωρεών όπως προαναφέρθηκε, έχει ιδιαίτερη σημασία: δεδομένου ότι, σε αντίθεση με τις άλλες χώρες της περιοχής, το Ισραήλ λαμβάνει μεγάλο μέρος του εξοπλισμού του με τη μορφή στρατιωτικής βοήθειας, κυρίως από τις ΗΠΑ, το εν λόγω ύψος της εκτιμώμενης αξίας των μεταφορών αυτών δεν συνεπάγεται ανάλογο κόστος για το Ισραήλ.
Από το 2010 έως και το 2012, στις μεταφορές όπλων προς το Ισραήλ είχε, επίσης, συμμετάσχει ο Καναδάς, με κινητήρες αεροσκαφών − η αθροιστική αξία των προμηθειών αυτών ανέρχεται στα 6 εκατ. SIPRI TIV, αντιστοιχώντας στο μόλις 0,1% επί του συνόλου.
Αεροσκάφη είναι το μεγαλύτερο μέρος των συνολικών προμηθειών προς το Ισραήλ, από το 2010 και έπειτα.
Αναλύοντας περαιτέρω τις συνολικές μελετώμενες προμήθειες προς το Ισραήλ, προκύπτει ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτών αφορά αεροσκάφη, υπολογιζόμενης αθροιστικής αξίας σχεδόν 3 δισ. SIPRI TIV), προερχόμενα κυρίως από τις ΗΠΑ (2,7 δισ. SIPRI TIV) και την Ιταλία (271 εκατ. SIPRI TIV).
Έπονται οι παραδόσεις πλοίων, υπολογιζόμενης αθροιστικής αξίας 1,37 δισ., προεχόμενα κυρίως από τη Γερμανία (το 1,3 δισ. SIPRI TIV) και, δευτερευόντως, από τις ΗΠΑ (40 εκατ. SIPRI TIV). Συγκεκριμένα, οι σημαντικά μεγαλύτερες μεταφορές εξοπλισμού από τη Γερμανία, καταγράφονται, αφενός, τα έτη 2014 και 2015, όταν παραδόθηκαν συνολικά δύο υποβρύχια κατηγορίας Dolphin II στο Ισραήλ, αλλά και τα έτη 2022 και 2023, οπότε φαίνεται ότι παραδόθηκαν συνολικά τέσσερις, δύο κατ’ έτος, φρεγάτες γερμανικής κατασκευής τύπου MEKO, κατόπιν παραγγελίας το 2015.
Πύραυλοι και τεθωρακισμένα οχήματα είναι, επίσης, σημαντικές προμήθειες προς το Ισραήλ, με την αθροιστική αξία τους να ανέρχεται στα περίπου 897 εκατ. και 604 εκατ. SIPRI TIV αντίστοιχα. Οι πύραυλοι μεταφέρονται επίσης από ΗΠΑ και Γερμανία, με την αξία αυτών των προμηθειών ανά χώρα να εκτιμάται στα περίπου 643 εκατ. και 254 εκατ. SIPRI TIV αντίστοιχα − στις προμήθειες αυτές, περιλαμβάνονται κατευθυνόμενες βόμβες και ρουκέτες, όπως επίσης τορπίλες κατά πλοίων και αντιαρματικοί πύραυλοι.
Οι δε παραδόσεις τεθωρακισμένων οχημάτων, που περιλαμβάνονται στη βάση δεδομένων του SIPRI για το διάστημα μελέτης, γίνονται αποκλειστικά από τις ΗΠΑ. Κινητήρες, όπλα πυροβολικού, συστήματα αεράμυνας, αισθητήρες και ναυτικά όπλα είναι μερικές από τις κατηγορίες οπλισμού που συμπληρώνουν τις προμήθειες προς το Ισραήλ.
Καλύπτοντας τη Γάζα – Ο πόλεμος και το ψυχικό τραύμα των δημοσιογράφων με τη Manisha Ganguly
Η Manisha Ganguly, επικεφαλής της οπτικής εγκληματολογίας και ανταποκρίτρια ερευνών του Guardian, μίλησε στο iMEdD κατά τη διάρκεια του Διεθνούς Φόρουμ Δημοσιογραφίας 2024 για την κάλυψη του πολέμου στη Γάζα μέσω OSINT.
Συστήματα αεράμυνας και πύραυλοι στη Συρία του Άσαντ
Ως προς τις συνολικές μεταφορές όπλων προς τους έξι παραλήπτες μελέτης κατά τα 14 έτη της ανάλυσης, το Ισραήλ ακολουθεί η Συρία του καθεστώτος Άσαντ, η οποία έχει λάβει οπλισμό εκτιμώμενης αθροιστικής αξίας σχεδόν 2,4 δισ. SIPRI TIV, κυρίως από τη Ρωσία (αξίας 2,1 δισ. SIPRI TIV) και, δευτερευόντως, από το Ιράν (243 εκατ. SIPRI TIV) και την Κίνα (20 εκατ. SIPRI TIV). Τα συστήματα αεράμυνας (αξίας 1,3 δισ. SIPRI TIV) και οι πύραυλοι αποτελούν τα κυριότερα εξοπλιστικά είδη προς τη Συρία.
Ιράν, Λίβανος και Υεμένη έπονται στην κατάταξη των μελετώμενων χωρών, με βάση την εκτιμώμενη αθροιστική αξία των εξοπλιστικών προμηθειών τους, η οποία υπολογίζεται στα 716 εκατ., 487 εκατ. και 430 εκατ. SIPRI TIV, αντίστοιχα. Στην περίπτωση της Υεμένης, που βρίσκεται σε εμφύλιο πόλεμο τα τελευταία δέκα χρόνια, το εν λόγω ύψος των μεταφορών δεν περιλαμβάνει εξοπλισμό προς τους Χούθι και αφορά προμήθειες που φέρεται να παραδόθηκαν προς το κράτος, από το 2010 έως και το 2022 − με τις προμήθειες αυτές να βαίνουν μειούμενες, ιδίως μετά το 2015. Η Παλαιστινιακή Αρχή εμφανίζεται να έχει λάβει τις σημαντικά λιγότερες προμήθειες, οι οποίες ανέρχονται στα 9,2 εκατ. SIPRI TIV και αφορούν αποκλειστικά τεθωρακισμένα οχήματα, προερχόμενα από τη Ρωσία και την Ιορδανία.
Το Ιράν εξοπλίζει τους Χούθι − Τουρκία και ΗΑΕ τους επαναστάτες της Συρίας
Εκτός από τα στοιχεία για τις κρατικές εξοπλιστικές προμήθειες, στη βάση δεδομένων περιλαμβάνονται, επίσης, πληροφορίες για μεταφορά συμβατικών όπλων προς μη κρατικούς δρώντες στην περιοχή: Ενδεικτικά, οι Χούθι στην Υεμένη φαίνεται να έχουν λάβει από το Ιράν, τα έτη 2017, 2022 και 2023, πυραύλους SAM και SSM, περιλαμβανομένων αντιπλοϊκών πυραύλων, εκτιμώμενης αθροιστικής αξίας 39,2 εκατ. SIPRI TIV, κατόπιν παραγγελιών που φέρεται να έχουν γίνει το 2015 και, κυρίως, το 2021.
Επίσης πυραύλους SSM, συνολικής αξίας 30 εκατ. SIPRI TIV, φαίνεται να έχει παραλάβει η Χεζμπολάχ του Λιβάνου, από τη Συρία, το 2010, αλλά, στην περίπτωσή της, δεν διατίθενται πληροφορίες για τα επόμενα έτη. Παράλληλα, οι επαναστάτες της Συρίας φαίνεται να έχουν λάβει, από άγνωστους, μη καταγεγραμμένους, προμηθευτές πυραύλους αθροιστικής αξίας 2 εκατ. SIPRI TIV, όπως επίσης τεθωρακισμένα οχήματα από την Τουρκία (1,8 εκατ. SIPRI TIV), τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (900 χιλ. SIPRI TIV) αλλά και τις ΗΠΑ (300 χιλ. SIPRI TIV). Αυτές οι εξοπλιστικές προμήθειες, η αθροιστική αξία των οποίων εκτιμάται ότι ανέρχεται στα περίπου 5 εκατ. SIPRI TIV, φαίνεται να έχουν γίνει τα έτη 2012, 2013, 2014, 2017 και 2019.
Αμερικανικά όπλα και στον Λίβανο σε ετήσια βάση
Πάντως, εστιάζοντας την ανάλυση στις μεταφορές συμβατικού οπλισμού προς τις έξι ζώνες ανά έτος, μεταξύ άλλων, καταδεικνύεται ένα στοιχείο που, αν και ισχύει διαχρονικά, ίσως εκπλήξει πολλούς: παράλληλα με τα δισεκατομμύρια προμηθειών προς το Ισραήλ, οι ΗΠΑ εξοπλίζουν και τον στρατό του Λιβάνου (κυρίως με πυραύλους, αλλά και με τεθωρακισμένα οχήματα, όπλα πυροβολικού, αεροσκάφη και πλοία), με την εκτιμώμενη αθροιστική αξία των προμηθειών αυτά τα 14 χρόνια να ανέρχεται στα 360,6 εκατ. SIPRI TIV και τον ετήσιο μέσο όρο της στα 28 εκατ. SIPRI TIV.
Προκύπτει, έτσι, και μέσα από τα στοιχεία, η προσπάθεια των ΗΠΑ να ενισχύσουν τον λιβανικό στρατό και να τον καταστήσουν αξιόμαχο. Αυτό θα επέτρεπε στον στρατό να ανακτήσει το μονοπώλιο της βίας στον Λίβανο, αφοπλίζοντας τη Χεζμπολάχ.
Διαβάστε όλα τα άρθρα και τις αναλύσεις του ενθέτου «Τα οπλοστάσια της Μέσης Ανατολής» εδώ.
Η πρώτη έντυπη δημοσίευση του άρθρου έγινε στις 22 Φεβρουαρίου από την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο».