Στο τέλος του 2023, παρακολουθήσαμε τη διεξαγωγή της COP 28, της μεγαλύτερης διεθνούς συνόδου κορυφής στον κόσμο για την κλιματική αλλαγή. Το ενδιαφέρον, όμως, επικεντρώθηκε στο τεράστιο ανθρωπιστικό κόστος της σύγκρουσης Ισραήλ-Παλαιστίνης καθώς και τον αντίκτυπο της στις υποδομές για το νερό και το έδαφος. Ταυτόχρονα η παγκόσμια «κούρσα εξάντλησης» («race to the bottom») των ορυκτών καυσίμων φαίνεται να έχει καταλάβει σημαντική θέση στον παγκόσμιο διάλογο. Ο πολιτικός αναλυτής και ειδικός στη Μέση Ανατολή, Adrián Mac Liman, και ο καθηγητής και ανώτερος ερευνητής στο Κέντρο Παγκόσμιας Ενεργειακής Πολιτικής (Center on Global Energy Policy) του Πανεπιστημίου Κολούμπια, Δρ Harry Verhoeven, μοιράζονται μαζί μας τις απόψεις τους σχετικά με τις ιδιαιτερότητες της χάραξης περιβαλλοντικής πολιτικής, τη διπλωματική σημασία μιας νέας σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή, καθώς και τις προβλέψεις τους για τη μελλοντική ενεργειακή τάξη.
Πού και πώς σκοτώνονται οι δημοσιογράφοι στη Γάζα
Διαδραστικός χάρτης των συνθηκών θανάτου δημοσιογράφων και εργαζόμενων σε ΜΜΕ στον πόλεμο στη Γάζα, σύμφωνα με τα στοιχεία του CPJ.
Η Διάσκεψη των Μερών (Conference of Parties – COP) είναι το ανώτατο όργανο λήψης αποφάσεων της Σύμβασης-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC). Από τις 30 Νοεμβρίου έως τις 12 Δεκεμβρίου του 2023, η COP 28 έλαβε χώρα στο Ντουμπάι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ), με εκπροσώπους από σχεδόν 200 χώρες. Πάνω από 130 χώρες συμφώνησαν να δώσουν προτεραιότητα στην επισιτιστική ασφάλεια και στη μείωση των γεωργικών εκπομπών, ενώ πάνω από 110 χώρες δεσμεύτηκαν να διπλασιάσουν την ενεργειακή τους απόδοση έως το 2030. Το πιο σημαντικό είναι ότι ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, António Guterres, κήρυξε την πλήρη κατάργηση των ορυκτών καυσίμων, για πρώτη φορά στην ιστορία της COP, με στόχο την επίτευξη μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2050.
Ωστόσο, το βασικό παράδοξο της φετινής COP έγκειται στις αναφορές της στη βιωσιμότητα. Έχοντας πλέον ξεπεράσει τις 100 ημέρες των συγκρούσεων στη Γάζα, οι βομβιστικές επιθέσεις του Ισραήλ έχουν οδηγήσει στον θάνατο περισσότερων από 24.000 Παλαιστινίων, έχουν μολύνει το νερό και το έδαφος και έχουν καταστρέψει σημαντικά οικοσυστήματα, 2.500 χιλιόμετρα από την έδρα της COP. Παράλληλα, ενώ η ενεργειακή καθεστηκυία τάξη παραμένει αβέβαιη λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία, το lobbying για τα ορυκτά καύσιμα συνεχίστηκε ακόμη και στα παρασκήνια της COP· εξελίξεις που εγείρουν ερωτήματα σχετικά με το κατά πόσον μπορούσε η COP να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα.
Ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς αναδεικνύει τη δύναμη (και τα όρια) της δημοσιογραφίας ανοικτού κώδικα
Η χρήση της δημοσιογραφίας OSINT για την αξιόπιστη κάλυψη του πολέμου ανάμεσα στο Ισραήλ και στη Γάζα.
Σύγκρουση Ισραήλ-Παλαιστίνης και περιβάλλον
Η πιο πρόσφατη κλιμάκωση της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης, που μετράει πλέον 75 χρόνια ιστορίας, δεν έλειψε από τις συζητήσεις της COP 28. Ο Σαουδάραβας πρίγκιπας Mohammed bin Salman και ο Παλαιστίνιος ηγέτης, Mahmood Abas, ακύρωσαν τις προγραμματισμένες ομιλίες τους, ως ένδειξη διαμαρτυρίας, ενώ ο βασιλιάς της Ιορδανίας, Abdullah II, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το βήμα της COP για να διακηρύξει την αλληλεγγύη της χώρας του προς τον παλαιστινιακό λαό. «Η φετινή COP πρέπει να αναγνωρίσει περισσότερο από ποτέ ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για την κλιματική αλλαγή ξέχωρα από τις ανθρωπιστικές τραγωδίες που εκτυλίσσονται γύρω μας», είπε, απηχώντας εν αγνοία του τις φωνές των διαδηλωτών που θα συγκεντρώνονταν έξω από τους χώρους της συνόδου κορυφής δύο ημέρες αργότερα. Στις 3 Δεκεμβρίου, και κόντρα στην περιοριστική νομοθεσία των ΗΑΕ περί ελευθερίας του λόγου, περισσότεροι από 100 ακτιβιστές εκμεταλλεύτηκαν την πλατφόρμα της COP 28 για να ζητήσουν κατάπαυση του πυρός, διακηρύσσοντας ότι «δεν μπορεί να υπάρξει κλιματική δικαιοσύνη χωρίς ανθρώπινα δικαιώματα».
Μιλώντας στο iMEdD, ο καθηγητής και ανώτερος ερευνητής, Δρ Harry Verhoeven, συνέδεσε το αίτημα των διαδηλωτών περί κλιματικής δικαιοσύνης με το ευρύτερο πλαίσιο της κλιματικής πολιτικής. «Ο όλος τρόπος συζήτησης για το κλίμα είναι τόσο δυσχερής, επειδή συχνά είναι τόσο κατακερματισμένος. Το σημαντικότερο είναι η δημοκρατική συζήτηση και ο δημόσιος διάλογος γύρω από τα υπέρ και τα κατά των πολιτικών αποφάσεων, και αυτή τη στιγμή αυτή η συζήτηση δεν γίνεται όσο θα έπρεπε», εξήγησε, επισημαίνοντας ότι, παρά την προσπάθεια συνεργασίας κατά τη διάρκεια της COP 28, η διεθνής κοινότητα εξακολουθεί να είναι πολύ διχασμένη. Πρόσθεσε ότι τα αυθαίρετα μέτρα μιας κυβέρνησης, ενός διευθύνοντος συμβούλου ή ενός επιστήμονα συχνά δεν έχουν την απαραίτητη αξιοπιστία και μακροβιότητα. Υπό αυτό το πρίσμα, τόνισε ότι είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να αντιμετωπιστούν περιβαλλοντικά ζητήματα χωρίς να ληφθούν υπόψη οι αλληλένδετες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές τους διαστάσεις.
Στην περίπτωση της Παλαιστίνης, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα ιστορικά δικαιώματα επί της γης, οι σωστές δημοκρατικές διαδικασίες και η τεχνολογική ανθεκτικότητα για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, προκειμένου να υπάρξει μια επιτυχημένη πολιτική για το κλίμα· κάτι το οποίο η τρέχουσα σύγκρουση εμποδίζει σε μεγάλο βαθμό.
Νερό
Καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής της Γάζας, η φυσική ροή των υπόγειων υδάτων έχει υποστεί σοβαρή διαταραχή. Η οξεία λειψυδρία, η οποία ολοένα επιδεινώνεται από τον Ισραηλινό έλεγχο των υδάτινων πηγών, έχει οδηγήσει σε υπεραντλήσεις της κύριας υπόγειας υδατοδεξαμενής της περιοχής (Coastal Aquifer Basin). H αναπλήρωση από τις βροχοπτώσεις δεν επαρκεί, με αποτέλεσμα η αδιάκοπη άντληση να καθιστά το νερό σταδιακά όλο και πιο αλμυρό, με αυξημένη συγκέντρωση χλωριόντων και άλλων χημικών ουσιών. Κατά συνέπεια, το 97% του νερού στη Γάζα δεν είναι πόσιμο. Σύμφωνα με τον Δρ Verhoeven, η αιτία πίσω από την άνιση πρόσβαση σε ασφαλές νερό μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών «σαφώς δεν είναι αποτέλεσμα γεωγραφικών χαρακτηριστικών, αλλά αποτέλεσμα ανθρώπινης επιλογής», τονίζοντας την ιστορική σχέση μεταξύ της κατοχής και του ελλιπούς συστήματος δημόσιας υγείας της Γάζας.
Στην τελευταία κλιμάκωση της σύγκρουσης, οι βομβαρδισμοί του Ισραήλ οδήγησαν στην καταστροφή του 44% των κρίσιμων υποδομών ύδρευσης και αποχέτευσης της Γάζας, συμπεριλαμβανομένων φρεατίων και κέντρων επεξεργασίας λυμάτων. Με 130.000 κυβικά μέτρα λυμάτων να έχουν ήδη εισρεύσει στη Μεσόγειο και ανθρώπους να καταναλώνουν και να πλένονται με μολυσμένο θαλασσινό νερό, η ταχεία εξάπλωση των βακτηριολογικών ασθενειών αποτελεί πλέον σημαντική απειλή.
Έδαφος και ρύπανση
Από το 1992 έως το 2015, η επέκταση της τεχνητής γης στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη αυξήθηκε από 1,4% σε 4,3%. Δεδομένων των περιορισμένων διαθέσιμων εκτάσεων για τους Παλαιστίνιους στη Δυτική Όχθη, οι μέχρι πρότινος γεωργικές πεδιάδες της Τζενίν, της Τούλκαρμ και της Καλκίλια, μεταξύ άλλων, έχουν μετατραπεί σε αστικές περιοχές. Μια τέτοια αλλαγή χρήσης της γης έχει ως συνέπεια τη μείωση της φυτοκάλυψης, καθιστώντας τις κατεχόμενες περιοχές όλο και πιο ευάλωτες σε ακραία καιρικά φαινόμενα, συμπεριλαμβανομένων των πλημμυρών και της ξηρασίας.
Εκτός αυτού, από τις 7 Οκτωβρίου του 2023, έχουν ριφθεί στη Γάζα 65.000 τόνοι εκρηκτικών. Ο Δρ Verhoeven υπογράμμισε ότι όχι μόνο «καταστρέφονται τα ήδη ελάχιστα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, η παροχή νερού, και το έδαφος», αλλά ότι επίσης «υπάρχει το ζήτημα της ανοικοδόμησης των κατοικιών και των υποδομών». Πράγματι, τα εκρηκτικά έχουν διαλύσει ζωτικής σημασίας τεχνολογίες για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, συμπεριλαμβανομένων φωτοβολταϊκών πάνελ, διαταράσσοντας έτσι τα σχέδια της περιοχής για 60% εξάρτηση απο ηλιακή ενέργεια. Επιπλέον, οι περαιτέρω εκπομπές ρύπων που προβλέπονται όσον αφορά την αποκατάσταση της περιοχής εκτιμάται ότι θα εκτοξευθούν στους 5,8 εκατομμύρια τόνους – το ένα πέμπτο των προβλεπόμενων εκπομπών του 22μηνου πολέμου στην Ουκρανία.
«Πράσινος πόλεμος»
Το Ισραήλ συστηματικά εκριζώνει αυτοφυή δέντρα και καλλιέργειες στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, συμπεριλαμβανομένων 800.000 ελαιόδεντρων από το 1967. Επιπλέον, το 89% των δασών που έχουν φυτευτεί από την κυβέρνηση του Ισραήλ αποτελείται από μη ενδημικά είδη. Η εισαγωγή ξένης χλωρίδας όχι μόνο έχει «δυτικοποιήσει» τη γη, εξαφανίζοντας σημαντικά ίχνη πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά έχει επιπλέον επηρεάσει ήδη ευάλωτες περιοχές. Ως βασικό εισαγόμενο φυτό, τα πεύκα είναι πιο επιρρεπή στις πυρκαγιές, λόγω της ρητίνης που παράγουν, ενώ η πτώση των όξινων φύλλων τους παρεμποδίζει την ανάπτυξη χαμηλής βλάστησης, επηρεάζοντας περαιτέρω την τοπική βιοποικιλότητα.
Παράλληλα, το Ισραήλ έχει δημιουργήσει τουλάχιστον 380 φυσικά καταφύγια και 115 εθνικά πάρκα σε πρώην παλαιστινιακά εδάφη για τη διαφύλαξη σημαντικών φυσικών, ιστορικών και αρχαιολογικών χώρων. Στην πραγματικότητα, ενώ απαγορεύεται στους Παλαιστίνιους να καλλιεργούν ή να οικοδομούν μέσα σε προστατευόμενες περιοχές, το Ισραήλ έχει τροποποιήσει τον νόμο επιτρέποντας μεγάλα κατασκευαστικά έργα, και παραδόξως, ακόμη και τη ρύπανση σε αυτές τις περιοχές, αποκαλύπτοντας ένα καθεστώς ψευδοοικολογίας («greenwashing»).
Ο Adrián Mac Liman, πολιτικός αναλυτής και ειδικός σε θέματα της Μέσης Ανατολής, δήλωσε στο iMEdD ότι η περιβαλλοντική κρίση είναι ένα βαθιά διαρθρωτικό ζήτημα που μας αφορά όλους και όχι μια επιφανειακή κρίση, της οποίας η λύση εξαρτάται μόνο απο μερικές χώρες. «Η περιβαλλοντική κατάσταση παραμένει ίδια από τις Συμφωνίες του Όσλο και μετά, αλλά τώρα υπάρχει κλιμάκωση των συγκρούσεων και ο κόσμος μιλά γι’ αυτή. Τα ενδιαφερόμενα μέρη στην COP δεν πρέπει να αντιμετωπίζουν το περιβάλλον ως ένα πρόβλημα της εμπόλεμης περιόδου· είναι ένα μόνιμο πρόβλημα και απαιτεί μια μακροπρόθεσμη πολιτική», τόνισε.
«Η περιβαλλοντική κατάσταση παραμένει ίδια από τις Συμφωνίες του Όσλο και μετά, αλλά τώρα υπάρχει κλιμάκωση των συγκρούσεων και ο κόσμος μιλά γι’ αυτή. Τα ενδιαφερόμενα μέρη στην COP δεν πρέπει να αντιμετωπίζουν το περιβάλλον ως ένα πρόβλημα της εμπόλεμης περιόδου· είναι ένα μόνιμο πρόβλημα και απαιτεί μια μακροπρόθεσμη πολιτική».
Γάζα: Η κόλαση των παιδιών
Περισσότερα παιδιά έχουν σκοτωθεί σε 49 μέρες πολέμου στη Γάζα παρά σε όλες τις συρράξεις του πλανήτη κάθε χρόνο.
Διαπραγματεύσεις για τα ορυκτά καύσιμα: μια επικίνδυνη «κούρσα εξάντλησης»
«Μιλώντας αυστηρώς διπλωματικά, επικράτησε πάνω απ’ όλα μια αίσθηση ανακούφισης, διότι αν δεν είχε επιτευχθεί μια συμφωνία στο Ντουμπάι, όσο ελλιπής και αν είναι αυτή, θα είχε θεωρηθεί ως άλλη μία ρωγμή στo παγκόσμιo οικοδόμημα», δήλωσε ο Δρ Verhoeven. Ωστόσο, είναι δύσκολο για μια τέτοια συμφωνία να ανταποκριθεί στο μέγεθος της πρόκλησης. Κατά τον ίδιο τρόπο, είναι αβέβαιο αν τα 85 δισεκατομμύρια δολάρια χρηματοδότησης για το κλίμα που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της COP θα περιορίσουν επιτυχώς τις εκπομπές. Ο Mac Liman υποστήριξε ότι τα πετρελαϊκά κράτη «δεν είναι πιθανό να δεχθούν έναν πραγματικό συμβιβασμό σχετικά με την περιβαλλοντική πολιτική. Δεν ξέρω σε ποιο βαθμό πρόκειται να υλοποιήσουν μια απόφαση, όχι από τη φετινή COP, μιλάω για τις συναντήσεις των τελευταίων 40 χρόνων», πρόσθεσε.
Ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ήταν η αποχώρηση της ιρανικής αντιπροσωπείας από τη σύνοδο κορυφής, την 1η Δεκεμβρίου, με τον Ιρανό υπουργό Ενέργειας, Ali Akbar Mehrabian, να θεωρεί την παρουσία του Ισραήλ «αντίθετη με τους στόχους και τις κατευθυντήριες γραμμές της συνόδου». Αν και αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί αναμενόμενο, δεδομένου ότι το Ιράν είναι ιστορικός εχθρός του Ισραήλ, καμία χώρα δεν θα έχανε την ευκαιρία να συμμετάσχει στην COP, σύμφωνα με τον Mac Liman. Η αιφνίδια αποχώρηση της ιρανικής αντιπροσωπείας πιθανότατα οφείλεται στην απροθυμία της να τηρήσει τις πολιτικές κατάργησης των ορυκτών καυσίμων, δεδομένης της σημασίας τους για την οικονομία της χώρας. Το Ιράν διαθέτει το δεύτερο μεγαλύτερο (17%) απόθεμα φυσικού αερίου στον κόσμο με 33.988 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα και το τέταρτο μεγαλύτερο (9%) απόθεμα πετρελαίου με 158 δισεκατομμύρια βαρέλια, γεγονός που καθιστά την ισραηλινή παρουσία άλλοθι για την ιρανική αποχώρηση.
Μιλώντας αυστηρώς διπλωματικά, επικράτησε πάνω απ’ όλα μια αίσθηση ανακούφισης, διότι αν δεν είχε επιτευχθεί μια συμφωνία στο Ντουμπάι, όσο ελλιπής και αν είναι αυτή, θα είχε θεωρηθεί ως άλλη μία ρωγμή στην παγκόσμια τάξη.
Δρ Harry Verhoeven, καθηγητής και ανώτερος ερευνητής στο Κέντρο Παγκόσμιας Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Κολούμπια
Ο διπλός ρόλος των ΗΑΕ ως οικοδεσπότη της COP 28 και ως κορυφαίου πετρελαϊκού κράτους δημιούργησε επίσης αμφιβολίες σχετικά με την αξιοπιστία της συμφωνίας που επιτεύχθηκε. Σύμφωνα με τον συνασπισμό ακτιβιστών Kick Big Polluters Out, που αποτελείται από περισσότερες από 450 οργανώσεις για το κλίμα, τουλάχιστον 2.456 λομπίστες ήταν παρόντες στην COP 28 με σκοπό να συζητήσουν και να διαπραγματευτούν συμφωνίες πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ο αριθμός αυτός είναι σημαντικός σε σύγκριση με τους συνολικά 4.409 συμμετέχοντες των ΗΑΕ, τους 3.081 συμμετέχοντες της αντιπροσωπείας της Βραζιλίας και τους μόλις 316 αυτόχθονες εκπροσώπους. Εντείνοντας περαιτέρω αυτή την ανισορροπία, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Joe Biden και ο Κινέζος πρόεδρος Xi Jinping απουσίαζαν από τη σύνοδο κορυφής. Για τον Mac Liman, «όσο η Κίνα και οι ΗΠΑ, οι δύο μεγαλύτεροι ρυπαίνοντες του κόσμου, δεν κάνουν κάποια κίνηση, ο παγκόσμιος μηχανισμός μπορεί να αχρηστευτεί».
Ωστόσο, μόνο όταν ο πρόεδρος του συνεδρίου, Sultan Al Jaber, ισχυρίστηκε ότι «δεν υπάρχει καμία επιστήμη που να λέει ότι η σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων είναι αυτό που θα πετύχει τον στόχο του 1,5 βαθμού Κελσίου», έγινε πιο σαφές το πόσο απρόθυμες είναι ορισμένες κυβερνήσεις να μεταβούν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Το Ισραήλ, ως ο 10ος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων στον κόσμο (2,4% των συνολικών εξαγωγών), βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα ορυκτά καύσιμα, με περίπου το 90% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας να προέρχεται από φυσικό αέριο, πετρέλαιο και άνθρακα, σύμφωνα με στοιχεία του 2022. Συγκεκριμένα, τρεις εβδομάδες μετά την τελευταία κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Γάζα, το Ισραήλ εξέδωσε άδειες σε έξι εταιρείες ενέργειας, μεταξύ των οποίων η βρετανική BP, η εγχώρια NewMed Energy, η Socar του Αζερμπαϊτζάν και η ιταλική Eni, για την περαιτέρω εξερεύνηση πηγών φυσικού αερίου κατά μήκος των μεσογειακών ακτών της χώρας. «Το Ισραήλ διαπραγματεύεται αυτή τη συμφωνία με τις βρετανικές εταιρείες τα τελευταία δύο χρόνια. Αποφάσισαν να υπογράψουν τώρα, επειδή δεν έχουν αντίλογο, καθώς ο κόσμος είναι απασχολημένος με το μέγεθος της ανθρωπιστικής κρίσης στη Γάζα», εξήγησε ο Mac Liman.
Μερικές εβδομάδες αργότερα, ο ανώτερος σύμβουλος του Joe Biden, Amos Hochstein, δήλωσε επίσης ότι «υπάρχει μια ευκαιρία να αξιοποιηθούν τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στα ανοικτά της Γάζας, για λογαριασμό των Παλαιστινίων», αναφερόμενος σε μια συμφωνία που συζητήθηκε με το Ισραήλ τον Ιούνιο του 2023. Το αν πρόκειται για μια συμφωνία που θα χρησιμεύσει πραγματικά ως μεταπολεμικό σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης για τους Παλαιστίνιους είναι αβέβαιο. Ωστόσο, μια τέτοια εξέλιξη θα απαιτούσε τον συντονισμό τόσο του Λιβάνου όσο και της Αιγύπτου, μεταξύ άλλων. Ο Δρ Verhoeven τόνισε ότι «οι γειτονικές χώρες προσπαθούν εδώ και πολλά χρόνια να εξελιχθούν από ιστορικά μεγάλους εισαγωγείς ενέργειας σε σημαντικούς εξαγωγείς, ιδίως φυσικού αερίου». Επομένως, ενώ η παράμετρος της εθνικής ασφάλειας είναι σημαντική, βλέποντας τη σύγκρουση Ισραήλ-Παλαιστίνης υπό το «πρίσμα μιας νέας ενεργειακής τάξης» βοηθά στην περαιτέρω επεξήγηση των τοπικών εξελίξεων.
Και ενώ πολλές συμφωνίες για τα ορυκτά καύσιμα έκλεισαν στην πορεία προς την COP 28, ένα μεγάλο μέρος των συζητήσεων της συνόδου επικεντρώθηκε στην τεχνολογία αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (carbon capture and storage – CCS) καθώς και στις πιστώσεις εκπομπών ρύπων (carbon credits)· πολιτικές που έχουν αποδειχθεί σε μεγάλο βαθμό ανεπαρκείς. Κατά τη διάρκεια της COP 28, ο εκπρόσωπος του Ισραήλ για το κλίμα, Gideon Behar, αποκάλυψε στο μέσο ενημέρωσης για την ενεργειακή αγορά, Argus, ότι ο τεχνολογικός τομέας του Ισραήλ επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στις τεχνολογίες CCS: «Για εμάς, το θέμα των πιστώσεων και της αποθήκευσης εκπομπών άνθρακα είναι πολύ σημαντικό». Ωστόσο, η αποθήκευση εκπομπών απο τα φυτά έχει παραμείνει αμετάβλητη από το 2020, στο χαμηλό επίπεδο των 40 εκατομμυρίων τόνων, μόλις 0,1% των παγκόσμιων εκπομπών άνθρακα το 2022. Σύμφωνα με τον Δρ Verhoeven, η τεχνολογία CCS υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια, αλλά επί του παρόντος «κυριαρχεί μια ιδιαίτερη ανησυχία, την οποία συμμερίζονται πολλοί ακτιβιστές για το κλίμα, ότι σε πολύ δομικό επίπεδο, η CCS θα επιτρέψει στις βιομηχανίες ορυκτών καυσίμων να εμφανιστούν ως οι “μεγάλοι σωτήρες”, παρά το ότι ήταν εκείνες που μας έφεραν ως εδώ».
Ομοίως, υπήρξε μεγάλη αντιπαράθεση σχετικά με το κατά πόσον η αγορά πιστώσεων εκπομπών άνθρακα μπορεί να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή, ιδίως δεδομένης της σημαντικής έλλειψης ελέγχου και αξιοπιστίας της. Οι πιστώσεις εκπομπών άνθρακα, ανταλλάσονται μεταξύ χωρών ή επιχειρήσεων και αποτελούν δικαίωμα εκπομπής ρύπων, εφόσον αυτές οι εκπομπές μειώνονται σε άλλα μέρη του κόσμου, συνήθως στις χώρες του Παγκόσμιου Νότου (1 πίστωση αντιστοιχεί σε 1 τόνο εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα). Κατά τη διάρκεια της COP 28, ρυθμιστικές αρχές και εκπρόσωποι από πολλές χώρες υποστήριξαν την υιοθέτηση μεθοδολογιών, ώστε να καθοριστεί ποιος μπορεί να εκδίδει πιστώσεις και πώς μπορούν αυτές να χρησιμοποιηθούν πιο αποτελεσματικά. Ωστόσο οι πιστώσεις αυτές δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις πραγματικές περικοπές εκπομπών, παρέχοντας έτσι έναν εύκολο τρόπο στις κυβερνήσεις να «εξαγοράζουν» τις δεσμεύσεις τους για το κλίμα.
Όσο η Κίνα και οι ΗΠΑ, οι δύο μεγαλύτεροι ρυπαίνοντες του κόσμου, δεν κάνουν κάποια κίνηση, ο παγκόσμιος μηχανισμός μπορεί να αχρηστευτεί.
Adrián Mac Liman, πολιτικός αναλυτής και ειδικός στη Μέση Ανατολή
Εξετάζοντας το μέλλον, ο Δρ Verhoeven επεσήμανε ότι οι ενεργειακές εξελίξεις στον Κόλπο ή στην Ερυθρά Θάλασσα μπορούν να έχουν διττό αποτέλεσμα, παρόμοιο με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Μια παγκόσμια κρίση στο εμπόριο πετρελαίου μπορεί να εξαναγκάσει τους φορολογούμενους και τις κυβερνήσεις να πληρώσουν το τελικό τίμημα λόγω των «πληθωριστικών πιέσεων και των επικείμενων αυξήσεων των επιτοκίων», αλλά μπορεί ταυτόχρονα να ενθαρρύνει «μια μόνιμη αλλαγή στα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης» λειτουργώντας ως τροχοπέδη για εναλλακτικές ανανεώσιμης ενέργειας. Από μια πιο απαισιόδοξη σκοπιά, ο Mac Liman προέβλεψε έναν «λυσσαλέο ανταγωνισμό για τα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Μεσόγειο», τονίζοντας ότι «ο πόλεμος συνεχίζεται και το πρόβλημα είναι ποιος θα πάρει περισσότερα, όχι ποιος θα πάρει λιγότερα». Τα συμπεράσματα αυτά αποδείχθηκαν προφητικά καθώς περίπου ένα μήνα μετά τη συζήτηση με τους ειδικούς, η στρατιωτική οργάνωση της Υεμένης, οι Χούθι, κλιμάκωσαν περαιτέρω τις επιθέσεις τους σε πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα, ως ένδειξη αλληλεγγύης με τον παλαιστινιακό λαό. Ως αποτέλεσμα, ο όγκος των αγαθών των εμπορευματικών πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα έχει μειωθεί κατά 65% και μεγάλες πετρελαικές εταιρείες, όπως η Shell και η Sovcomflot, εξετάζουν εναλλακτικές εμπορικές διαδρομές· εξελίξεις που σπέρνουν τον πανικό για το μέλλον των ευρωπαϊκών και αμερικανικών αγορών.
Η απροθυμία απέναντι στην αποτελεσματική ενεργειακή μετάβαση, η αμφιλεγόμενη διπλωματία για τα ορυκτά καύσιμα και η καταστροφική σύγκρουση Ισραήλ-Παλαιστίνης εγείρουν ερωτήματα σχετικά με το αν η φετινή COP επικεντρώθηκε περισσότερο στην προώθηση πολιτικών συμφερόντων, από ό,τι στην παγκόσμια συνεργασία για το περιβάλλον και τα ανθρώπινα δικαιώματα.