Οι αλγόριθμοι «απογειώνουν» τη δημοσιογραφία των δεδομένων και προσφέρουν ένα πρωτόγνωρο εργαλείο ελέγχου της εξουσίας. Μας φέρνουν, έτσι, πιο κοντά στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών. Γράφει η δημοσιογράφος και Επίκουρη Καθηγήτρια Βάλια Καϊμάκη*.
Πέρα από την προφανή εντύπωση που προκαλεί ο πλούτος των οπτικοποιημένων πληροφοριών του συγκεκριμένου έργου για την ανάλυση του προεκλογικού πολιτικού λόγου, αναδεικνύονται σημαντικά ζητήματα για τη δημοκρατία και για την άσκηση της δημοσιογραφίας. Οι αλγόριθμοι «απογειώνουν» τη δημοσιογραφία των δεδομένων και προσφέρουν ένα πρωτόγνωρο εργαλείο ελέγχου της εξουσίας. Πώς, όμως, τα δεδομένα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το ρεπορτάζ; Πώς το ίδιο το (πολιτικό) ρεπορτάζ αλλάζει;
Μέχρι στιγμής, τα εργαλεία που είχαμε στη διάθεσή μας ως δημοσιογράφοι ήταν η μνήμη μας, το αρχείο μας, τα επιχειρήματα που αποκάλυπτε η αντιπολίτευση, το πολιτικό μας κριτήριο και, τα τελευταία χρόνια, κάποιες στατιστικές μέθοδοι. Ακόμα κι αυτές είχαν ήδη αρχίσει να νοηματοδοτούν διαφορετικά τον έλεγχο. Τα επεξεργασμένα αριθμητικά στοιχεία ήταν και είναι ένα από τα πιο βαριά χαρτιά του ρεπορτάζ, κυρίως για οικονομικά θέματα.
H χρήση αλγορίθμων για το ρεπορτάζ είναι μια χρυσή ευκαιρία για να μπορέσει η δημοσιογραφία να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, εμπιστοσύνη που έχασε, ανάμεσα σε άλλα, όταν αποποιήθηκε το βασικό της λειτούργημα: την άσκηση ελέγχου κάθε είδους εξουσίας.
Σήμερα ανοίγονται νέοι ορίζοντες. Ας δούμε, για παράδειγμα, τι μας προσφέρει η ανάλυση συναισθημάτων στις προεκλογικές ομιλίες. Ένα από τα προφανή είναι, για παράδειγμα, ο έλεγχος της συνέπειας: όταν το πρόσημο των συναισθημάτων αλλάζει από ομιλία σε ομιλία ή από κοινό σε κοινό, τότε μπορούμε να αρχίσουμε να αμφιβάλλουμε για τον βαθμό εμπιστοσύνης που μπορούμε να έχουμε σε έναν πολιτικό. Αντίστοιχα, το μετρήσιμο μέγεθος του λαϊκισμού ή της πόλωσης μπορεί να ενισχύσει τόσο την πολιτική ανάλυση όσο και το ρεπορτάζ -το ίδιο και η αναφορά σε επιμέρους θέματα, ομάδες κλπ. Κάνει, επίσης, μεγάλη εντύπωση το εύρος δυνατοτήτων των εργαλείων και η φαντασία που ενίοτε απαιτούν στη χρήση τους: όταν στο «ακτινωτό δενδρόγραμμα», με τις ονομαστικές αναφορές που έκανε κάθε πολιτικός αρχηγός, αυξάνεται η συχνότητα εμφάνισης των εκάστοτε όρων σε τουλάχιστον επτά, στο σύνολο των ομιλιών των πολιτικών αρχηγών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να έχει αναφερθεί, κατά την πρώτη προεκλογική περίοδο, σε εννέα κοινωνικές ομάδες, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας σε 19!
Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι ότι τα μέσα ενημέρωσης δεν έχουν πια τη δυνατότητα να προάγουν συγκεκριμένες ατζέντες, αφού ο έλεγχος επεκτείνεται πλέον και στα ίδια. Η διαφορά στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, στις οποίες ανήκει η δημοσιογραφία, η μελέτη της αλλά και η άσκησή της, είναι ότι, χάρη στους αλγορίθμους, έχουν πλέον προαχθεί στην κατηγορία των «σκληρών επιστημών». Δεν υπάρχουν εκτιμήσεις, δεν υπάρχουν σοφιστίες, δεν υπάρχουν αιμομικτικές σχέσεις μέσων ενημέρωσης και εξουσίας, αφού η πραγματικότητα, τα γεγονότα (δεν θέλω επ’ ουδενί λόγω να χρησιμοποιήσω τη λέξη «αλήθεια», γιατί αυτό μας πάει σε άλλα μονοπάτια) είναι πλέον μετρήσιμα, συχνά προβλέψιμα και σίγουρα προσβάσιμα από όλους.
Η δημοσιογραφία των δεδομένων, μέρος της οποίας είναι και η χρήση αλγορίθμων για το ρεπορτάζ, είναι μια χρυσή ευκαιρία για να μπορέσει η δημοσιογραφία να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, εμπιστοσύνη που έχασε, ανάμεσα σε άλλα, όταν αποποιήθηκε το βασικό της λειτούργημα: την άσκηση ελέγχου κάθε είδους εξουσίας. Απαιτεί πόρους, υλικούς και ανθρώπινους, που δεν υπάρχουν, απαιτεί χρόνο, που δεν υπάρχει, απαιτεί πάνω απ’ όλα αλλαγή παραδείγματος στη λειτουργία των μέσων ενημέρωσης, στην οποία πρώτα αυτά τα ίδια θα αντισταθούν. Ο δρόμος θα είναι μακρύς αλλά δεν υπάρχει άλλος.
*Η Βάλια Καϊμάκη είναι δημοσιογράφος και Επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Ψηφιακών Μέσων και Επικοινωνίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο.
Τα άρθρα γνώμης και σχολιασμού που δημοσιεύονται στο iMEdD Lab αντιπροσωπεύουν τους/τις συγγραφείς τους και δεν απηχούν απαραιτήτως τις απόψεις του iMEdD. Oι συγγραφείς εκφράζονται ελεύθερα, χωρίς καθοδήγηση ή παρεμβάσεις.