Το πρωτότυπο άρθρο δημοσιεύτηκε από το INKSTICK στις 11/12/2023 και αναδημοσιεύτηκε από το iMEdD κατόπιν άδειας. Η αναδημοσίευσή του απαιτεί άδεια από τον εκδότη.
Εικόνες: Elizabeth Jamieson
* Ο Mohammed Ali είναι δημοσιογράφος στη Γάζα για ένα μεγάλο διεθνές ειδησιογραφικό πρακτορείο. Έγραψε αυτό το κείμενο σε πρώτο πρόσωπο με ψευδώνυμο, για να προστατέψει την ταυτότητά του.
Ο Ισραηλινός στρατός έχει διαιρέσει τη Γάζα σε τμήματα και έχει προειδοποιήσει τους κατοίκους να τραπούν σε φυγή όταν τους δοθεί σχετική εντολή.
Ερευνώντας εγκλήματα πολέμου: Επιθέσεις κατά αμάχων
Οι δημοσιογράφοι γίνονται αυτόπτες μάρτυρες των φρικαλεοτήτων που διαπράττονται εναντίον αμάχων.
Πριν από την κλιμάκωση των εχθροπραξιών μεταξύ του Ισραήλ και της Γάζας στις 7 Οκτωβρίου 2023, η ζωή της 21 ετών Rozan Ashraf στην Abasan-al-Kabira, μια μικρή πόλη στο κυβερνείο Khan Younis στη νότια Λωρίδα της Γάζας, χαρακτηριζόταν από τους συνήθεις ρυθμούς της καθημερινότητας. Η καθημερινή κανονικότητα διαταράχθηκε με το ξέσπασμα της σύρραξης πριν από δύο μήνες. Αλλά πλέον, ο τρόμος της έχει κορυφωθεί με την εφαρμογή της νέας στρατηγικής βομβαρδισμού του Ισραήλ.
«Αγαπητοί κάτοικοι της Γάζας», ανήρτησαν οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις (IDF) στον ιστότοπό τους, «Είναι επιτακτική ανάγκη να δώσετε προσοχή στον παρακάτω χάρτη. Όποιος βλέπει τον αριθμό περιοχής που διαμένει ή βρίσκεται κοντά σε περιοχή στο χάρτη, θα πρέπει να παρακολουθεί και να ακολουθεί τις οδηγίες του IDF μέσω των διαφόρων μέσων μαζικής ενημέρωσης και να υπακούσει σε αυτές. Είναι ο μοναδικός τρόπος για να διαφυλάξετε την ασφάλειά σας, την ακεραιότητά σας και τις ζωές των οικογενειών σας.» Ο χάρτης απεικόνιζε τη Λωρίδα της Γάζας κατανεμημένη σε 2.370 αριθμημένα τμήματα. «Μας κατέτρεχε ο φόβος ότι θα είμαστε τo επόμενο τμήμα – στόχος», θυμάται η Rozan. «Με το κλείσιμο του διαδικτύου από τη στιγμή που ξεκίνησε ο πόλεμος, δεν μπορούσαμε ούτε να εντοπίσουμε το τμήμα στο οποίο ανήκαμε».
Η στρατιωτική στρατηγική του Ισραήλ της εκκένωσης κατά τμήματα βύθισε τη Γάζα ακόμη πιο βαθιά στην ανθρωπιστική κρίση. Με περιορισμένη πρόσβαση σε τηλέφωνα ή στο διαδίκτυο, πολλοί από τους κατ’ εκτίμηση 1,7 εκατομμύρια εκτοπισθέντες ανθρώπους δεν ήταν σε θέση να πλοηγηθούν στις περίπλοκες οδηγίες εκκένωσης, οι οποίες συχνά γνωστοποιούνταν μέσω φυλλαδίων και κωδικών QR που συνδέονταν με διαδικτυακούς χάρτες.
Μετά την επανέναρξη των εχθροπραξιών την 1η Δεκεμβρίου, ύστερα από 7ήμερη κατάπαυση του πυρός, το Ισραήλ ξεκίνησε τους περαιτέρω βομβαρδισμούς στη νότια Λωρίδα της Γάζας – στις περιοχές ακριβώς που οι άνθρωποι είχαν λάβει προσφάτως την εντολή να μετακινηθούν. Εκτοπισθείσες οικογένειες, που μετακινήθηκαν νότια από βορειότερες περιοχές όπως η πόλη της Γάζας, τώρα ήταν αντιμέτωπες με τη σκληρή προοπτική να εκτοπισθούν και πάλι.
Ο ήχος των αρμάτων και των βομβαρδισμών ήταν εκκωφαντικός. Παρακολουθούσαμε το θάνατο να πλησιάζει ολοένα και περισσότερο
Rozan Ashraf
Παγιδευμένοι κατά τη διάρκεια της επίθεσης
Αναγκασμένοι να εγκαταλείψουν το σπίτι τους από την έναρξη της σύγκρουσης, η Rozan και η οικογένειά της αναζήτησαν καταφύγιο στο Bani Suhaila. Παρά τις ανησυχίες τους, ο πατέρας της Rozan επέμενε ότι ήταν ασφαλείς. «Απειλούσαν τη συνοικία του θείου μου. Βρισκόταν κοντά σε εμάς», αναφέρει η Rozan. Αλλά η εύθραυστη υποτυπώδης ασφάλεια κλονίστηκε το Σάββατο 2 Δεκεμβρίου, όταν ο Ισραηλινός στρατός κατονόμασε ρητά την οικογένειά τους για εκκένωση. Ωστόσο, ήταν πολύ αργά για να εγκαταλείψουν το σπίτι τους. «Ο στρατός μας κάλεσε ξανά, αλλά είπαν ότι ήταν πολύ αργά για να απομακρυνθούμε και θα έπρεπε να παραμείνουμε όπου είμαστε», θυμάται η Rozan. Η εφιαλτική πραγματικότητα του πολέμου εμφανίστηκε σαν σίφουνας, μετατρέποντας το σπίτι τους σε πεδίο μάχης.
Οι ώρες που ακολούθησαν στιγματίστηκαν από σφοδρούς βομβαρδισμούς και την ισοπέδωση της γειτονιάς της. H κατοικία της οικογένειας, αυτή που κάποτε ήταν καταφύγιο, μετατράπηκε σε παγίδα καθώς τα παράθυρα είχαν σπάσει και τα δωμάτια ήταν γεμάτα καπνό. «Χρησιμοποιούσαμε βρεγμένα ρούχα για να φιλτράρουμε τον αέρα, στην προσπάθειά μας να αναπνεύσουμε», περιγράφει η Rozan. Η μητέρα της Rozan, που αντιμετωπίζει χρόνιες ασθένειες μεταξύ αυτών υπέρταση και διαβήτη, επλήγη ιδιαίτερα από τα αέρια και τον καπνό που χρησιμοποιούσαν οι Ισραηλινοί στρατιώτες. «Αδυνατούσε να αναπνεύσει ή να κοιμηθεί κανονικά», θυμάται η Rozan. «Ο ήχος των αρμάτων και των βομβαρδισμών ήταν εκκωφαντικός. Παρακολουθούσαμε το θάνατο να πλησιάζει ολοένα και περισσότερο». Μέσα σε αυτό το χάος, η υγεία της μητέρας της επιδεινώθηκε, οξύνοντας ακόμη περισσότερο την κατάσταση.
Το ξημέρωμα ακολούθησε με το τρομακτικό θέαμα των αρμάτων να πλησιάζουν στο δρόμο τους, απελευθερώνοντας ένα άγνωστο αέριο κατά των αμάχων. Είναι γνωστό ότι το Ισραήλ έχει χρησιμοποιήσει δακρυγόνα, δηλητηριώδη αέρια και λευκό φώσφορο κατά των αμάχων. Έως τις 9πμ, κι ενώ τα άρματα ανακατευθύνονταν προς το κέντρο της πόλης, η οικογένεια συνειδητοποίησε ότι ήταν αδύνατον να παραμείνει εκεί. Αρπάζοντας βασικά έγγραφα και υπάρχοντα, πήραν τη δύσκολη απόφαση να αφήσουν πίσω όλα τα υπόλοιπα. «Έριξα μια ματιά στη ντουλάπα μου, στα ρούχα της αποφοίτησής μου από το πανεπιστήμιο, στα βιβλία μου… και αναρωτιόμουν εάν θα τα ξαναέβλεπα ποτέ», θυμάται με θλίψη η Rozan. «Η σκέψη ότι ενδέχεται να εκτοπιζόμασταν δια παντός ήταν εξουθενωτική», λέει η Rozan. «Πήρα μαζί μου το απολυτήριο λυκείου μου. Μπορεί, απλά μπορεί, να μπορέσω να σπουδάσω στο εξωτερικό εάν το Ισραήλ μας εκτοπίσει στο Σινά».
Το ταξίδι τους προς το Ευρωπαϊκό Νοσοκομείο στη Γάζα ήταν γεμάτο κινδύνους. Με το που έφτασαν, η μητέρα της Rozan κατέρρευσε, καταβεβλημένη από την εξάντληση και τον πανικό. Η οδύσσεια της οικογένειας όμως δεν τελείωσε εκεί. Βρέθηκαν στο δρόμο του al-Fukhari, να φτιάχνουν καφέ και τσάι στο πεζοδρόμιο, καθώς αναζητούσαν κάποιου είδους κανονικότητα μέσα στο χάος που επικρατούσε.
Τελικά, η οικογένεια φιλοξενήθηκε σε σπίτι συγγενών στη Ράφα, καθώς τα σχολεία στα οποία αναζήτησαν καταφύγιο ήταν υπερπλήρη και αντιμετώπιζαν ελλείψεις στα ουσιώδη. Ωστόσο, η εκτόπιση άφησε βαθιές πληγές. «Ζούσαμε υπό καθεστώς μόνιμου φόβου, αβέβαιοι για το μέλλον μας», λέει η Rozan. «Τώρα λαχταράμε τη ζωή που κάποτε αποκαλούσαμε βαρετή».
Δεν υπάρχει ασφάλεια πουθενά
Όσο οι προειδοποιήσεις του Ισραήλ σπρώχνουν δεκάδες χιλιάδες κατοίκων νοτιότερα σε περιοχές, όπως η υπερβολικά συνωστισμένη πόλη Ράφα ή η άγονη παράκτια λωρίδα του Al Mawasi, η πραγματικότητα της κατάστασής τους καθίσταται σκληρή. Αποπροσανατολισμένες, φοβισμένες και ζώντας σε συνθήκες εξαθλίωσης, οι οικογένειες αυτές παλεύουν με την έλλειψη ειδών πρώτης ανάγκης, όπως είναι το φαγητό, το νερό και η ιατρική περίθαλψη. «Για μια ακόμη φορά, πουθενά δεν υπάρχει ασφάλεια στη Γάζα», αναφέρει σε δήλωσή του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
Η ιστορία της Rozan δεν είναι μοναδική, αλλά αντικατοπτρίζει τη μοίρα αμέτρητων οικογενειών στη Γάζα. Ο καθημερινός αγώνας τους αποτελεί περίτρανη απόδειξη της ικανότητάς τους να ανθίστανται στις τρομερές αντιξοότητες. Ωστόσο, όσο προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με τη νέα πραγματικότητά τους σε υπερπλήρη από κόσμο καταφύγια ή κρατικά σχολεία, το μέλλον τους παραμένει αβέβαιο.
Σε αυτό το πλαίσιο της αναστάτωσης και της απόγνωσης, παραμένουν ερωτήματα σχετικά με το μακροπρόθεσμο αντίκτυπο αυτών των στρατηγικών και την επιδείνωση της ανθρωπιστικής κρίσης στη Γάζα. Για οικογένειες όπως είναι εκείνη της Rozan, η κάθε ημέρα είναι μία μάχη για επιβίωση – μια αναζήτηση για κανονικότητα ανάμεσα στα ερείπια που κάποτε ήταν το σπίτι τους.