Εξηγούμε βήμα-βήμα πώς διαβάζεται ο χάρτης του ECDC και για ποιους λόγους, ακόμη και αν τα αποτυπωμένα ως πράσινα νησιά της Ελλάδας είναι όντως «πράσινα», δεν το γνωρίζουμε.
Από τις 15 Οκτωβρίου και εφεξής, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (European Centre for Disease Prevention and Control, ECDC) δημοσιεύει, σε εβδομαδιαία βάση, σειρά χαρτών για την εξέλιξη της πανδημίας ανά την Ευρώπη. Οι εν λόγω χάρτες δημοσιοποιούνται σε συνέχεια της εγκριθείσας, από τα κράτη-μέλη της ΕΕ, στις 13 Οκτωβρίου 2020, σύστασης του Συμβουλίου για την εφαρμογή συντονισμένης προσέγγισης όσον αφορά στον περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Οι χάρτες του ECDC δημοσιεύονται κάθε Πέμπτη, αποτυπώνουν την επιδημιολογική κατάσταση τις προηγούμενες δύο εβδομάδες και βασίζονται στα επίσημα στοιχεία τα οποία κάθε κράτος-μέλος έχει παράσχει στη βάση δεδομένων του Ευρωπαϊκού Συστήματος Επιτήρησης (TESSy) ως τα μεσάνυχτα της περασμένης Τρίτης κάθε φορά.
Χάρτης με τα rapid test στην Ελλάδα
Χάρτης με τα τεστ που διεξάγει ο ΕΟΔΥ σε όλη τη χώρα.
Σχολεία σε αναστολή λειτουργίας, μετά την επανεκκίνηση
Οι εκπαιδευτικές δομές που σε αναστολή λειτουργίας ανά την Ελλάδα, λόγω κρουσμάτων κορονοϊού, μία εβδομάδα μετά την επανεκκίνηση δημοτικών, νηπιαγωγείων και ειδικών σχολείων όλων των βαθμίδων.
Διαδραστικός χάρτης με την πορεία του εμβολιασμού για την COVID-19 στην Ελλάδα
Ενημέρωση σε πραγματικό χρόνο για την πορεία των εμβολιασμών στην επικράτεια.
Εξ αυτών των χαρτών, ο σημαντικότερος και ευρέως αναπαραγόμενος είναι ο χάρτης που αποτυπώνει τον συνδυαστικό δείκτη της αναλογίας των κρουσμάτων, των τεστ και της λεγόμενης «θετικότητας» στον εκάστοτε τοπικό πληθυσμό («Combined indicator: 14-day notification rate, testing rate and test positivity»). Στον συγκεκριμένο χάρτη, βλέπουμε την ήπειρο να διακρίνεται ανά περιφέρειες εντός κάθε χώρας και οι τελευταίες να χρωματίζονται βάσει της ανάλυσης των δεδομένων, όπως το ECDC αναφέρει στις επεξηγηματικές σημειώσεις που προηγούνται του χάρτη στην ιστοσελίδα του:
- πράσινες χρωματίζονται οι περιοχές όπου τα κρούσματα των προηγούμενων δύο εβδομάδων είναι λιγότερα από 25 ανά 100.000 τοπικού πληθυσμού και η «θετικότητα», δηλαδή η αναλογία των θετικών επί των συνολικών τεστ την προηγούμενη εβδομάδα, είναι μικρότερη του 4%
- ως πορτοκαλί αποτυπώνονται οι περιοχές όπου τα κρούσματα των προηγούμενων δύο εβδομάδων είναι 25-49 ανά 100.000 τοπικού πληθυσμού, αλλά η «θετικότητα» είναι ίση ή υψηλότερη του 4% –ή η τελευταία είναι χαμηλότερη του 4%, αλλά τα κρούσματα ανά 100.000 τοπικού πληθυσμού ήταν 25-150 τις προηγούμενες δύο εβδομάδες
- «κόκκινες» είναι οι περιοχές όπου, στο διάστημα των προηγούμενων δύο εβδομάδων, είτε καταγράφηκαν 50 ή περισσότερα κρούσματα ανά 100.000 τοπικού πληθυσμού και, παράλληλα, η «θετικότητα» είναι ίση ή υψηλότερη του 4% είτε καταγράφηκαν περισσότερα από 150 κρούσματα ανά 100.000 τοπικού πληθυσμού
Από τις 24 Δεκεμβρίου 2020, όταν δημοσιεύθηκε ο χάρτης του ECDC με διάστημα αναφοράς την περίοδο 7-20 Δεκεμβρίου 2020 (στις οπτικοποιήσεις του Κέντρου, οι εβδομάδες σημειώνονται αριθμημένες βάσει προτύπου ISO-8601), η Ελλάδα σταθερά εμφανίζεται να είναι από τις ελάχιστες χώρες με «πράσινες» περιοχές. Μάλιστα, στην τελευταία έκδοση του χάρτη, που δημοσιεύθηκε την περασμένη Πέμπτη 28 Ιανουαρίου, με διάστημα αναφοράς την περίοδο 11-24 Ιανουαρίου 2021, η χώρα μας εμφανίζεται να αποτελεί τη μοναδική χώρα της ΕΕ, η οποία διαθέτει «πράσινες» περιοχές (νησιά του Ιονίου, Κρήτη και νησιά του Νοτίου Αιγαίου) στον ευρωπαϊκό χάρτη της πανδημίας. Δεν είναι η πρώτη φορά που το μήνυμα αναπαρήχθη ευρέως –άλλωστε, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός είχε αναφερθεί σχετικά στη Βουλή στις 15 Ιανουαρίου, με βάση την τότε έκδοση του εν λόγω χάρτη.
Η έλλειψη δεδομένων ως πρόβλημα στην τεκμηρίωση
Εδώ, στην αναπαραγωγή του μηνύματος πως η Ελλάδα έχει «πράσινες» περιοχές, είναι που διογκώνεται ένα προϋπάρχον πρόβλημα: ότι, για την ακρίβεια, ακόμη και αν η χώρα μας διαθέτει «πράσινες» ζώνες, δεν είμαστε σε θέση να το γνωρίζουμε ελλείψει δεδομένων. Όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία του ECDC, που οπτικοποιούνται στον χάρτη και τα οποία το Κέντρο διαθέτει ανοιχτά και ελεύθερα προς ανάκτηση από κάθε ενδιαφερόμενο, δεν διατίθενται στοιχεία για τον αριθμό των τεστ που διενεργούνται ανά περιφέρεια στην Ελλάδα. Σε επικοινωνία του iMEdD Lab με το ECDC, επιβεβαιώθηκε ότι το Κέντρο δημοσιεύει όλα τα δεδομένα που αποστέλλονται από τα κράτη-μέλη και ότι, δυστυχώς, η Ελλάδα δεν έχει, ποτέ ως σήμερα, αποστείλει στοιχεία που αφορούν αριθμό διεξαχθέντων ελέγχων ανά γεωγραφική περιοχή. Όσον αφορά στη χώρα μας, τα μόνα στοιχεία για τα τεστ που το ECDC διαθέτει είναι ο συνολικός αριθμών ελέγχων στην Επικράτεια, ανά εβδομάδα. Το γεγονός έρχεται να προστεθεί στην έλλειψη σχετικών στοιχείων στην ημερήσια έκθεση επιδημιολογικής επιτήρησης του ΕΟΔΥ, στην οποία πλέον εσωκλείονται δεδομένα για τα καταγεγραμμένα επιβεβαιωμένα κρούσματα ανά περιφερειακή ενότητα, αλλά δεν έχουν, ποτέ ως σήμερα, περιληφθεί αντίστοιχα στοιχεία για τους ελέγχους που διεξάγονται.
H Ελλάδα δεν έχει, ποτέ ως σήμερα, αποστείλει στοιχεία για τα διεξαχθέντα τεστ ανά γεωγραφική περιοχή στο ECDC. Επομένως, ο υπολογισμός της «θετικότητας» ανά περιφέρεια είναι αδύνατος.
Συνακόλουθα, ο υπολογισμός της «θετικότητας» ανά περιφέρεια (ή ανά οποιοδήποτε άλλο γεωγραφικό επίπεδο) είναι αδύνατος. Στο πλαίσιο της ίδιας επικοινωνίας του iMEdD Lab με το ECDC, επιβεβαιώθηκε ότι, στις περιπτώσεις των χωρών οι οποίες δεν αποστέλλουν αριθμούς διεξαχθέντων ελέγχων ανά περιφέρεια, χρησιμοποιείται μόνο ο δείκτης «θετικότητας» σε επίπεδο Επικράτειας και αυτός εφαρμόζεται σε κάθε περιφέρεια, για τις ανάγκες παραγωγής του εν λόγω χάρτη.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει το εξής: την τρίτη εβδομάδα του έτους (18-24 Ιανουαρίου 2021), έγιναν 176.183 συνολικά τεστ και επιβεβαιώθηκαν 3.373 συνολικά κρούσματα COVID-19 στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα δεδομένα που διαθέτει το ECDC. Επομένως, η «θετικότητα» υπολογίζεται ότι ανέρχεται στο 1,91%, σε επίπεδο Επικράτειας. Παρά το γεγονός ότι δεν γνωρίζουμε πώς αυτό το ποσοστό διαμορφώνεται σε επίπεδο περιφερειών, είναι αυτό το ίδιο ποσοστό (1,91%) το οποίο συνεκτιμάται σε κάθε περιοχή, μαζί με τον αριθμό των καταγεγραμμένων κρουσμάτων ανά 100.000 τοπικού πληθυσμού, ώστε να προκύψουν τα χρώματα με τα οποία οι διάφορες περιφέρειες αποτυπώνονται στον χάρτη. Κατ’ επέκταση, δεν μπορούμε να ξέρουμε εάν οι πράσινες περιοχές είναι όντως «πράσινες» ή εάν το χρώμα τους αποδίδεται με τη συνεκτίμηση μιας τυχόν υποτιμημένης τοπικής «θετικότητας».
Κανείς θα μπορούσε να διατυπώσει την υπόθεση ότι, εφόσον η «θετικότητα» υπολογίζεται να ανέρχεται στο 1,91% πανελλαδικά, τότε αυτή δύναται να είναι μια μέση τιμή ενός εύρους τιμών τοπικής «θετικότητας» που παραμένουν κάτω από το 4%: δηλαδή, κανείς θα μπορούσε να υποθέσει ερευνητικά ότι η αναλογία των θετικών επί του συνόλου των τεστ σε κάθε περιφέρεια δύναται να είναι εντός «πράσινων» ορίων ECDC όσον αφορά στη «θετικότητα» στο εκάστοτε τοπικό επίπεδο. Και πάλι, δεν διατίθενται δεδομένα, ώστε να το διασταυρώσει όποιος το πιθανολογήσει.
Πάντως, στην περίπτωση της Ελλάδας, κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για αποτύπωση του δείκτη που συνδυάζει κρούσματα και «θετικότητα» σε τοπικό επίπεδο. Στην ουσία, οι διαφοροποιήσεις των χρωμάτων ανά περιφέρεια βασίζονται μόνο στην αναλογία των καταγεγραμμένων κρουσμάτων στον τοπικό πληθυσμό –και, αν κανείς κοιτάξει τον αντίστοιχο χάρτη που δείχνει αποκλειστικά αυτό («14-day case notification rate per 100,000 inhabitants»), δεν θα βρει καμία «πράσινη» περιοχή στην Ευρώπη.
Η «θετικότητα», τα τεστ και το ανοιχτό ερώτημα
Παράλληλα, σε ειδικότερες γραμμές, μιλώντας για την αποκαλούμενη ως θετικότητα, κανείς χρειάζεται να συνοπολογίζει ότι αυτή αναμένεται να είναι το αποτέλεσμα της εξής απλής διαίρεσης: επιβεβαιωμένα κρούσματα προς αριθμός ατόμων που ελέγχθηκαν την ίδια χρονική περίοδο. Μάλιστα, το ECDC, σε οδηγίες του προς τα κράτη-μέλη για τα δεδομένα που αποστέλλονται, αναφέρει ότι ως συνολικός αριθμός τεστ πρέπει να λογίζεται ο αριθμός των ανθρώπων που εξετάστηκαν εντός της εβδομάδας επιδημιολογικής επιτήρησης και ότι, σε περιπτώσεις ατόμων που εξετάστηκαν περισσότερες από μία φορές εντός της ίδιας εβδομάδας, θα πρέπει να προσμετράται μόνο το πρώτο τεστ που έκαναν.
Συνολικά 19 χώρες διέθεσαν στοιχεία για τα τεστ που διενεργήθηκαν μόνο σε εθνικό επίπεδο. Η Ελλάδα είναι η μοναδική που εμφανίζει διχρωμία εντός της επικράτειάς της.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, τα στοιχεία που αφορούν τα εβδομαδιαία τεστ και τα οποία περιλαμβάνονται στα ανοιχτά, διαθέσιμα δεδομένα του ECDC, φαίνεται σχεδόν να συνάδουν με τα ανάλογα στοιχεία που εσωκλείονται στις ημερήσιες εκθέσεις του ΕΟΔΥ, οι οποίες κάνουν λόγο για συνολικά ελεγχθέντα «δείγματα». Συγκεκριμένα, από τις τελευταίες προκύπτει ότι εντός της τρίτης εβδομάδας του έτους (18-24 Ιανουαρίου 2021) είχαν ελεγχθεί συνολικά 174.962 «δείγματα», περιλαμβανομένων RT-PCR και Rapid Ag ελέγχων. Την ίδια περίοδο, σύμφωνα με τα στοιχεία του ECDC, είχαν γίνει 176.183 συνολικά «τεστ» στη χώρα μας. Σε περίπτωση που τα εν λόγω «δείγματα» τυχόν περιλαμβάνουν περισσότερες από μία λήψεις από εξετασθέντα άτομα εντός της ίδιας εβδομάδας, θα πρέπει κανείς να υποθέσει ότι ο αριθμός των ανθρώπων για τους οποίους ελέγχθηκαν περισσότερα από ένα «δείγματα» δεν είναι στατιστικά σημαντικός, ώστε η υπολογιζόμενη «θετικότητα» (1,91%), σε επίπεδο Επικράτειας, να είναι υποτιμημένη.
Τουλάχιστον, αυτό φαίνεται να συνέβαινε ως τις αρχές Σεπτεμβρίου 2020: έως τότε, ο ΕΟΔΥ περιελάμβανε στις ημερήσιες εκθέσεις του, εκτός από τον συνολικό αριθμό των κρουσμάτων στη χώρα, τον απόλυτο αριθμό των συνολικών θετικών «δειγμάτων» –και η αναλογία των τελευταίων επί του συνολικού αριθμού ελεγχθέντων «δειγμάτων» αποτελούσε την υπολογιζόμενη θετικότητα. Έως τότε, τα δύο σύνολα (κρούσματα και θετικά «δείγματα») διέφεραν, αλλά αυτή η διαφορά δεν ήταν στατιστικά σημαντική: για παράδειγμα, στις 5 Σεπτεμβρίου 2020, ο ΕΟΔΥ ανακοίνωσε ότι, έως τότε, είχαν καταγραφεί 11.386 συνολικά επιβεβαιωμένα κρούσματα στη χώρα και, ταυτόχρονα, 11.401 συνολικά «δείγματα» ήταν θετικά στον κορονοϊό, σε σύνολο 1.015.064 ελεγχθέντων «κλινικών δειγμάτων». Δεν γνωρίζουμε πώς η σχέση των δύο αριθμών έχει εξελιχθεί έκτοτε, δεδομένου ότι, από τις 7 Σεπτεμβρίου 2020 και εφεξής, δεν έχει εντοπιστεί συνολικός αριθμός θετικών «δειγμάτων» να εσωκλείεται στις ημερήσιες εκθέσεις του ΕΟΔΥ.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα η οποία δεν αποστέλλει δεδομένα αναφορικά με τον αριθμό των τεστ ανά περιοχή εντός της επικράτειάς της: συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα δεδομένα του ECDC, την τρίτη εβδομάδα του έτους (18-24 Ιανουαρίου 2021), μόνο 11 κράτη-μέλη απέστειλαν δεδομένα αναφορικά με τους ελέγχους (και) σε επίπεδο περιφέρειας, ενώ συνολικά 19 χώρες διέθεσαν στοιχεία για τα τεστ που διενεργήθηκαν μόνο σε εθνικό επίπεδο. Η Ελλάδα είναι, όμως, η μοναδική χώρα ανάμεσα στις 19, η οποία εμφανίζει διχρωμία εντός της επικράτειάς της. Αυτό θα μπορούσε να μας οδηγήσει στην εξής ερευνητική υπόθεση: τα τεστ ενδεχομένως διεξάγονται δυσανάλογα ανά τη χώρα και, ως εκ τούτου, η αναλογία των καταγεγραμμένων κρουσμάτων στον εκάστοτε τοπικό πληθυσμό δύναται να επηρεάζεται.
Δυστυχώς, τα απαραίτητα δεδομένα δεν διατίθενται, ώστε να διαψευστεί ή να επιβεβαιωθεί αυτή η υπόθεση εργασίας, η οποία παραμένει ανοιχτό ερώτημα –όπως ανοιχτό ερώτημα παραμένει εάν οι πράσινες περιοχές στον χάρτη του ECDC είναι «πράσινες».