Θεματα

Trump και παγκόσμια κλιματική πολιτική: H COP29 στη σκιά των αμερικανικών εκλογών

Πώς προβλέπεται η κλιματική πολιτική των ΗΠΑ κατά την δεύτερη θητεία του Τrump και τι πρέπει να περιμένουμε από τη φετινή Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (COP29); Το iMEdD μίλησε με την Andrea Clabough και τον Bob Ward, ειδικούς σε θέματα ενέργειας και κλιματικής πολιτικής, αναζητώντας απαντήσεις.

Πέντε ημέρες μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τράμπ, η COP29 ξεκίνησε στo Μπακού του Αζερμπαϊτζάν. Ενώ ο στόχος της φετινής COP είναι η κινητοποίηση της χρηματοδότησης, από τις πλουσιότερες χώρες σε αυτές με χαμηλό εισόδημα, για την αναδιάρθρωση των ενεργειακών τους τομέων, οι ειδικοί  παραμένουν επιφυλακτικοί για μια πιθανή λύση. «Θα πρέπει να δούμε αν θα υπάρξει συμφωνία μέχρι το τέλος της επόμενης εβδομάδας», είπε ο Bob Ward, Διευθυντής Πολιτικής και Επικοινωνίας στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Grantham του Imperial College για την Κλιματική Αλλαγή και το Περιβάλλον, μιλώντας στο iMEdD από το Μπακού.

Στην άκρη της Κασπίας Θάλασσας, η αίσθηση της ελπίδας αλλά και της αναγκαιότητας συναντίουνται. «Εάν οι φτωχότερες χώρες δεν λάβουν οικονομική στήριξη από τις πλουσιότερες με σκοπό να απομακρυνθούν απο τα ορυκτά καύσιμα, θα είναι πολύ δύσκολο να προβούν σε πιο φιλόδοξες δεσμεύσεις για το κλίμα», τόνισε ο Ward.

«Διπλωματική πάλη» στη COP29

Ο οικονομικός στόχος της φετινής COP είναι εξαιρετικά φιλόδοξος. Ο στόχος που τέθηκε το 2009 – η συγκέντρωση, δηλαδή, 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το κλίμα, επετεύχθη μόλις το 2022. Το ποσό που θεωρείται τώρα απαραίτητο από τους επιστήμονες για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης ανέρχεται κοντά στο 1 τρισεκατομμύριο δολάρια ετησίως, το οποίο – σύμφωνα με τους ειδικούς – φαντάζει εξωπραγματικό. Η Andrea Clabough, μέλος του Παγκόσμιου Κέντρου Ενέργειας του Atlantic Council, εξήγεσε στο iMEdD, μιλώντας απο την Ουάσινγκτον, ότι η χρηματοδότηση για το κλίμα δεν αποτελεί προτεραιότητα για την κυβέρνηση Trump, ιδίως με δεδομένες τις φορολογικές διαπραγματεύσεις που θα λάβουν χώρα στο Κογκρέσο, την ερχόμενο άνοιξη και οι οποίες αναμένεται να αγγίξουν μεταξύ άλλων και την πράσινη ενέργεια.

Δεν βοηθά ούτε το γεγονός ότι η COP29 προηγείται της δέκατης επετείου από τη Συμφωνία του Παρισιού, σύμφωνα με την οποία τα 193 κράτη μέλη του ΟΗΕ θα πρέπει να υποβάλουν τις επικαιροποιημένες δεσμεύσεις τους για τη μείωση των εκπομπών «ώστε να περιοριστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη στον 1,5°C σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή». Ο Ντόναλντ Τραμπ απέσυρε τις ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού ήδη μια φορά, το 2017 – απόφαση που ανατράπηκε αργότερα από την κυβέρνηση Μπάιντεν. Οι κρατικοί αξιωματούχοι που έχουν συγκεντρωθεί στο Αζερμπαϊτζάν βλέπουν τις ΗΠΑ να επιστρέφουν σε μια γνώριμη τροχία που γεννά ερωτήματα, τα οποία ξεπερνούν σύνορα και σύντομα γενιές. Σε περίπτωση που ο Τραμπ αποφασίσει να αποχωρήσει πάλι, πώς θα αντιδράσουν οι υπόλοιποι μεγάλοι ρυπαντές; Ο Ward δεν πιστεύει ότι ένα τέτοιο σενάριο θα αποτελέσει «μοιραίο πλήγμα» για τις διαπραγματεύσεις της COP. «Η Κίνα είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες εκπομπές ρύπων, αλλά και ο μεγαλύτερος επενδυτής σε ηλεκτρικά οχήματα και τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας συνάμα. Δεν περιμένω η Κίνα να αποδεσμευτεί απο την Συμφωνία του Παρισιού, μόνο και μόνο επειδή το έκανε ο Ντόναλντ Τραμπ», πρόσθεσε.

Η πιθανή αποχώρηση του Τραμπ από διεθνείς συμφωνίες, ωστόσο, εγείρει ανησυχίες και για την ενεργειακή ασφάλεια, ιδίως ενόψει των δύο συνεχιζόμενων πολέμων στην Ουκρανία και τη Γάζα. H κυβέρνηση Μπάιντεν κατάφερε να αποτρέψει την μακροχρόνια αύξηση των τιμών του πετρελαίου μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με το να γίνει ο μεγαλύτερος ενεργειακός προμηθευτής της Ευρώπης. Το 2024, η Ευρώπη εισήγαγε 49% του συνόλου του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και 47% του συνόλου του αμερικανικού αργού πετρελαίου.

Η Κίνα είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες εκπομπές ρύπων, αλλά και ο μεγαλύτερος επενδυτής σε ηλεκτρικά οχήματα και τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας συνάμα. Δεν περιμένω η Κίνα να αποδεσμευτεί απο την Συμφωνία του Παρισιού, μόνο και μόνο επειδή το έκανε ο Ντόναλντ Τραμπ.

Bob Ward, Διευθυντής Πολιτικής και Επικοινωνίας στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Grantham του Imperial College για την Κλιματική Αλλαγή και το Περιβάλλον

Ωστόσο στην Μέση Ανατολή, η επέκταση του πολέμου του Ισραήλ θα είχε αναμφίβολα μεγάλο αντίκτυπο στην ευρύτερη περιοχή και κατ’ επέκταση στις διεθνείς αγορές. Σύμφωνα με την Clabough, «η κυβέρνηση Τραμπ θα προσπαθήσει να ασκήσει τη μέγιστη δυνατή πίεση σε χώρες όπως το Ιράν», μέσω της επιβολής αυστηρών κυρώσεων στην πετρελαϊκή βιομηχανία του μέλους του ΟΠΕΚ, «προκειμένου να επαναφέρει τη χώρα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων». Ο Ward πιστεύει ότι οι χώρες που εξαρτώνται από τα ορυκτά καύσιμα πρέπει οπωσδήποτε να αναπτύξουν εγχώριες ενναλακτικές πηγές ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης και της πυρηνικής – ένα σενάριο που τράβηξε την προσοχή κατα την διάρκεια της ομιλίας της Ιταλίδας πρωθυπουργού στο Μπακού. «Χρειαζόμαστε ένα ισορροπημένο ενεργειακό μείγμα», δήλωσε η Georgia Meloni, «όχι μόνο ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά και το φυσικό αέριο, τα βιοκαύσιμα, το υδρογόνο, τη δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα και, μελλοντικά, την πυρηνική σύντηξη».

Εντύπωση έκανε και η στάση του προέδρου του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίεφ, ο οποίος υπερτόνισε την σημασία παραγωγής ορυκτών καυσίμων, αποκαλώντας το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο «δώρο Θεού». Παρότι το Αζερμπαϊτζάν απαρνείται την ταμπέλα «πετρελαϊκό κράτος», το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αποτελούν πάνω από το 90% των εξαγωγών του, με κρατικά μονοπώλια, όπως την πετρελαϊκή εταιρεία SOCAR, να κυριαρχούν στον κλάδο της ενέργειας. Επιπροσθέτως, τα έργα «πράσινης» ενέργειας του Αζερμπαϊτζάν συγκεντρώνονται κατά κύριο λόγο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, την αμφισβητούμενη περιοχή από την οποία οι Αρμένιοι εκδιώχθηκαν με τη βία το 2023, εξυφαίνοντας περαιτέρω τον περίπλοκο ιστό συγκρούσεων και κλιματική πολιτικής. Εντείνοντας την κατάσταση, το Αζερμπαϊτζάν – τρίτη στη σειρά διοργανώτρια χώρα που κατηγορείται για αυταρχισμό – έχει επικριθεί για το ρεκόρ των 300 πολιτικών κρατουμένων της, συμπεριλαμβανομένων δημοσιογράφων, ακτιβιστών για το κλίμα και αντιπάλων του καθεστώτος.

Ο Πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν, Ilham Aliyev, απευθύνεται στους συμμετέχοντες της COP29 (12 Νοεμβρίου 2024). Έχει ανοιχτά τα χέρια του και στέκεται πίσω απο ένα βήμα, στο οποίο αναγράφονται τα λόγκο "United Nations Climate Change" και "COP 29 Baku Azerbaijan". Πίσω του, οι σημαίες των Ηνωμένων Εθνών και του Αζερμπαϊτζάν.
Ο Πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίεφ, απευθύνεται στους συμμετέχοντες της COP29
(12 Νοεμβρίου 2024).

Σε μια πόλη που γεννήθηκε από το πετρέλαιο αλλά ονειρεύεται τη βιωσιμότητα, κάθε συζήτηση μοιάζει πιο δύσκολη και κάθε δήλωση πιο βαρύγδουπη. Η δυσκολία της κλιματικής διπλωματίας δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, ειδικά όταν η COP29 έχει επιτρέψει την είσοδο σε 480 λομπίστες που ασχολούνται με τη δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, ένα αναποτελεσματικό υποκατάστατο της απεξάρτησησης απο τα ορυκτά καύσιμα εν γένει. Παρ’ όλα αυτά, ο Ward αναγνωρίζει την πρόοδο που έχουμε σημειώσει σε αυτό το κατακερματισμένο διπλωματικό τοπίο. Η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα ζητήθηκε ρητά κατά τη διάρκεια της περσινής COP στο Ντουμπάι. «Δεν θα μπορούσαμε να το πετύχουμε αυτό αν η διοργανώτρια χώρα δεν ήταν η ίδια παραγωγός», τόνισε ο Ward.

Τι να περιμένουμε από την ενεργειακή πολιτική του Trump

Με τον διάλογο για την κλιματική κρίση να επικεντρώνεται στο Μπακού, είναι αβέβαιο κατά πόσον οι πολιτικές μιας αναδιαμορφωμένης αμερικανικής κυβέρνησης θα μπορούσαν να αναζωπυρώσουν τις συζητήσεις για μια παγκόσμια συνεργασία για το κλίμα. Από την αλλαγή της διοίκησης του Clean Air Act, ενός ομοσπονδιακού ρυθμιστικού νόμου για τις εκπομπές αερίων, που βρίσκεται σε ισχύ από το 1970, μέχρι την έγκριση μεγάλων έργων, όπως την επέκταση του πετρελαιαγωγού Keystone το 2017, ο Τραμπ ανέτρεψε περισσότερους από 100 περιβαλλοντικούς κανόνες, γυρίζοντας τη χώρα δεκαετίες πίσω. «Έχουμε ήδη δει πώς η κυβέρνηση Τραμπ προσέγγισε τo ζήτημα της ενέργειας – αυτό το μάντρα της ενεργειακής κυριαρχίας νομίζω είναι χρήσιμη ένδειξη για το τι να περιμένουμε στη συνέχεια», δήλωσε η Clabough.

Αυτό που θα προσπαθήσουν να κάνουν οι Ρεπουμπλικάνοι με την περιβαλλοντική νομοθεσία είναι να χρησιμοποιήσουν, αντί για σφυρί, νυστέρι έτσι ώστε να απομονώσουν τα λιγότερο ευνοϊκά για αυτούς στοιχεία.

Andrea Clabough, μέλος του Παγκόσμιου Κέντρου Ενέργειας του Atlantic Council

Η Clabough εγηξεί ότι πιθανώς θα δούμε μια ακόμη μαζική αναδιαμόρφωση της ρυθμιστικής και νομοθετικής ραχοκοκαλιάς των ΗΠΑ. Η κυβέρνηση Τραμπ είναι πολύ πιθανό να ανακαλέσει νομοσχέδια, όπως τον νόμο για τη Μείωση του Πληθωρισμού (Inflation Reduction Act – IRA) του 2022 – τη μεγαλύτερη επένδυση της χώρας, ύψους 369 δισεκατομμυρίων δολαρίων, στο κλίμα και τα «πράσινα» αγοραστικά κίνητρα. Το αμφιλεγόμενο «Project 2025» ενδέχεται να έχει επίσης αντίκτυπο στην αμερικανική Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος (Environmental Protection Agency – EPA). Η Clabough εικάζει ότι, μεταξύ άλλων, η ρυθμιστική σταυροφορία του Τραμπ θα επηρεάσει και μια σειρά κανονισμών της EPA για τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής (Power Plant Rule), που αποσκοπεί στη μείωση της ρύπανσης από τα εργοστάσια που λειτουργούν με ορυκτά καύσιμα.

Παρόλο που οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν πλέον τον πλήρη έλεγχο του Κογκρέσου, η Clabough υποστήριξε οτι «η κατάργηση νόμων όπως το IRA πρόκειται να ταράξει τα νερά και πιθανώς να οδηγήσει σε δικαστικές διαμάχες, δεδομένου του πόσα πολλά χρήματα πηγαίνουν σε μωβ πολιτείες, ως άμεσο αποτέλεσμα αυτών των νόμων». Ακόμη και αμιγώς κόκκινες πολιτείες όπως το Τέξας έχουν επωφεληθεί από ενα διευρυμένο χαρτοφυλάκιο έργων καθαρής ενέργειας. Οι επενδύσεις στην ηλιακή και αιολική ενέργεια του Τέξας καθώς και στις πλέον αναπτυσσόμενες βιομηχανίες υδρογόνου και δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα, ανέρχονται σε πάνω από 83,2 δισεκατομμύρια δολάρια, ενισχύοντας έτσι τόσο τα δημοσιονομικά έσοδα όσο και την αγορά εργασίας. «Αυτό που θα προσπαθήσουν να κάνουν οι Ρεπουμπλικάνοι με την περιβαλλοντική νομοθεσία είναι να χρησιμοποιήσουν, αντί για σφυρί, νυστέρι έτσι ώστε να απομονώσουν τα λιγότερο ευνοϊκά για αυτούς στοιχεία», εξήγησε η Clabough.

Ο εκλεγμένος πρόεδρος, Donald Trump, κατά τη διάρκεια συνάντησης του με τους Ρεπουμπλικάνους της Βουλής των Αντιπροσώπων στην Ουάσινγκτον (13 Νοεμβρίου 2024). Μιλάει στο μικρόφωνο και στέκεται πίσω απο το βήμα με ανοιχτά χέρια. Πίσω του, δύο αμερικανικές σημαίες.
Ο εκλεγμένος πρόεδρος, Donald Trump, κατά τη διάρκεια συνάντησης του με τους Ρεπουμπλικάνους της Βουλής των Αντιπροσώπων στην Ουάσινγκτον (13 Νοεμβρίου 2024).

Κοιτάζοντας το μέλλον

Τις ένθερμες συζητήσεις στο Μπακού, καλύπτει η σκιά της Ουάσινγκτον, υπενθυμίζοντας μας την αναπόφευκτη παγκόσμια αλληλεξάρτηση. Η δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ προβλέπεται να αυξήσει τις εκπομπές αερίων κατά 2,7 δισεκατομμύρια τόνους έως το 2030.

Σαν να μην έφτανε αυτό, όχι μόνο δεν έχουμε καταφέρει να περιορίσουμε την αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας στον 1,5 °C, αλλά προβλέπεται αύξηση 2,6 – 3,1 °C μέχρι το 2100, σύμφωνα με τη φετινή έκθεση «Emissions Gap» της UNEP.

Ο Ward εξηγεί οτι «η Γη δεν έχει υπάρξει 3 °C θερμότερη σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, εδώ και τρία εκατομμύρια χρόνια», ένα φαίνομενο που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της Πλειόκαινου εποχής, όταν η παγκόσμια στάθμη της θάλασσας ήταν 5-25 μέτρα υψηλότερη από τη σημερινή. «Οι σύγχρονοι άνθρωποι υπάρχουν μόνο εδώ και 250.000 χρόνια. Όποιος πιστεύει ότι μπορούμε απλώς να προσαρμοστούμε σε αυτή την πραγματικότητα, αλήθεια δεν έχει ιδέα για τι πράγμα μιλάει», λέει ο Ward.

Όσο οι κρατικοί εκπρόσωποι συζητούν κάτω από τον αζερικό ουρανό, η λήψη αποφάσεων για ενα πιο «πράσινο» αύριο, ιδίως ενόψει της COP30 στο Μπελέμ της Βραζιλίας, καθίσταται πιο επιτακτική. Εάν οι μεγάλοι ρυπαντές δεν παραμερίσουν τα συμφέροντά τους, η παγκόσμια συνεργασία για το κλίμα θα παραγκωνιστεί και πάλι. Αυτή τη φορά, με αντίστροφη μέτρηση για «το σημείο χωρίς επιστροφή».